Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024, 6:48:18 πμ
Πέμπτη, 13 Οκτωβρίου 2016 19:52

Σχέσεις Εκκλησίας - Κράτους

Γράφει ο Κώστας Πινέλης 

 

Εκατομμύρια ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο στη γη πιστεύουν  στη μία ή στην άλλη θρησκεία. Οι θεμελιωτές του Μαρξισμού-Λενινισμού έχουν εκθέσει τις θεμελιώδεις θέσεις αρχών για τη στάση των κομμουνιστών απέναντι στη θρησκεία και τους θρησκευόμενους, θέσεις που διατηρούν τη σημασία τους μέχρι σήμερα.
Στο βιβλίο «ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ-ζητήματα στρατηγικής και τακτικής» του Ινστιτούτου Κοινωνικών Επιστημών της ΕΣΣΔ και στο κεφάλαιο «Οι κομμουνιστές και η θρησκεία» διαβάζουμε μεταξύ άλλων:


«Ο Β. Ι. Λένιν υπογράμμιζε ότι στην καπιταλιστική κοινωνία οι ρίζες της θρησκείας είναι κυρίως κοινωνικές. Το ζήτημα της στάσης απέναντι στη θρησκεία δεν έχει αυθύπαρκτη σημασία, αλλά υπάγεται στο βασικό, στο κεντρικό ζήτημα-στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης των εκμεταλλευόμενων μαζών απέναντι στους εκμεταλλευτές… Απαντώντας στο ερώτημα γιατί οι μπολσεβίκοι δεν διακηρύττουν στο πρόγραμμά τους ότι είναι αθεϊστές και γιατί δεν απαγορεύουν στους χριστιανούς και σ’ αυτούς που πιστεύουν στο Θεό να μπουν στο κόμμα, ο Λένιν διευκρίνιζε, ότι δεν αξίζει να προωθείται το θρησκευτικό ζήτημα  στην πρώτη γραμμή ότι δεν πρέπει να επιτραπεί ο κατακερματισμός των δυνάμενων του προλεταριάτου.
…Ο Λένιν τόνιζε, ότι είναι ανάγκη να προσελκυστούν οι θρήσκοι εργαζόμενοι στο επαναστατικό κόμμα. Εμείς πρέπει όχι μόνο να δεχόμαστε, αλλά να προσελκύουμε στις τάξεις του κόμματος όλους τους εργάτες που διατηρούν την πίστη στο Θεό, είμαστε ανεπιφύλακτα ενάντιοι στην παραμικρή προσβολή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων…»
Τα κομμουνιστικά κόμματα ξεκινώντας από τις διατυπωμένες παραπάνω μαρξιστικές-λενινιστικές θέσεις  υποστήριζαν και υποστηρίζουν στα προγράμματά τους, ότι δεν θεωρούν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των εργαζομένων σα στοιχείο, που μπορεί να εμποδίζει τους θρησκευόμενους, να πάρουν μέρος στη πάλη για την ειρήνη, τη δημοκρατία, την εθνική ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό τόσο στα πλαίσια των μαζικών δημοκρατικών κινημάτων, όσο και μέσα στις γραμμές του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης.

 

Σχέσεις κράτους και εκκλησίας
στη Ελλάδα

Το σύνολο σχεδόν των προβλημάτων που παρουσιάζονται στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας έχουν την ρίζα τους σε μια εκκρεμότητα πολλών χρόνων, το χωρισμό κράτους και εκκλησίας. ένα χωρισμό που θα σήμαινε επιτέλους, ένα σύγχρονο, όχι βέβαια σοσιαλιστικό, αλά αστικό κράτος.
Το αίτημα για το χωρισμό Κράτους και Εκκλησίας δεν ήταν (και δεν είναι) μόνο θέση του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και θέση που εξέφραζε και τις δυνάμεις του αστικού εκσυγχρονισμού. Έτσι σήμερα η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει λύσει το θέμα. Στη Γαλλία για παράδειγμα το ζήτημα έχει λυθεί από την τελευταία 10ετία του 19ου αιώνα.
Στην Ελλάδα, για να μιλήσουμε μόνο για τα τελευταία 42 χρόνια, το αίτημα του χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας υπονομεύθηκε από τις πρώτες κιόλας ημέρες της λεγόμενης μεταπολίτευσης όταν αποτελούσε θέση όλων των κομμάτων, ακόμη και της καραμανλικής Νέας Δημοκρατίας. Στη συνέχεια βέβαια ξεχάστηκε και εγκαταλείφθηκε ακόμη και από το ΠΑΣΟΚ, ενώ τώρα το ξεχνάει και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Η στάση της Εκκλησίας σε ιστορικές στιγμές και στους αγώνες του λαού μας
α) Τουρκοκρατία – Επανάσταση του 1821
Ο ανώτερος κλήρος στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχε τεράστια εξουσία, κοσμική και πνευματική, χάρη στις ίδιες τις διατάξεις των Σουλτάνων για να μπορεί μέσω του κλήρου να κυβερνάει (δηλαδή να ληστεύει), καλύτερα τους ραγιάδες.. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα μας πληροφορεί ο Γ. Κορδάτος στο έργο του «Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821»: «Κατά το καθιερωθέν νέον καθεστώς εις την εσκλαβωθείσαν Βαλκανικήν ο Πατριάρχης ήτο ο ανώτατος άρχων των ραγιάδων, ο απόλυτος ρυθμιστής των εκκλησιαστικών και θρησκευτικών ζητημάτων, με δικαιώματα μάλιστα δικαστικά εις περιπτώσεις αφορώσας το ιδιωτικόν δίκαιον. Ετσι - συνεχίζει ο Γ. Κορδάτος - ο ανώτερος κλήρος απέκτησεν εξουσίαν μεγαλυτέραν από εκείνην που είχε πρωτήτερα εις τον καιρόν της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».
Ο Π. Πιπινέλης, πρώην πρεσβευτής και «υπουργός» Εξωτερικών της χούντας, γράφει στο έργο του «Πολιτική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» (Παρίσι 1928) ότι «το τμήμα τούτο του κλήρου (σ.σ.: αναφέρεται στον αρχιερατικό κλήρο και το Πατριαρχείο) έζη υπό συνθήκας πολιτικά τοιαύτας, ώστε να μη δύναται να ακολουθήση την ζωήν του Εθνους» και παρακάτω εκτιμά ότι έγινε «ξένος προς το πενθούν και πάσχον έθνος», ενώ ήταν «πολιτικώς ραδιούργος και διπλωματικός εις την Κωνσταντινούπολιν διά να παρακολουθή τας απαιτήσεις της διεθνούς πολιτικής, ήτις επαίζετο γύρω από το Πατριαρχείον»!
Χαρακτηριστικό είναι ότι σε ποιήματα εκδιδόμενα από το Πατριαρχείο βρέθηκαν οι εξής στίχοι: «Και πάλι να πειθώμεθα αρχαίς υπερεχούσαις (δηλ. στους Τούρκους) ως κατά θέλησιν Θεού, το κράτος κατεχούσαις. Και πας ο ανθιστάμενος τοιαύτη εξουσία, εναντιούται φανερά τη προσταγή τη θεία» (
‘Αγαπητοί, ο Θεός μάς έδωσεν την Οθωμανικήν Τυραννίαν, διά να μας τιμωρήση διά τα αμαρτήματά μας και παιδεύοντάς μας εις την παρούσαν ζωήν, να μας ελευθερώση μετά θάνατον από την αιώνιαν κόλασιν’».
Το πόσο περιζήτητη ήταν η θέση του πατριάρχη φαίνεται από το ότι ο Σουλτάνος έβγαζε σε πλειστηριασμό τον πατριαρχικό θρόνο, και οι υποψήφιοι πατριάρχες πλήρωναν πολλά λεφτά για να προτιμηθούν.
μερικά παραδείγματα:
1476 - Ο Συμεών Τραπεζούντιος έδωσε 1.000 φλουριά πεσκέσι στον σουλτάνο.
1572 - Ο Ιερεμίας 2.000 φλουριά και άλλες 2.000 στον διάδοχο Μουράτ.
1584 - Ο Παχώμιος Πατέστας ανέβασε το πεσκέσι σε 10.000 δουκάτο και έστειλε στην φυλακή τον προηγούμενο πατριάρχη.
1604 - Ο Λεόντιος Λαρίσης 10.000 άσπρα.
1755 - Ο Χίου Διονύσιος 6.000 άσπρα.
(Αθ. Υψηλάντη, «Τα μετά την άλωσιν»)
Αυτά λοιπόν από τον ανώτερο κλήρο όπως έγραψε και ο Μήτσος Ευθυμιάδης στο έργο του «Προστάτες¨:
«Μια φορά κ’ έναν καιρό, στον τόπο ετούτο το μικρό ζούσαν κάτι φουκαράδες, οι ραγιάδες
Κοτσαμπάσηδες,  Πασάδες και σεβάσμιοι Δεσποτάδες κυβερνούσανε τη χώρα, καλή ώρα.
Τη δεκάτη ο τσιφλικάς, δος του κόψιμο ο Πασάς, υπαγόρευε το ράσο σφάξε με αγά μ’ ν’ αγιάσω…»
Πρέπει όμως να πούμε ότι μεγάλο μέρος του  κατώτερου κλήρου, ο φτωχοπαπάς του χωριού θα λέγαμε, επιτέλεσε εθνοσωτήριο έργο. Βρισκόταν στο κέντρο της ζωής των υπόδουλων Ελλήνων. Στην Ελληνική Εκκλησία οφείλεται σε μεγάλο μέρος η διατήρηση της Ελληνικής γλώσσας, η εκμάθηση της αρχαίας ιστορίας  κ.λ.π.
Οι περισσότεροι από τους Διδασκάλους του Γένους ήταν κληρικοί όπως ο Ευγένιος ο Αιτωλός, ο Αναστάσιος Γόρδιος, ο Ηλίας Μηνιάτης, ο Ευγένιος Βούλγαρις και ο Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Αθανάσιος Πάριος, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Νεόφυτος Βάμβας κ.ά.  Πολλοί απλοί κληρικοί και μοναχοί έλαβαν μέρος στους αγώνες των επαναστατικών χρόνων όπως: ο Γρηγόριος Επίσκοπος Μεθώνης, ο Ησαϊας των Σαλώνων, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Παπαφλέσσας, ο Νεόφυτος Καρύστου, και πολλοί άλλοι
Όλοι αυτοί συνέβαλαν να δημιουργηθεί ο «νέος εθνισμός» που και κάτω από την ευεργετική επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης οδήγησε στο ξεσηκωμό του έθνους.

β) Ιστορικά στιγμιότυπα
Σε καθοριστικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας η διοικούσα εκκλησία στήριξε τις κυρίαρχες τάξεις προσφέροντας την αναγκαία ιδεολογική κάλυψη . για παράδειγμα να θυμηθούμε:
Την εκστρατεία κατά των «μαλιαροκομμουνιστών» στη δεκαετία 1920-1930, τις εγκύκλιες της Ιεράς Συνόδου και την απαίτηση για δίωξη των δημοτικιστών αριστερών διανοουμένων (Ρόζα Ιμβριώτη, Δημήτρης Γληνός, Κώστας Βάρναλης κ. ά.) Αυτά απετέλεσαν τον προπομπό της ψήφισης του βενιζελικού ιδιώνυμου τον Απρίλιο του 1928.

 

γ) Κατοχή-Αντίσταση
Πρέπει νομίζω να ξεκινήσουμε από την πρώτη πράξη Εθνικής Αντίστασης  σε ολόκληρη την Ευρώπη. (Η πρώτη ένοπλη πράξης αντίστασης ήταν αυτή της πρώτης ανταρτοομάδας «Αθανάσιος διάκος» στο σταθμό Μουριών του Κιλκίς)
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος (κατά κόσμον Χαρίλαος Φιλιππίδης) ήταν Έλληνας θεολόγος και ακαδημαϊκός . Θρακιώτης στην καταγωγή, γεννήθηκε το 1881 στη Γρατινή Ν. Ροδόπης  όπου και έλαβε τα πρώτα εγκύκλια γράμματα. Το 1897 εισήχθηκε στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης από την οποία και αποφοίτησε μετά εξαετία. Το  1913, ο Χρύσανθος εξελέγη μητροπολίτης στην Τραπεζούντα του Πόντου. Αγάπησε πολύ τον Πόντο και δέθηκε με την περιοχή και του Πόντιους.
Το 1938 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Ο Αρχιεπίσκοπος του 40.
Όταν η πατρίδα μας κατακτήθηκε ο Αρχιδιάκονος τον βρήκε να κλαίει βλέποντας την σημαία των Ναζί να κυματίζει στον Παρθενώνα. Τότε ο Χρύσανθος  θυμήθηκε τον Μητροπολίτη Τραπεζούντας και με Ποντιακό πείσμα είπε τα περήφανα ΟΧΙ .
1) Αρνήθηκε να παραστεί στην παράδοση της Αθήνας στα στρατεύματα κατοχής (27 Απριλίου 1941). Είπε χαρακτηριστικά: «Οι Έλληνες ιεράρχες δεν παραδίδουν τας πόλεις εις τον εχθρόν, αλλά το καθήκον των είναι να εργαστούν διά την απελευθέρωσιν αυτών»
(Να σημειωθεί ότι το Μεταξικό καθεστώς παρέδωσε την χώρα με αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τον στρατηγό Καβράκο, ανώτερο στρατιωτικό διοικητή Αττικοβοιωτίας, τον κ. Πεζόπουλο, νομάρχη Αττικοβοιωτίας, τον κ. Αμβρόσιο Πλυτά, δήμαρχο Αθηναίων και τον κ. Μιχ. Μανούσκο, δήμαρχο Πειραιώς. Η ίδια Μεταξική δικτατορία παρέδωσε τους φυλακισμένους κομμουνιστές και άλλους δημοκράτες πολιτικούς κρατούμενους στους Γερμανούς. «Για να τους φυλάει ο εχθρός». Τόσο πατριώτες…)
2) Αρνήθηκε να παραστεί στην επίσημη δοξολογία
3) Αρνήθηκε να ορκίσει την δωσίλογη κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνηση προβληθείσα από τον εχθρό, Αυτός ο τόπος βγάζει δύο πράγματα ελιές και παλικαριά.»
Φυσικά ούτε ο Τσολάκογλου ούτε οι Γερμανοί λησμόνησαν αυτή τη συμπεριφορά του Χρύσανθου και στις 2/6/1941 επαύθει με Συντακτική Πράξη της ψευδοκυβέρνησης Τσολάκογλου, για να τοποθετηθεί κάποιο πιο βολικό άτομο στη θέση του Αρχιεπισκόπου.
Ας δούμε τι γράφει στο ημερολόγιο του ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος: 29/4/1941
«Πληροφορούμαι ότι ο στρατηγός Τσολάκογλου αφού σύνηψε την επονείδιστον συμφωνία με τους Γερμανούς επάνω στο μέτωπο, κατελθών εις Αθήνας πρόκειται εντολή των Γερμανών να σχηματίσει Κυβέρνησιν. Τούτο με στεναχωρεί πολύ διότι θα περιπέσωμεν εις δεινά, …. Προτιμότερον μόνοι οι Γερμανοί να έχουν την ευθύνη της διοικήσεως οπότε θα είναι προσεκτικότροι».
Πράγματι λοιπόν οι Γερμανοί ευθείς μόλις μπήκαν στην Αθήνα και ενώ ακόμα η Ελλάδα πολεμούσε στην Κρήτη πραγματοποίησαν συναντήσεις με πρόθυμους παράγοντες για να φανεί η κατοχή μια ομαλή συνέχεια, όλα να ξεχαστούν, μήτε αίμα στα οχυρά χύθηκε μήτε η Ελλάδα είπε ΟΧΙ , μια παρένθεση που πρέπει να πάρουμε μια γόμα και να την σβήσουμε δεν έγινε τίποτα, όλοι πρόθυμοι στρατιωτικοί, κάθε είδους παράγοντες και η εκκλησία θα κάνουμε μια μασκαράτα και θα ξυπνήσουμε με τον μηχανισμό όπως ήταν με μια κυβέρνηση που διέθετε Ελληνικά πιστοποιητικά γέννησης, και όλα θα είναι καλά αγγελικά πλασμένα , κάποιοι Ιταλοί και Γερμανοί θα παρακολουθούσαν και θα έλεγχαν τα πάντα , κάποιες μικρές αλλαγές στα σύνορα υπέρ των Βουλγάρων κα των Ιταλών (πάει η Θράκη, η Δ Μακεδονία, τα Επτάνησα η Ήπειρος και οι Κυκλάδες), και πια σύμμαχοι είμαστε βοηθήστε και εσείς τώρα με το αίμα σας την επιβολή της νέας τάξης του Χίτλερ…. Και οι νεκροί στο Έλλη;  Και τα παιδιά με τα κομμένα πόδια ; Και οι χήρες και τα ορφανά της βομβαρδισμένης Πάτρας;
Γενικά κατά τη διάρκεια της κατοχής ένα μικρό κομμάτι του κλήρου συνεργάστηκε με τους κατακτητές, ένα κομμάτι έμεινε αδιάφορο.
Αξιοκατάκριτη και πρέπει να αναφερθεί η συμπεριφορά των είκοσι μονών του Αγ. ΄Όρους. Μια μέρα πριν μπουν οι κατακτητές στην Αθήνα έστειλαν επιστολή στην «Αυτού εξοχότητα τον Αρχικαγκελάριον του ενδόξου Γερμανικού Κράτους να αναλάβει υπό την υψηλήν αυτού προστασίαν και κηδεμονία τον ιερόν τόπον του Αγίου Όρους»!
Όμως είναι αλήθεια ότι στη διάρκεια της τριπλής κατοχής λίγοι μητροπολίτες αλλά οι περισσότεροι από τους 7.000 απλούς ιερείς εντάχθηκαν ή στήριξαν την αντίσταση, συμμετείχαν ενεργά στα διάφορα όργανα Λαϊκής Αυτοδιοίκησης στις ελεύθερες περιοχές, υπηρέτησαν ως στρατιωτικοί ιερείς στις μονάδες του ΕΛΑΣ κ.λ.π.
Έχουμε καταγραμμένους 182 ιερείς που εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους.
Μεταξύ αυτών να αναφέρω:
Από τη σημερινή Μητρόπολη Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης:
-Τον Ανδρέα Κυριακίδη, ιερέα Νέας Μαγνησίας. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση, γιατί έκρυβε Βρετανούς. Πέθανε στις φυλακές τον Σεπτέμβριο του 1942.
-Τον Χρήστο Παπαδόπουλο, ιερέα στη Σταυρούπολη. Στις 10 Σεπτεμβρίου τη νύχτα, Γερμανοί μπήκαν στο σπίτι του και τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ.
- Τον Δημήτριο Τομαρά, εφημέριο στον Χορτιάτη. Εκτελέστηκε από τους Γερμανούς και του ταγμασφαλίτες δοσίλογους στην πλατεία του χωριού, όταν άρχισε να διαμαρτύρεται γιατί οι κατακτητές είχαν συγκεντρώσει τους κατοίκους, κυρίως γυναικόπαιδα,  από τους οποίους άλλους εκτέλεσαν και άλλους έκαψαν ζωντανούς στον φούρνο του Γκουραμάνη. Μαζί του εκτελέστηκαν και οι δύο κόρες του.
Από τη σημερινή Μητρόπολη Κιλικισίου
- Τον Δημήτριο Τζίβα, ιερέα στο χωριό Βάθη. Δολοφονήθηκε τον Οκτώβριο του 1943 από Βουλγάρους ατάκτους.
Από τη Φθιώτιδα
-Τον Δημήτριο Κουτσούμπα, εφημέριο Βελεσιωτών, παππού του σημερινού Γ.Γραματέα του ΚΚΕ με πλούσια αντιστασιακή δράση. Συνελήφθη, βασανίστηκε και εκτελέστηκε τον Απρίλιο του 1944.
Δεκάδες ιερείς από την Αν. Μακεδονία και Θράκη εκδιώχθηκαν από τους Βουλγάρους και αντικαταστάθηκαν από δικούς τους ομοεθνείς.

 

δ) Εμφύλιος
Στα  χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου η Διοικούσα Εκκλησία και οι παραεκκλησιαστικές οργανώσεις όπως η «Ζωή» μετατράπηκαν σε ισχυρό βραχίονα του αντικομμουνιστικού αγώνα. Τότε θεμελιώθηκε  η ιδέα της «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών».
Εκείνα τα χρόνια οι θεωρητικοί της επίσημης Εκκλησίας χαρακτήριζαν τον Μαρξισμό «εγκληματική ιδεολογία»
Πρέπει να πούμε ότι η πολεμική ενάντια στους κομμουνιστές δεν ήταν σε όλους από καθαρά φασιστική, αντιδραστική τοποθέτηση και στείρος αντικομμουνισμός,  αλλά από την αντίθεση Υλισμού-Ιδεαλισμού, δηλαδή από αντίθεση στο θεμελιακό πρόβλημα της φιλοσοφίας: ο υλισμός είναι η επιστημονική αντίληψη της δημιουργίας του κόσμου και της ζωής και ο ιδεαλισμός είναι το αντίθετο.
Παρ’ όλα αυτά υπήρξαν πολλοί κατώτεροι κληρικοί που πολέμησαν με το όπλο στο χέρι στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλλάδας, όπως ο παπα Νικόμλας Ξενάκης που εκτελέστηκε στη Χίο, ο παπα Κυριάκος Ταμπουρίδηςπου συνελήφθη από τον στρατό βαριά τραυματισμένος και εκτελέστηκε στη Λάρισα κ. ά.
Και βέβαια όσοι είχαν ενεργή και μεγάλη δράση στη διάρκεια της αντίστασης,  όλοι αυτοί στη διάρκεια του εμφυλίου κυνηγήθηκαν ανηλεώς.

 

ε) Στη διάρκεια της Χούντας
Όσο για τα χρόνια της Χούντας, η μεγάλη πλειοψηφία συμβιβάστηκε και βαυκαλίστηκε με το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», κάποιοι ήταν αδιάφοροί, κάποιοι τότε «διάβαζαν» κ.λ.π.
Όμως υπήρξαν περιπτώσεις που κράτησαν μια συνεπή στάση αντίθεσης στη δικτατορία των συνταγματαρχών,
Θέλω να αναφέρω τον Γερμανίας Ειρηναίο, πολύ πιο γνωστό ως μητροπολίτη Κισσάμου & Σελίνου. Ήταν δεσπότης στην Κίσσαμο (νομός Χανίων) και από τη Γερμανία επέστρεψε εκεί, "θυσιάζοντας τη μεγάλη μητρόπολη Γερμανίας για την [φαινομενικά ασήμαντη] μητρόπολη Κισσάμου".
Τον Πρωτοσύγκελο πατέρα Πηρουνάκη τον «πρωτόπαπα του λαού»
Τον Τιμόθεο Λαγουδάκη και τους άλλους νεαρούς κληρικούς  φοιτητές της Θεολογικής Σχολής και τους αγώνες που έδωσαν το 1972 για ελεύθερες φοιτητικές εκλογές ο οποίος δε χάρηκε την πτώση της Χούντας αφού σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό το 1974.
Προσωπικά έχω υπόψη τον Αρχιμανδρίτη του Αγ. Γεωργίου Νεάπολης Θεσσαλονίκης, αλλά επειδή δεν είναι εν ζωή (μας άφησε δυστυχώς πολύ  νέος στα τέλη της 10ετίας του 70) δεν έχω την άδειά του για να αναφέρω τι έκανε).
Και βέβαια και λαϊκούς της εκκλησίας όπως.  Τον Νίκο Ψαρουδάκη εκδότη της «Χριστιανικής»,  που μαχόταν ανοιχτά το χουντικό καθεστώς. Τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας του «Ο λαός που γέννησε τη δημοκρατία κυβερνάται σήμερα από τυράννους», «Ποια δημοκρατία κ. Παπαδόπουλε» και «Ο τύραννος έπεσε να πέσεις και η τυραννία» έφθασαν το 1973 σε κυκλοφορία τα 100.000 φύλλα και οδήγησαν τη Χούντα να κλείσει την εφημερίδα και να στείλει τον Ψαρουδάκη 7 μήνες στην ασφάλεια και τη Γυάρο. (Στο ομότιτλο βιβλίο έχουν πολύ ενδιαφέρον οι συζητήσεις που έκανε με τους κομμουνιστές της «αριστερής» πτέρυγας των κρατουμένων στη Γυάρο).

 

Υ.Γ. Θα ήθελα να αναφέρω την στάση της διοικούσας Εκκλησίας στο έθιμο των Αναστεναρίων και τι έκαναν στους απλούς ανθρώπους που συμμετείχαν στο σημαντικότατο αυτό λαϊκό δρώμενο (εκβιασμοί, άρνηση να τους κοινωνήσουν, αφορισμοί κ.λ.π.) αλλά δεν είναι του παρόντος.

Έκθεση εικόνων