Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024, 11:40:01 πμ
Πέμπτη, 17 Μαϊος 2018 21:03

19 Μαΐου: ‘κι ανασπάλλω

Του Νίκου Σιάνα. 

 

Λίγες μόλις ημέρες μετά την άφιξη του στην Σαμψούντα (19 Μαϊου 1919) ο Μουσταφά Κεμάλ ζήτησε και συναντήθηκε στην πόλη Χάβζα με τον κακούργο συμμορίτη Τοπάλ Οσμάν προκειμένου να του δώσει εξουσιοδότηση, χρήματα, όπλα και οδηγίες για να τελειώσει μια για πάντα με τους Έλληνες του Πόντου. Η συνάντηση αυτή πραγματοποιήθηκε στις 29 Μαϊου και η συνομιλία των πρωτεργατών της ποντιακής γενοκτονίας ήταν σε γενικές γραμμές, σύμφωνα με τον Τούρκο ιστοριογράφο Sener Gemal, η ακόλουθη:


Μουσταφά Κεμάλ: «Βλέπω ότι ήσουν πατριώτης από τα νεανικά σου χρόνια, ακολουθείς ακόμη και τώρα τα ιδανικά που είχες από τότε. Πρέπει να αγωνιστούμε μέχρι να απελευθερωθεί η χώρα και να μη μείνει ούτε ένας εσωτερικός ή εξωτερικός εχθρός. Θα υπερασπιστείς τα χωριά και τις πόλεις της Μαύρης Θάλασσας. Η συμμορία σου από μια ανοργάνωτη και ανεκπαίδευτη δύναμη θα γίνει ένα τάγμα, με διοικητή εσένα. Θα σου δώσουμε νέους και σκληρούς αξιωματικούς».
Τοπάλ Οσμάν: "Μην ανησυχείς καθόλου Πασά μου! Θα προσφέρω τέτοιο «θυμίαμα» στους Ρωμιούς του Πόντου που θα πνιγούν σαν τις σφήκες στις σπηλιές».
 Έκτοτε ο Τοπάλ Οσμάν άρχισε μεθοδικά πλέον να ξεκαθαρίζει το τοπίο.  Οι Τσέτες του έσπειραν παντού τον πανικό, έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν Έλληνες και Αρμένιους. Μια άλλη μέθοδος εξόντωσης των Ελλήνων ήταν οι εκτοπισμοί που διεπράχθησαν υπό την επίβλεψη του περιβόητου Νουρεντίν Πασά. Οι περισσότεροι Τούρκοι που συνέδραμαν στους εκτοπισμούς είχαν προηγούμενο εγκληματικό μητρώο και ενεργούσαν σε συνέργεια με τούρκικες ομάδες ατάκτων της υπαίθρου. Οι Τούρκοι σκοτώνουν τους Έλληνες ακόμη και μέσα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν οι άνδρες και ιδιαίτερα οι νέοι. Βλέποντας οι τελευταίοι τον κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους, εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και φεύγουν στα βουνά όπου εντάσσονται στις αντάρτικες ομάδες. Με διαταγή του Κεμάλ επιστρατεύονται οι Έλληνες που είναι ικανοί να φέρουν όπλα με άλλη διαταγή όσοι ήθελαν μπορούσαν να εξαγοράσουν τη θητεία τους πληρώνοντας 600 λίρες. Σκοπός της δεύτερης διαταγής  ήταν φυσικά να συγκεντρωθούν χρήματα.
Όσοι μπορούσαν πλήρωσαν, άλλοι όμως προτίμησαν να φύγουν στο βουνό και να ενωθούν με τους αντάρτες. Ο Πόντος πια έγινε ένα απέραντο νεκροταφείο, οι διωγμοί, οι λεηλασίες, οι σφαγές, οι δολοφονίες, οι ατιμώσεις θα συναγωνιστούν η μία την άλλη. Ο Τούρκος πήρε την απάνθρωπη απόφαση να μην αφήσει τίποτε όρθιο, να εξαλείψει την ελληνική λαλιά, τόσο προσφιλή ακόμη και στους Θεούς του Ολύμπου, και στον αληθινό Θεό. Και γι’ αυτό φρόντισε να γεμίσει τα φαράγγια, τα ποτάμια, τα πηγάδια και τις χαράδρες με κουφάρια αγνών χριστιανών, αθώων Ελλήνων. Η θέση του ελληνισμού μέσα στην καρδιά του Οθωμανικού Κράτους έγινε πια ξεκάθαρη. Εξόντωση, και μάλιστα όσο πιο απάνθρωπα και γρήγορα γινόταν. Και όλα αυτά υπό τα βλέμματα των Φραγκολεβαντίνων που πιστεύουν στον ίδιο Θεό, και όμως κάθονται με σταυρωμένα χέρια και ας πολέμησαν οι Έλληνες μαζί τους στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γιατί τόση αχαριστία;
Ο Μιχαήλ Φρούνζε (στρατιωτικός απεσταλμένος των σοβιετικών) στο βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Τουρκία» γράφει:
«Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσαν στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άσχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες  του Τοπάλ Οσμάν έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα.
Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ’ ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μια ωραίας κοπέλας. Της είχανε κόψει μόνο το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρόνων με ξανθιά μαλλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπο του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου».

Συνάντηση στην Χάβζα και με σοβιετικούς
Στην Χάβζα ο Κεμάλ Μουσταφά εκτός από τον Τοπάλ Οσμάν, συναντήθηκε και με απεσταλμένους των Σοβιετικών και συζήτησαν την βοήθεια που θα  είχε από αυτούς στον αγώνα που ξεκινούσε εναντίον των Ελλήνων. Η βοήθεια τελικά που πρόσφεραν οι Σοβιετικοί στον Μουσταφά Κεμάλ ήταν σημαντική και καθοριστική.  Περιλάμβανε χρήματα, πάσης φύσεως στρατιωτικό εξοπλισμό και όπλα.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας
Το 2019 συμπληρώνεται ένας αιώνας από τη χρονιά που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη μαρτυρική Σαμψούντα για να ξεκινήσει την τελευταία και πιο άγρια φάση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, που είχε αρχίσει το 1914.
Δυστυχώς η χώρα μας σε πολλά ζητήματα πορεύτηκε και πορεύεται χωρίς στρατηγική, το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για το ποντιακό ζήτημα και ειδικότερα το ζήτημα της διεθνοποίησης και αναγνώρισης της Γενοκτονίας. Η ελληνική Πολιτεία αρκέστηκε στην καθιέρωση της 19ης Μαϊου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού (Φεβρουάριος 1994) Έκτοτε περίσσεψαν μόνο οι ευκαιριακές υποσχέσεις και τα πολλά «Θα». Δυστυχώς η προσπάθεια που έκανε όλα αυτά τα χρόνια ο οργανωμένος ποντιακός κόσμος να αναδείξει την Γενοκτονία, δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα και οι όποιες αναγνωρίσεις έχουν γίνει δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας στρατηγικής. Στο ερώτημα γιατί η προσπάθεια δεν έφερε καλύτερο αποτέλεσμα, κατά γενική ομολογία οφείλεται στη διάσπαση του οργανωμένου ποντιακού κόσμου, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας.
Αποτέλεσμα επίσης αρνητικό της διάσπασης, ο εγκλωβισμός κάθε προσπάθειας στα γρανάζια της Πολιτείας και των κομματικών μηχανισμών. Έτσι δεν μπόρεσε ποτέ να απαιτήσει και να διεκδικήσει το αυτονόητο, το δικαίωμα στην Ιστορική Μνήμη.  Δεν απαίτησε ποτέ ενωμένος από την Πολιτεία και τους πολιτικούς να υλοποιήσουν αυτά που κατά καιρούς είχαν υποσχεθεί. Τις δε λίγες σελίδες ιστορίας που μας παραχώρησαν στα σχολικά βιβλία τις αφαιρούν σήμερα οι θεωρητικοί της νεοταξικής ιστορικής αντίληψης, όπως ο δεδηλωμένος και μαχητικός αρνητής της Γενοκτονίας των Ποντίων από τους Τούρκους, τέως υπουργός εθνικής παιδείας Νίκος Φίλης. Είχε βέβαια προηγηθεί η Μαρία Ρεπούση που εισήγαγε στην ελληνική εκπαίδευση την λογική του «συνωστισμού» στη Σμύρνη. Σήμερα, ένα μόλις χρόνο πριν από την συμπλήρωση ενός αιώνα από τη χρονιά αποβίβασης του Κεμάλ στην Σαμψούντα ο οργανωμένος ποντιακός κόσμος οφείλει επιτέλους να ενώσει τις δυνάμεις του, να αφυπνιστεί και να εκμεταλλευτεί τους λίγους εναπομείναντες μήνες και να σχεδιάσει ένα πλέγμα δράσεων και παρεμβάσεων, έτσι ώστε το 2019 να συνταράξουμε όλοι μαζί την Ελληνική και διεθνή γνώμη, για να έχουμε επιτέλους κάποιο αποτέλεσμα στο κρίσιμο ζήτημα της αναγνώρισης από ξένες χώρες. Να δικαιωθούν επιτέλους οι γενιές που είναι θαμμένες στα τρεισχιλιόχρονα χώματα του Άξενου Πόντου, να δικαιωθούν επιτέλους οι 353.000 ψυχές, θύματα της τουρκικής θηριωδίας.
Γιατί αν ξεχάσουμε τις κραυγές των παιδιών, τους ρόγχους των απαγχονισθέντων, τον πόνο των μαρτύρων και των εξορίστων τις ρίζες που εκεί στον περήφανο Πόντο αρνούνται να πεθάνουν, αν δεν κάνουμε το χρέος μας, τότε …κριτές θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι, οι νεκροί.

Υ.Γ.1: Ο Μιχαήλ Φρούνζε ήταν από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του Λένιν, ο οποίος έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ρώσικη επανάσταση.
Η τούρκικη αντεπίθεση στο Μικρασιατικό μέτωπο κατά των Ελληνικών στρατευμάτων το 1921 οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε.

Υ.Γ.2: Χρόνια τώρα το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας στήριζε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, αγνοώντας τα όσα κατά καιρούς έχουν δηλώσει για τους Τούρκους σημαντικές προσωπικότητες της Ευρώπης και όχι μόνο.
«Από τη μαύρη ημέρα της πρώτης εμφάνισης τους στην Ευρώπη οι Τούρκοι αποδείχθησαν στο σύνολο τους ως ο περισσότερο αντιανθρωπιστικός τύπος της ανθρωπότητας. Οπουδήποτε πήγαν , μια φαρδιά κηλίδα ακολούθησε το πέρασμά τους.
Όπου απλώθηκε η κυριαρχία τους, εξαφανίστηκε ο πολιτισμός. Αντιπροσωπεύουν παντού τη διακυβέρνηση της βίας, σε αντίθεση με τη διακυβέρνηση του δικαίου…».
William Gladstone (Γλάδστων).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κράτηση των δύο στρατιωτικών μας.