Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024, 7:45:24 πμ
Πέμπτη, 14 Ιουλίου 2016 21:59

Ανάπτυξη υγιούς αυτοεκτίμησης στα παιδιά

 

Η αυτοεκτίμηση είναι ένα από τα κυριότερα κλειδιά για την ευτυχία, την ευημερία και την εξέλιξη του ανθρώπου. Ανάλογα με το πόσο εκτιμούμε τον εαυτό μας, δημιουργούμε και την ανάλογη πραγματικότητά μας. Είναι ένας δείκτης, μία ζυγαριά, ένα μέτρο που δηλώνει την αξία, την αγάπη, και το σεβασμό προς τον εαυτό μας.
Τα βρέφη δεν αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και κατ’ επέκτασιν δεν έχουν την ικανότητα της αυτοεκτίμησης. Από την προσχολική ηλικία όμως, το παιδί αρχίζει να αναγνωρίζει τον εαυτό του και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, επηρεάζεται από τη συμπεριφορά και τη γνώμη των άλλων και δημιουργεί μια εικόνα για το ποιος είναι και τι μπορεί να καταφέρει. Αρχικά, η αυτοεκτίμηση θα επηρεάσει σημαντικά την σχολική του απόδοση, στη συνέχεια όμως, οι «ταμπέλες» που θα δημιουργήσει για τον εαυτό του θα επηρεάσουν όλους τους τομείς της ζωής του. Ας το βοηθήσουμε να χτίσει την αυτοαντίληψη και αυτοεκτίμησή του με υγιή τρόπο, δίνοντάς του τα απαραίτητα εφόδια για την πορεία του στη ζωή.

 

•Ανταποκρινόμαστε με ενσυναίσθηση στα αιτήματα του παιδιού
Ενσυναίσθηση σημαίνει να μπορώ να φανταστώ και να συμμεριστώ πώς βιώνει τον εαυτό του και τον κόσμο ο άλλος, με τον οποίο έρχομαι σε επαφή. Αντιδρώ με ενσυναίσθηση στα αιτήματα του παιδιού σημαίνει ότι συμμερίζομαι τη σημασία που έχουν για εκείνο στη δεδομένη στιγμή και όχι ότι τα ικανοποιώ χωρίς διάκριση.

 

•Αποφεύγουμε να χαρακτηρίζουμε την προσωπικότητα του παιδιού
Οι χαρακτηρισμοί (ταμπέλες), όπως κακό/καλό παιδί, βλάκας/έξυπνος, ικανός κλπ. λειτουργούν ως καθρέφτισμα για τα παιδιά, τα οποία τείνουν να υιοθετούν αυτούς τους χαρακτηρισμούς. Αυτό που βοηθάει είναι να χαρακτηρίζουμε τις πράξεις και όχι το χαρακτήρα ή την προσωπικότητα του παιδιού (π.χ. «Εκνευρίστηκα που δεν ανταποκρίθηκες σ’ αυτό που σου ζήτησα» και όχι: «Είσαι εκνευριστικός» ή «Δεν καταλαβαίνω αυτό που έκανες» και όχι: «Είσαι ανόητος» ή «Αυτό που έκανες ήταν λάθος» και όχι: «Είσαι κακό παιδί» ή «Αυτό που είπες/έκανες μου άρεσε πολύ, ήταν πολύ έξυπνο» και όχι: «Είσαι έξυπνος»). Ο χαρακτηρισμός της προσωπικότητας παγιδεύει το άτομο σε μια πολύ περιορισμένη ταυτότητα και εμποδίζει  κάθε άλλη δυνατότητα.

 

•Αποφεύγουμε τις συγκρίσεις
Η σύγκριση του παιδιού με άλλα άτομα λειτουργεί ως ένας καθρέφτης που διογκώνει ή συρρικνώνει το παιδί. Όταν συγκρίνουμε το παιδί με κάποιο άλλο, π.χ. «αυτός κάθεται ήσυχα , ενώ εσύ κάνεις φασαρία», είναι σα να του λέμε ότι αυτό υπολείπεται, ότι έχει κάποιο έλλειμμα, ότι δεν είναι εντάξει. Επίσης, κάνουμε το παιδί να νιώθει δυσφορία και άλλα αρνητικά συναισθήματα προς το άτομο, με το οποίο το συγκρίνουμε, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η σχέση τους.

 

•Αναγνωρίζουμε τη θετική συμπεριφορά
Είναι πολύ συχνό φαινόμενο οι γονείς να επισημαίνουν και να παρατηρούν τα αρνητικά στοιχεία και τα λάθη στις πράξεις και τη συμπεριφορά του παιδιού. Όταν επισημαίνω συστηματικά το λάθος και την αδυναμία, τότε εκπαιδεύω το παιδί να κάνει μεροληπτική αξιολόγηση του εαυτού του καθώς μαθαίνει να εστιάζει μόνο στα αρνητικά στοιχεία και χάνει τη συνολική εικόνα. Χρειάζεται να θυμόμαστε ότι η θετική συμπεριφορά και οι καλές επιδόσεις δεν είναι δεδομένες, απαιτούν προσπάθεια από τη μεριά του παιδιού, την οποία χρειάζεται να του αναγνωρίσουμε.

 

•Συνδέουμε τις επιδόσεις του παιδιού με τη διαδικασία και όχι με χαρακτηριστικά της προσωπικότητας
Προσπαθούμε να αποφεύγουμε να συνδέουμε τις επιτυχίες, τις καλές επιδόσεις και τα θετικά αποτελέσματα που επιτυγχάνει το παιδί - μια ωραία ζωγραφιά, μια καλή βαθμολογία σε ένα διαγώνισμα, μια νίκη σε ένα άθλημα, μια διάκριση- με γνωρίσματα της προσωπικότητάς του. Επισημαίνουμε στο παιδί ότι δούλεψε, ότι προσπάθησε πολύ και χρησιμοποίησε τις δυνάμεις του και έτσι πέτυχε το καλό αποτέλεσμα. Θα μπορούσαμε να πούμε: «Μπράβο που έγραψες τόσο καλά στο διαγώνισμα. Προετοιμάστηκες πολύ σωστά» και όχι: «Μπράβο που έγραψες τόσο καλά στο διαγώνισμα. Είσαι πολύ έξυπνος/η».

 

•Διαμορφώνουμε ένα περιβάλλον φιλικό προς το παιδί
Με αυτό εννοούμε δύο πράγματα. Πρώτο: κάνουμε το σπίτι ασφαλές, έτσι ώστε να μπορούν τα παιδιά να κυκλοφορούν, να ερευνούν, να παίζουν και να λειτουργούν με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια, ώστε να αποφεύγουμε να τους λέμε συνέχεια «μη» και «όχι». Με αυτόν τον τρόπο έχουμε λιγότερα ατυχήματα, ζημιές και εν τέλει λιγότερες αρνητικές εμπειρίες για το παιδί.  Δεύτερο: κάνουμε τέτοιες διευθετήσεις που να επιτρέπουν στα παιδιά να αυτοεξυπηρετούνται, π.χ. τα ράφια για τα παιχνίδια και τα βιβλία να είναι χαμηλά, ώστε τα παιδιά να μπορούν να βάζουν και να βγάζουν μόνα τους ό,τι χρειάζονται.  Το ίδιο μπορεί να γίνει προοδευτικά και στην κουζίνα.

 

•Παρέχουμε φροντίδα με τη μορφή της εκπαίδευσης προς την αυτονομία («Αν κάποιος πεινάει, μάθε τον να ψαρεύει». Κινέζικη παροιμία)
Η βοήθεια και η φροντίδα προς το παιδί χρειάζεται να δίνονται με τέτοιο τρόπο που να μετατρέπονται σε δεξιότητες του παιδιού για αυτοφροντίδα. Χρειάζεται να παρακολουθούμε την αναπτυξιακή φάση, στην οποία βρίσκονται τα παιδιά και η υποστήριξη που τους παρέχουμε να είναι ανάλογη. Δε χρειάζεται να ταΐζω εγώ το παιδί μου, αν μπορεί να φάει το ίδιο, δε χρειάζεται να καθαρίζω εγώ τον ποπό του παιδιού ή να του φορέσω τα ρούχα ή τα παπούτσια του, αν μπορεί να τα κάνει μόνο του. Υπάρχουν πολλά πράγματα που τα παιδιά μπορούν να κάνουν από μόνα τους, αρκεί να τα αφήσουμε και να τα εκπαιδεύσουμε.

 

•Παρέχουμε ποιοτικό χρόνο
Ποιοτικός μπορεί να είναι ο χρόνος είτε όταν είμαστε όλοι μαζί σαν οικογένεια, είτε σε υποομάδες ή σε δυάδες και είμαστε συγκεντρωμένοι στην επαφή μεταξύ μας και σε αυτό που κάνουμε μαζί. Το παιδί φαίνεται να έχει ανάγκη και απολαμβάνει ιδιαίτερα την αποκλειστικότητα στην προσοχή και τη φροντίδα είτε του ενός ή και των δύο γονιών μαζί. Εισπράττει ότι ο γονιός βρίσκει χώρο και χρόνο για εκείνο και νιώθει ότι είναι σημαντικό.