Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου 2018 21:33

Η σημασία και οι στόχοι του συνεδρίου της Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας στο Κιλκίς

Γράφει ο Δημήτρης Αγαθόπουλος. ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ- ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΘΝΟΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑΣ.

Είναι γνωστό ότι το διήμερο 13 και 14 Οκτώβρη πραγματοποιείται στο Κιλκίς ένα από τα συνέδρια της Ελληνικής Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας, σε συνεργασία με τον Βοτανικό Κήπο και τον Φαρμακευτικό Σύλλογο Κιλκίς. Η πρόταση είχε πέσει στο τραπέζι πριν από μερικά χρόνια από την τότε διοίκηση του Φαρμ. Συλ. Κιλκίς και με ιδιαίτερη ικανοποίηση υποδεχόμαστε την πραγματοποίηση αυτού του συνεδρίου στον τόπο μας.


Καταρχήν να πούμε ότι η Ελληνική Εταιρεία Εθνοφαρμακολογίας, όπως αναφέρεται στο καταστατικό της, καταγράφει, μελετά, αναπτύσσει και διαδίδει τους παραδοσιακούς τρόπους χρήσης των φυτών. Η Εθνοφαρμακολογία είναι η επιστήμη που ασχολείται με την παρατήρηση, προσδιορισμό, περιγραφή και πειραματική έρευνα των συστατικών και των δράσεων των φαρμάκων φυτικής, ζωικής και ορυκτής προέλευσης, που χρησιμοποιήθηκαν από τις τοπικές κοινωνίες. Κυρίως όμως η Εθνοφαρμακολογία ασχολείται με την μελέτη των βιοδραστικών φυτών, που βρίσκουμε στα παραδοσιακά ιατρικά συστήματα των αυτοχθόνων κοινωνιών.
Η Ελληνική Εταιρεία Εθνοφαρμακολογίας είναι επιστημονική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Ιδρύθηκε το 1995 και έχει μέλη της Φαρμακοποιούς, Γιατρούς και Γεωπόνους. Σκοπούς της έχει την καταγραφή, μελέτη, διάδοση και ανάπτυξη των παραδοσιακών θεραπειών.
Από τις καταστατικές αρχές της Ε.Ε.Ε γίνεται φανερό ότι βασικός στόχος της είναι η καταγραφή και η μελέτη της Ελληνικής χλωρίδας και πως μπορεί να συμβάλει με επιστημονικές μελέτες αναδεικνύοντας την θεραπευτική αξία πολλών βοτάνων του τόπου μας. Η δράση της είναι πανελλαδικής εμβέλειας διότι προσπαθεί να αναδείξει την υπεραξία της ελληνικής χλωρίδας στο σύνολο της επικράτειας, όχι μόνο ως θεραπευτικό μέσο αλλά και ως αναπτυξιακή προοπτική που μπορεί να περικλείει η γνώση και η μελέτη πολλών ειδών.
Την περίοδο που διανύουμε, μετά από οχτώ χρόνια οικονομικής κρίσης και επιτροπείας, κοινή πεποίθηση όλων είναι ότι οι βασικοί τομείς που μπορούν να στηρίξουν αναπτυξιακά την ελληνική οικονομία, είναι ο πρωτογενής τομέας και ο τουρισμός. Αυτοί οι δύο τομείς κατά προτεραιότητα θα μπορούσαν να δώσουν εκείνη την υπεραξία για την προσέλκυση κεφαλαίων, την αύξηση των εξαγωγών, την μείωση της ανεργίας και την αναβάθμιση της εικόνας της χώρας μας ως παγκόσμιος τουριστικός προορισμός.
Εκεί που πρέπει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας εν προκειμένω είναι ο πρωτογενής τομέας. Η στρεβλή αναπτυξιακή πορεία του πρωτογενή τομέα με την πολιτική των επιδοτήσεων και των εκτατικών καλλιεργειών την ζήσαμε και την ζούμε εγκλωβισμένοι ακόμη σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που αδυνατεί να αναδείξει την υπεραξία που μπορούν έχουν άλλα είδη τα οποία η χώρα μας διαθέτει εν αφθονία. Η φανταστική βιοποικιλότητα σε συνδυασμό με το κλίμα και την πολυμορφία των εδαφών καθιστούν την χώρα μας προνομιακό χώρο ανάπτυξης εξειδικευμένων καλλιεργειών με μεγάλες δυνατότητες εξαγωγών και εξασφάλισης ικανοποιητικού εισοδήματος για τους έλληνες αγρότες.
Καλλιέργειες όπως αυτές των ξηροφυτικών ειδών, η μελισσοκομία, οι υδατοκαλλιέργειες, κ. ά περικλείουν υπεραξίες που έχουν να κάνουν όχι μόνο με την ποιότητα των προϊόντων αλλά και με τις θεραπευτικές τους δυνατότητες, ως τροφή ή ως επεξεργασμένα είδη για την παρασκευή φαρμάκων και καλλυντικών.
Προϋπόθεση για μια πετυχημένη αγροτική πολιτική σε αυτούς τους τομείς και όχι μόνο, είναι δύο πράγματα. Πρώτο οι εφαρμοζόμενες πολιτικές της Πολιτείας και πόσο αυτές μπορούν να συμβάλουν σε αυτήν την κατεύθυνση και δεύτερον η γνώση.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι μία μεταβαλλόμενη παράμετρος, η οποία αλλάζει ανάλογα με τις πολιτικές που εφαρμόζονται και είναι ίσως το αντικείμενο μιας άλλης ημερίδας και δεν θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σήμερα σε αυτό.
Η δεύτερη προϋπόθεση όμως, της γνώσης, αφορά όλη την κλίμακα των ενδιαφερόμενων μερών και η αξία της είναι σταθερή και απαραίτητη. Χωρίς αυτήν δεν μπορεί να σχεδιαστούν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές, δεν μπορεί να έχει την αποτελεσματικότητα που πρέπει το επιστημονικό δυναμικό της χώρας, και κατ’ επέκταση δεν μπορεί να παραχθεί αυτή η υπεραξία αυτών των προϊόντων από αυτούς που απασχολούνται στον πρωτογενή τομέα.
Σε αυτό το γνωστικό αντικείμενο έρχονται να συμβάλλουν οι φορείς που διοργανώνουν σήμερα αυτό το συνέδριο.
Οι αναγνωρισμένες πλέον επιστημονικές αναλύσεις από πλευράς Ελληνικής Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας, οι εμπειρίες του εργαστηρίου της Θέρμης και οι πρακτικές εφαρμογές στον Βοτανικό Κήπο Κρουσσίων, όπως και το σταθερό ενδιαφέρον του Φαρμακευτικού Συλλόγου Κιλκίς, εγγυώνται ένα συνέδριο υψηλού επιπέδου.