Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 7:57:42 πμ
Κυριακή, 17 Σεπτεμβρίου 2017 23:04

Χρυσοθήρες και πολιτικοί

Του Ανδρέα Μακρίδη. 

 

Ήταν στα 2011, όταν ο τότε υφυπουργός Περιβάλλοντος του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Μανιάτης, προέβαινε στη Βουλή σε δύο γενναίες ανακοινώσεις: Πρώτον, ότι ο Μεταλλευτικός Κώδικας που ίσχυε από το 1973 στην Ελλάδα, δεν υποχρέωνε τις εταιρείες εξόρυξης να αποδίδουν στο κράτος μέρος του πολύτιμου προϊόντος, παρά μονάχα να πληρώνουν τους φόρους τους. Δεύτερον, ο υφυπουργός ανακοίνωνε την εκπόνηση “εθνικής στρατηγικής για την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας”, παραδεχόμενος εμμέσως πως τέτοια στρατηγική δεν υπήρχε.


Τις μέρες εκείνες, το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών της χώρας (ΙΓΜΕ) αξιολογούσε τα αποθέματα της Ελλάδας σε πολύτιμα μέταλλα, σε 38 δισεκατομμύρια ευρώ, με την αξία των κοιτασμάτων χρυσού να ξεπερνά τα 18 δισ.. Οι ανακοινώσεις δημιουργούσαν προσδοκίες: Με τη χώρα να βυθίζεται στην οικονομική κρίση, οι πάντες αναζητούσαν μιαν αχτίδα ελπίδας στον πλούτο του ελληνικού υπεδάφους. Λίγο αργότερα, η κυβέρνηση Σαμαρά θα έκλεινε το ΙΓΜΕ στο πλαίσιο της πολιτικής μείωσης του δημοσίου τομέα.
Ο Γιάννης Μανιάτης, πράγματι προχώρησε στην αναμόρφωση του Μεταλλευτικού Κώδικα, παραδεχόμενος πως οι εταιρείες εξόρυξης λειτουργούσαν στην Ελλάδα επί 40 χρόνια με συμβάσεις τριτοκοσμικές (ένα ακόμα δείγμα του “οικονομικού θαύματος” της Χούντας) και δεσμεύτηκε να επιβάλει σ' αυτές ένα ειδικό ετήσιο τέλος βασιζόμενο στον τζίρο τους (ανεξαρτήτως κερδών ή ζημιών) μόνο και μόνο για το δικαίωμα εξόρυξης των πολύτιμων μεταλλευμάτων, τα οποία δεν είναι καν ανανεώσιμα. Στον νέο Μεταλλευτικό Κώδικα ωστόσο, που παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση Παπαδήμου τον Φεβρουάριο του 2012 με τον νόμο 4042, το ειδικό αυτό τέλος δεν προσδιοριζόταν, αλλά παραπεμπόταν σε μία μελλοντική υπουργική απόφαση.
Η κυβέρνηση Παπαδήμου έφυγε και ήρθε η κυβέρνηση Σαμαρά. Τον Γιάννη Μανιάτη αντικατέστησε στο υφυπουργείο ο Ασημάκης Παπαγεωργίου, ο οποίος, απαντώντας σε επερώτηση του ΣΥΡΙΖΑ την 7η Δεκεμβρίου του 2012, δεσμεύθηκε να υποχρεώσει τις εταιρείες να καταβάλουν επιτέλους, τέλη παραγωγής. Πράγματι, το 2013 υπερψηφίστηκε στην Βουλή ο νόμος 4203, ο οποίος προέβλεπε εκ νέου την θέσπιση του περιβόητου τέλους, χωρίς και πάλι να το προσδιορίζει. Το 2013 παρήλθε άπρακτο, και τον Ιούλιο του 2014, δύο χρόνια μετά την εξαγγελία της, παρουσιάστηκε η υπουργική απόφαση. Για τον χρυσό, προέβλεπε πως μια εταιρεία θα πλήρωνε ένα τέλος ύψους 1% έως 6% επί του πωληθέντος μετάλλου, ανάλογα με τα σκαμπανεβάσματα της τιμής του χρυσού στα διεθνή χρηματιστήρια. Εάν η εταιρεία δεν παρήγαγε καθαρό χρυσάφι αλλά απλό μετάλλευμα, τότε το τέλος θα προσδιοριζόταν ανάλογα με την ποσότητα του μετάλλου στο συνολικό πωληθέν προϊόν (προφανώς κατά τη δήλωση της εταιρείας).
Δεν ξέρουμε εάν ο αναγνώστης θεωρεί “φιλικό προς τις επενδύσεις”, ένα καθεστώς όπου μια εταιρεία εκμεταλλεύεται κοιτάσματα συνολικής αξίας 18 και πλέον δισ. ευρώ, αποδίδοντας στο κράτος το 1% έως 6% του τιμήματος πώλησης των προϊόντων τους (συν βεβαίως την φορολογία των κερδών της), ρισκάροντας μια περιβαλλοντική καταστροφή σε μέρη υψηλότατης τουριστικής αξίας. Αυτό που πιστεύουμε είναι, πως οι εταιρείες εξόρυξης θα έπρεπε να καταβάλλουν στο κράτος πολύ μεγαλύτερο μερίδιο – και ει δυνατόν σε είδος. Ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας στην προαναφερθείσα επερώτηση, είχε αναφέρει πως η Νορβηγία χρηματοδοτεί το ασφαλιστικό της σύστημα κι από τα τέλη που πληρώνουν τα μεταλλεία. Ας επιδιώξει σήμερα κάτι ανάλογο.
Εάν η καναδική εταιρεία δεν επιθυμεί την αναμόρφωση του υφιστάμενου καθεστώτος, ας σηκωθεί να φύγει. Κοιτάσματα τέτοιου όγκου και αξίας δεν μένουνε ποτέ ορφανά – υπάρχουν και άλλες εταιρείες σε άλλες χώρες που μπορούν να καλύψουν το κενό και να αναλάβουν την συνέχιση της εξόρυξης εφ' όσον το επιθυμούμε, με όρους που θα συμφωνηθούν με το ελληνικό Κράτος. Όσο για τους 1100 εργαζόμενους των μεταλλείων, μπορούν να συνεχίσουν να αμείβονται με μια ελάχιστη μηνιαία εισφορά από τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Είναι το ελάχιστο που μπορεί να πράξει μια ευρωπαϊκή χώρα που σέβεται τον εαυτό της.