Πέμπτη, 28 Μαρτίου 2024, 9:49:54 μμ
Τετάρτη, 24 Ιουνίου 2020 20:38

Ν. Κωνσταντινίδης: Πανελλαδικές με ευχές

Γράφει ο Νίκος Κωνσταντινίδης.

Το καλό και το κακό είναι έννοιες αντίθετες. Είναι όμως και ίδιες, όπως στις λέξεις καλο-μαθημένος και κακο-μαθημένος. Εξάλλου το καλό του ενός σημαίνει το κακό του άλλου, όπου τα πράγματα είναι διαγωνιστικά ή ανταγωνιστικά.


Καταιγισμοί ευχών από όλο τον πολιτικό κόσμο, επ’ αφορμή των πανελλαδικών, με την ίδια στερεότυπη ευχή για «καλή επιτυχία». Στην ουσία όμως ανεδαφική κι ανέφικτη, αφού η επιτυχία του ενός υποψηφίου συναρτάται από την αποτυχία του άλλου, όταν διαγωνίζονται στον ίδιο κλάδο.
Είναι σαν να παίζουν σε τελικό κυπέλλου δύο ποδοσφαιρικές ομάδες και να εύχεσαι να νικήσουν και οι δύο. Πιο αντιφατική και πιο ουτοπική ευχή από αυτήν δεν έχει. Η ευχή έχει αξία, όταν είναι προσωπική. Όταν εύχεσαι σε όλους τα ίδια αυτό-αναιρείται η ευχή, καθώς ο αριθμός των εισακτέων είναι συγκεκριμένος, και, πολλοί δεν θα περάσουν  εκ των πραγμάτων.
Η  γραφή εκτός από γνώση προϋποθέτει κι έμπνευση. Είναι ένα έμφυτο χάρισμα, ανεξάρτητο από φύλο, ηλικία ή ομορφιά. «Ή γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί ή κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί», έλεγε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος. Αλλιώς είναι "να ’χαμε να λέγαμε".
Όλα αυτά φυσικά πριν εφευρεθεί το διαδίκτυο. Όταν η γραφή ήταν αυθεντική κι είχε ονοματεπώνυμο δικό της. Όταν  το τραγούδι συνδεόταν με τη φωνή κι όχι με τη μικροφωνική.  Όταν η ομορφιά ήταν πραγματική και όχι «πλαστική».
Στις μέρες μας μπορείς να μετράς δίχως να ξέρεις αριθμητική και να γράφεις χωρίς να γνωρίζεις από γραμματική, αν έχεις ορθογραφικό διορθωτή στον υπολογιστή. Στην εποχή της πλασματικής εικόνας και της επίπλαστης αλήθειας, ζούμε στην παρακμή της γνώσης.
Σήμερα μπορείς να μπεις στην πολιτική, δίχως να ξέρεις τίποτα από την αληθινή ζωή. Δίχως να έχεις εργαστεί, έστω και μια μέρα, ιδίως, αν είσαι από τζάκι.  Κι ύστερα έρχεσαι και κάνεις τον πολύξερο σε όλα. Έχεις γνώμη επί παντός του επιστητού κι ας μην ασχολήθηκες σχεδόν ποτέ με τη δική σου επιστήμη, που κι αυτήν την απόκτησες χάριν τίτλου.
«Το έθνος να λυπάστε, αν φορεί ένδυμα, που δεν το ύφανε.
Ψωμί, αν τρώει, αλλά όχι απ’ τη σοδειά του. Κρασί, αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του. Το έθνος να λυπάστε, που έχει αλεπού για πολιτικό κι  απατεώνα για φιλόσοφο. Το έθνος να λυπάστε, που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους», γράφει ο Xαλίλ Γκιμπράν στο βιβλίο του «Ο Κήπος του Προφήτη» .
Μέρες σαν κι αυτές να λυπάστε και τα παιδιά των πανελλαδικών. Αυτά  που διαγωνίζονται να μπουν σε μια σχολή, μετά να κάνουν μεταπτυχιακό, ίσως και διδακτορικό, κι όταν με το καλό τελειώσουν, να πάνε σ’ έναν διαθέσιμο πολιτικό, ίσως και συνομήλικό τους, για να τον/την παρακαλέσουν για δουλειά των 600 ευρώ, την ώρα που εκείνος/η, με λιγότερα προσόντα παίρνει 6.000 το μήνα για να στέλνει δελτία τύπου όχι με τις λύσεις των θεμάτων, αλλά με τις «παρεμβάσεις» του/της!
Μέρες σαν κι αυτές, να λυπάστε τα παιδιά του εξαντλητικού διαβάσματος. Τα παιδιά που δίνουν πανελλαδικές, όταν ακούτε να τους εύχονται εκείνοι  που μπήκαν  σε βαλκανικές ή ευρωπαϊκές σχολές δίχως να έχουν δώσει οι ίδιοι εξετάσεις και δίχως να αντιλαμβάνονται των παιδιών την αγωνία!
Τίποτα δεν άλλαξε από τα ελπιδοφόρα χρόνια της ταινίας: «Μάθε παιδί μου Γράμματα», εκτός από τη χρεοκοπία της χώρας κι από το γεγονός ότι κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της πέθαναν. Κατά τ’ άλλα τα πράγματα είναι ίδια. 
«Δυο πόρτες έχει η ζωή», τραγουδά ο Στελάρας. Δυο πόρτες έχει και η σχολή. Από την Κεντρική μπαίνουν οι αγωνιστές κάθε εποχής κι από την πισινή οι επινοητές της εκμετάλλευσης του νόμου. Οι «ξύπνιοι» που ανακαλύπτουν παντού «παραθυράκια».
Μέρες σαν κι αυτές,  να λυπάστε τους νέους που νιώθουν ότι ζουν σε μια χώρα  που δεν είναι η χώρα τους, σ’  έναν κόσμο που δεν είναι ο κόσμος τους και σε μια πατρίδα, που τους φέρεται σαν μητριά.
Να λυπάστε, μέρες σαν κι αυτές, τους νέους των πανελλαδικών, όταν ακούτε να τους συμβουλεύουν εκείνοι που με την πολιτική τους, τους έχουν κλέψει την ελπίδα και τους έχουν αρπάξει το όνειρο. Που τους έκαναν να ζουν σ' ένα κράτος που δεν βρίσκουν τίποτα να αγαπήσουν, εξόν από τον ήλιο και τη θάλασσα.
Να λυπάστε, μέρες σαν κι αυτές, τους νέους της Ελλάδας, όταν αυτοί που ορκίστηκαν στο σύνταγμα ότι θα αλλάξουν την κοινωνία, δεν έχουν ποτέ δοκιμαστεί και δεν έχουν πουθενά διακριθεί στη ζωή τους, εκτός από το προσωπικό τους βόλεμα. Όπου η νοοτροπία μιας εποχής είναι ισχυρότερη από την  ιδεολογία  της, μην προσδοκάτε εκεί την αλλαγή.