Παρασκευή, 3 Μαΐου 2024, 3:02:29 πμ
Σάββατο, 13 Ιανουαρίου 2024 18:05

Το δυσήνιον πλήθος

Του Χρήστου Σπίγκου.

Σαββατιανή μεσημεριανή σιέστα καταμεσής του Χειμώνα, αφορμή για σκέψεις και περιπλάνηση σε κιτρινισμένες και μη σελίδες του μυαλού.

Οκτώβριος του 1981 και ο μεταβατικός Πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης εκφωνεί στις 16 του μήνα την τελευταία του προεκλογική ομιλία στην Πλατεία Συντάγματος.

Οι οπαδοί της ΝΔ δεν αρκούνται στα κομματικά συνθήματα και στο, σύνηθες για τα ειωθότα  της εποχής, μαζικό θρόισμα των πλαστικών κομματικών σημαιών, αλλά αρχίζουν να αποδοκιμάζουν τον Ανδρέα Παπανδρέου, κάθε φορά που ο ομιλητής αναφέρεται στον ηγέτη του ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της θεμιτής και επιβεβλημένης πολιτικής αντιπαράθεσης. Στην πρώτη αποδοκιμαστική ιαχή, ο ευπατρίδης Πολιτικός, Γεώργιος Ράλλης, διακόπτει αμέσως την ομιλία του για να επαναφέρει στην τάξη το δυσήνιον πλήθος. Αυτό επαναλαμβάνεται αρκετές φορές, για να μείνει στην ιστορία η φράση «δεν θέλω ου» του Γεωργίου Ράλλη, ως επιβεβαιωτικό του ήθους του ανδρός που κόσμησε για πολλές δεκαετίες το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Πολύ αργότερα, άκουσα σε δημοσιογραφική συνέντευξη τον χειμαρρώδη Μίμη Ανδρουλάκη να προλογίζει το τελευταίο του βιβλίο με πολιτικά περιστατικά της Μεταπολίτευσης. Αναφερόμενος σε κάποιο προσωπικό του συμβάν με τον Χαρίλαο Φλωράκη, ανέδειξε τον βαθύ σεβασμό που έτρεφε ο ηγέτης του ΚΚΕ απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους, Κωνσταντίνο Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου, παρά τις γνωστές σκληρές αντιπαραθέσεις στο πολιτικό πεδίο, εντός και εκτός Κοινοβουλίου.

Τελευταίο γεγονός, το «κατέβασμα» μιας σκωπτικής μου ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αφορμή μια φράση του κ. Στέφανου Κασσελάκη στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με την οποία καλούσε «να σηκωθεί όρθιος» όποιος διαφωνούσε με τη νομοθετική ρύθμιση των ομόφυλων ζευγαριών. Δεν είχαν περάσει λίγα λεπτά, και η διαδικτυακή ενημέρωση συντρόφου μου, που ήταν παρών, ότι επρόκειτο για ένα απλό σχήμα λόγου, με υποχρέωσε στην από μέρους μου άμεση αποκατάσταση της τάξης και τη διαγραφή του άδικου σχολιασμού μου.

Μετά από όλα αυτά, αυτονόητη η σύγκριση με τα όσα συμβαίνουν στο διαδίκτυο από κομματικούς «φρουρούς» που έχουν αναλάβει εργολαβικά τη χυδαιολογία απέναντι σε κάθε διαφωνούντα με την, κατά τη γνώμη τους, κομματική ορθοδοξία. Αν είναι αυτόκλητοι, μικρό το κακό γιατί η ευήθεια περιορίζεται σε συγκεκριμένα ονοματεπώνυμα. Αν όμως όχι, τότε η πολιτική ζημιά είναι μεγάλη. Και στις δυο περιπτώσεις οφείλει η κομματική ηγεσία να αποκαταστήσει τη δεοντολογία με δημόσια παραίνεση και να αποδείξει, ότι οι ηγέτες δεν χρειάζονται ακέφαλους ακόλουθους, αλλά κριτικά μυαλά και σώφρονες συμβουλές.

Εχθροί της Δημοκρατίας, οι ψευδεπίγραφες ομοφωνίες.

Διαλυτική των Κομμάτων, η σιωπή των αμνών.