Στα μέσα του 16ου αιώνα, σε μια ιδιαίτερη πολεμική έκφραση της ζωής των αρματολών, ο καπετάνιος και τα παλικάρια του ξεκινούσαν να μαζέψουν τους φόρους για τους Οθωμανούς, παίρνοντας και οι ίδιοι ένα ποσοστό για την ανταμοιβή τους.
Έφευγαν από τα σπίτια τους για μήνες και στον αποχαιρετισμό, οι γυναίκες και οι κόρες τούς έδεναν ένα μαντήλι είτε γύρω από τη μέση, είτε χιαστί στο στήθος, για να τις θυμούνται στο ταξίδι τους. Οι ομάδες των αρματολών μάχονταν μεταξύ τους για να κατακτήσουν τις περιοχές των άλλων καπεταναίων και οι Ρουσουλίες ήταν αρχικά η αναπαράσταση μιας τέτοιας αναμέτρησης. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, ο πολεμικός χαρακτήρας των Ρουσουλιών μετουσιώθηκε σε ένα έθιμο που διαδραματιζόταν το δωδεκαήμερο μεταξύ Χριστουγέννων και Φώτων, με ξύλινα σπαθιά πλέον, αντί για πραγματικά όπλα, και είχε σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για μια συγκεκριμένη δράση που είχε ανακοινωθεί στο εκκλησίασμα.
Το έθιμο έχει καταγραφεί στο βιβλίο «Η παράδοση της Γρίβας από τη γιαγιά μου Μπέλα Ολυμπία» από ερευνητή και λαογράφο του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Κόιος αναφέρει ότι όποτε η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου χρειαζόταν χρήματα, οι κάτοικοι ανέτρεχαν στο έθιμο.
Υπήρχε ένας καπετάνιος πρωτοχορευτής, ο οποίος συγκέντρωνε τους πολεμιστές χορευτές στον προαύλειο χώρο του ιερού ναού. Στη συνέχεια τους ευλογούσε ο ιερέας και έτρεχαν τρεις στροφές γύρω από την εκκλησία. Οι πολεμιστές είχαν ξύλινα σπαθιά και ο καπετάνιος φώναζε μπροστά στην είσοδο της εκκλησίας ώστε να σχηματίσουν έναν κύκλο. Εκεί χάραζε τον σταυρό τρεις φορές στο έδαφος και πέρναγε από όλους τους πολεμιστές για να τους εμψυχώσει. Μετά, η εκκλησία έδινε σε έναν από τους πολεμιστές ένα κλειστό μεταλλικό κουτί και ο επίτροπος κρατούσε το κλειδί.
Ο Κόιος διευκρινίζει ότι ο χρόνος τέλεσης του εθίμου συμπίπτει με τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οπότε «βάσει της λαογραφίας γίνονται τα περισσότερα δρώμενα αυτού του τύπου καθώς σχετίζονται με τη θετικότητα του πνεύματος της προσφοράς». «Οι άνθρωποι είναι δεκτικοί στην περίοδο της γέννησης και της βάπτισης του Χριστού»,» προσθέτει.
Στο έθιμο συμμετείχαν μόνο άνδρες, ενώ οι γυναίκες έμεναν στα σπίτια και κερνούσαν τους ανθρώπους που έρχονταν. Προετοίμαζαν, επίσης, τους άνδρες πριν από την τέλεση του εθίμου. Σε ό,τι αφορά το ένδυμα, αυτό ήταν η φουστανέλα σε ένδειξη τιμής στην ελληνική παραδοσιακή φορεσιά.
Όσο για την ονομασία του εθίμου, η ακριβής της προέλευση χάνεται στο βάθος του χρόνου, αν και στην έρευνα που έγινε από τον Κόιο και τον συνεργάτη του Χρήστο Μέλιο, πιθανολογείται ότι οι Ρουσουλίες μπορεί να προέρχονται από τα Ρουσάλια.
Σχετικά με την καταγραφή της παράδοσης της Γρίβας, ο Κόιος αναφέρει ότι από μικρό παιδί είχε μεγάλο ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο θέμα και η γιαγιά του τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με την οικογενειακή θεματοφύλαξη.
Αναβιώσεις του εθίμου έγιναν στην περιοχή το 1982 – ’83, το 1998 και το 2023, ενώ φέτος οι Ρουσουλίες συμπεριλήφθηκαν στις εορταστικές εκδηλώσεις του δήμου Καλαμαριάς για την περίοδο των Χριστουγέννων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ



