Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024, 8:30:58 πμ
Πέμπτη, 10 Ιουνίου 2021 20:37

Τα σπίτια του εποικισμού

Ο Νίκος Σιάνας θυμάται και περιγράφει.

Κατά τη διάρκεια του πολύμηνου αναγκαστικού μας εγκλεισμού πολλοί από εμάς το ρίξαμε στο καθημερινό περπάτημα, ορισμένοι δε περπατήσανε αυτό το διάστημα τόσο όσο δεν έχουν περπατήσει τα προηγούμενα χρόνια.
Σ’ αυτήν την ομάδα των περιπατητών μάλλον ανήκω και εγώ. Μη έχοντας άλλες επιλογές για ψυχαγωγία εκτός σπιτιού το έριξα και στο καθημερινό περπάτημα, γύρα το Πολύκαστρο, απ’ άκρη σ’ άκρη, από γειτονιά σε γειτονιά.


Κοντολογίς είδα το Πολύκαστρο όπως δεν το είχα δει πότε μέχρι σήμερα, μια κωμόπολη όπως όλες παντού στην χώρα μας, με τα γνωστά προβλήματα. Η έλλειψη σχεδιασμού και διαχείρισης του δημόσιου χώρου είναι εμφανής παντού, οι δε αυθαίρετες παρεμβάσεις στα πεζοδρόμια από τους οικοπεδούχους είναι ο κανόνας σε κάθε γειτονιά.
Η πόλη μας έχει όλα τα προσόντα και τα πλεονεκτήματα να γίνει ακόμη καλύτερα, αρκεί να υπάρχει και θέλησης από τους σημερινούς και αυριανούς μας άρχοντες.
Αυτά τα λίγα σαν διαπίστωση και εισαγωγή για το σημερινό μας άρθρο που αφορά όμως τα λίγα εναπομείναντα σπίτια του εποικισμού. Είναι τα σπίτια που έκτισε η Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας προκειμένου να στεγαστούν οι πρόσφυγες που ήρθαν στη Μητέρα Πατρίδα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Τέτοια σπίτια συναντά κανείς στο βορειοδυτικό τομέα του Πολυκάστρου στις γειτονιές των Ανατολικορωμυλιωτών και των Μικρασιατών.
Ένα τέτοιο σπίτι σε πολύ καλή κατάσταση βρίσκεται στην αρχή της οδού Κύπρου. Το ταπεινό αυτό σπιτάκι, όπως και τα υπόλοιπα, με τη λοξή σκεπή και τις καμαρούλες μια σταλιά στέκονται παραπονεμένα και περιφρονημένα ανάμεσα σε νεόδημτες και μοντέρνες οικοδομές. Αλήθεια πόσες και πόσες ιστορίες θα ήθελαν να μας διηγηθούν αν μπορούσαν να μιλήσουν! Ιστορίες ανθρώπων που ήρθαν ξεριζωμένοι από την Ανατολική Ρωμυλία, την Μικρά Ασία και τον Πόντο. Εδώ σ’ αυτά τα χαμόσπιτα στήσανε το βιός τους υπό άγριες συνθήκες, ξεχερσώνοντας κυριολεκτικά με τα χέρια τούς χωραφότοπους.
Εδώ σ’ αυτά τα σπίτια ξαναστήσανε τα εικονοστόσια τους, εδώ σ’ αυτά τα σπίτια στεγάσανε τα όνειρα και την ελπίδα τους για ένα καλύτερο αύριο.
Όχι δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για τους πρόσφυγες. Η χώρα μας εξαντλημένη στρατιωτικά και οικονομικά από τους πολέμους (Βαλκανικοί, Α’ Παγκ. Πόλεμος, Μικρασιατική εκστρατεία) είχε τώρα να αντιμετωπίσει και την αποκατάσταση των προσφύγων. Ο προσφυγικός πληθυσμός που ήρθε στην Ελλάδα από τον Πόντο, την Θράκη και τη Μικρά Ασία καταμετρήθηκε για πρώτη φορά στην απογραφή που έγινε το Μάιο του 1928. Ήταν 1.221.849 άτομα, εκ των οποίων οι 638.253 εγκαταστάθηκαν στην Μακεδονία.
Η ανασύσταση των οικισμών που εγκατέλειψαν ήταν για τους πρόσφυγες, λόγω των ακατάλυτων συναισθηματικών δεσμών που τους συνέδεαν μεταξύ τους, η κυρίαρχη επιθυμία τους. Αλλά και ειδική επιτροπή μεθόδευε τη συνεγκατάσταση των μελών μιας οικογένειας, η ενός συγγενικού κύκλου στον ίδιο οικισμό, καθώς οι κάτοικοι της ίδιας κοινότητας συνδέονταν με δεσμούς κοινωνικούς, είχαν κοινή καταγωγή, παράδοση, ηθική, ήθη και έθιμα, αλλά και αλληλεγγύη, βασικά στοιχεία που θα συντελούσαν στη μονιμοποίηση της εγκατάστασης.
Ο σταθερός τόπος κατοικίας και η προσήλωση του αγρότη πρόσφυγα αποτελούσε στόχο για την επιτροπή Αποκατάστασης προσφύγων, καθώς ήταν η αρχή για να θεωρηθεί ότι το έργο της εγκατάστασης έχει συντελεστεί σε ένα βαθμό και άρχιζε εκείνο της αποκατάστασης ως διαδικασίας διατήρησης και συντήρησης. Με εφόδια τον μικρό κλήρο, τα ζώα, τα εργαλεία, τους σπόρους καθώς και ένα χρηματικό ποσό ως δάνειο για τα πρώτα έξοδα που τους παραχώρησε η Ε.Α.Π. ξεκίνησαν τον μεγάλο και δύσκολο αγώνα της επιβίωσης και εδώ στο άσημο τότε Καρασούλι οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Ένας διαρκής αγώνας για το πάλεμα της φτώχειας μια καθημερινή ζύμωση ψυχής και σώματος κορμιού και χώματος.
Από τα άγρια χαράματα με τον κόκορα να δίνει το σύνθημα για ξύπνημα, ξεκινούσαν οι προετοιμασίες για τον πηγαιμό στα χωράφια. Όλο το χωριό στο πόδι σε λίγο μια ποικιλόχρωμη φάλαγγα από κάρα, ζώα και ανθρώπους θα καταλήξουν στον κάμπο, πριν ακόμα ξεπροβάλουν μεγαλόπρεπα οι πρώτες ηλιαχτίδες στην ανατολή. Η καλλιέργεια της γης εκείνα τα χρόνια δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση, χωρίς τα απαραίτητα μέσα απαιτούσε πολλαπλάσιο κόπο. Πέραν όμως των άλλων προβλημάτων είχαν να αντιμετωπίσουν (αφού η εγκατάσταση τους έγινε σε περιοχές δίπλα σε έλη) και την μάστιγα της εποχής, την ελονοσία και μοναδικό τους όπλο το κινίνο. Παρά τις τόσες αντίξοες συνθήκες οι πρόσφυγες άντεξαν και μόλις ανέκτησαν δυνάμεις ανέλαβαν ευθύνες με οδηγό πάντα το κοινοτικό σύστημα οργάνωσης που είχαν στην Μικρά Ασία, τον Πόντο και τη Θράκη για την επίλυση των προβλημάτων τους και στην Ελλάδα. Σήμερα σχεδόν έναν αιώνα μετά, κανείς δεν αμφισβητεί ότι η παρουσία των Ελλήνων προσφύγων από την Ανατολία στην Ελλάδα και ειδικά στη Μακεδονία, ευεργέτησε δημογραφικά, οικονομικά, πολιτιστικά και πολιτικά την πατρίδα μας.
Μικρή απόδειξη είναι και το Πολύκαστρο, το άλλοτε ασήμαντο Καρασούλι με τους 200-300 κατοίκους με την έλευση των προσφύγων εξελίχθηκε σε δεύτερη πόλη του νομού Κιλκίς, σε μια επίζηλη κωμόπολη έδρα του δήμου Παιονίας.
Τα λιγοστά εναπομείναντα σπίτια εκείνης της εποχής είναι εδώ για να μας θυμίζουν που ήμασταν και που φθάσαμε. Είναι εδώ να μας θυμίζουν τον δύσκολο αγώνα της επιβίωσης των παππούδων και των γιαγιάδων μας εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Είναι τα σπίτια του Εποικισμού.

*** Το παρόν έγγραφο δόθηκε στον Θεοφάνη Τσάκο (30 Απρ. 1927) ως απόδειξη παραλαβής σπιτιού κατασκευασμένο από την ΔΕΧΑΤΕΓΚΕ αξίας 18.500 δρχ.
Το αντίγραφο μου το έδωσε ο 83 γιος του Νικόλας Τσάκος.
Τα σπίτια ήταν τριών διαφορετικών διαστάσεων 35.7- τ.μ., 47.05 και 52.85 και διαφορετικές χρεώσεις (ανάλογα με τα υλικά) όπως φαίνεται στο κάτω μέρος του πρωτοκόλλου παραλαβής.

Έκθεση εικόνων