Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024, 10:05:36 μμ
Παρασκευή, 25 Ιουνίου 2010 14:15

Το μεγάλο φαγοπότι εμπόρων και μεσαζόντων

sitaria


Οι Ενώσεις μέσα από την αλλοπρόσαλλη πολιτική τους απαξιώθηκαν. Το πεδίο έμεινε ελεύθερο λοιπόν για την «ελεύθερη» αγορά να λεηλατήσει κατά το δοκούν και χωρίς τον παραμικρό έλεγχο την παραγωγή των σιτοπαραγωγών του νομού, που αυτές τις μέρες θερίζουν τα χωράφια τους. Κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, δείγμα της νεοελληνικής εκδοχής της ελεύθερης αγοράς και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, οι πωλήσεις σίτου γίνονται χωρίς τιμή και χωρίς κανένα παραστατικό στοιχείο που να επικυρώνει νομικά- να μπορεί να «σταθεί» σε δικαστήριο- την υποτιθέμενη προφορική συμφωνία.
Ισχύει ο κανόνας «Όσο πάει η τιμή» ενώ όταν οι παραγωγοί δέχονται να πουλήσουν σε τιμή 12 ή 13 λεπτών, όπου κυμαίνεται η φετινή τιμή, με τον όρο να πληρωθούν άμεσα, οι έμποροι «στρίβουν». Ουσιαστικά αξιοποιούν την ανάγκη του παραγωγού να παραδώσει την παραγωγή του – αποθήκες δεν υπάρχουν πια στα σπίτια – με ανοιχτή τιμή, όπερ στην πράξη σημαίνει: όσα θα φιλοτιμηθεί να δώσει ο έμπορος ή ο ασκών χρέη μεσάζοντα των εμπόρων.
Αυτή είναι η εικόνα που έρχεται από όλες τις περιοχές του νομού. Και κάποτε υπήρχαν οι Ενώσεις Συνεταισριμών που λειτουργούσαν ως ανάχωμα στην αισχροκέρδεια των ιδιωτών. Με τον όγκο του προϊόντος που συγκέντρωναν καθόριζαν και την τιμή στην αγορά σε σημείο ώστε επί χρόνια οι έμποροι αγόραζαν «σε όποια τιμή θα πληρώσει η Ένωση».
Τα τελευταία χρόνια όμως οι Ενώσεις απαξιώθηκαν στη συνείδηση των ίδιων των παραγωγών καθώς η ανεπάρκεια των διοικήσεων, η άγνοια στοιχειωδών κανόνων λειτουργίας των επιχειρήσεων και της αγοράς και μια σειρά αμφισβητούμενων αποφάσεων έφεραν την απαξίωση. Οι παραγωγοί πλέον δεν εμπιστεύονται τις Ενώσεις, οι ποσότητες που καταλήγουν στις συνεταιριστικές αποθήκες είναι ελάχιστες (συνολικά οι δυο Ενώσεις την περασμένη χρονιά είναι ζήτημα αν συγκέντρωσαν 7-8 χιλιάδες σκληρού) όταν πριν από 10-15 χρόνια μια αξιοπρεπής συγκέντρωση μπορούσε να μεταφράζεται σε 40 χιλιάδες τόνους.  
Με τις ποσότητες αυτές οι ενώσεις και κυρίως αυτή του Κιλκίς διαδραμάτιζαν ρυθμιστικό ρόλο στην αγορά μαζί με τις ενώσεις της Λάρισας, των Σερρών, και μερικών ακόμα νομών, δοθέντος ότι μόνο το Κιλκίς παρήγαγε το 10% της εθνικής παραγωγής σκληρού, όσο ποσοστό περίπου παρήγαγε και η Λάρισα.
Αλλά όταν η περσινή παραγωγή πληρώθηκε στους παραγωγούς της επαρχίας Κιλκίς σχεδόν με την έναρξη της νέας σιτοδείας, είναι φυσικό ότι η εμπιστοσύνη απωλέσθη με καταστροφικές συνέπειες τόσο για τις Ενώσεις – η συγκέντρωση σίτου αποτελούσε τη σημαντικότερη πηγή εσόδων επί πολλά έτη- όσο και για τους παραγωγούς το εισόδημα των οποίων λεηλατείται από τους εμπόρους και μεσάζοντες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε δελτία αποστολών που εκδίδουν έμποροι που απορροφούν με το σύστημα της «ανοιχτής αγοράς» την παραγωγή υπάρχουν τιμές 8 λεπτών και 10 λεπτών, που διασφαλίζουν μόνο τα συμφέροντα των εμπόρων καθώς μπορούν να αξιολογηθούν ως τεκμήρια της συμφωνίας επί της τιμής εφόσον παραγωγός και έμπορος καταλήξουν σεα δικαστήρια. Και με την ευκαιρία: Είναι σύννομη η εμπορική αυτή τακτική να αγοράζεται το προϊόν του παραγωγού χωρίς τιμή;  Μπορεί να υπάρξει ελεύθερη βούληση του παραγωγού όταν οι συνθήκες της αγοράς αποτελούν μονόδρομο;
Νοιώθει άραγε κανείς την ανάγκη να απαντήσει έμπρακτα στα ερωτήματα αυτά;