Η κοινωνική πολιτική οφείλει να στηρίζει πρωτίστως τους ευάλωτους. Να καλύπτει πραγματικές ανάγκες, να μειώνει ανισότητες, να δημιουργεί προοπτικές. Όταν όμως ένα μέτρο λειτουργεί οριζόντια, χωρίς οικονομικά ή κοινωνικά κριτήρια, δεν ενισχύει την οικογένεια ή την επαρχία, απλώς μοιράζει χρήμα χωρίς στόχευση. Και η επιδοματική λογική, ειδικά όταν δεν συνοδεύεται από μόνιμες λύσεις, δεν μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα των περιοχών που επηρεάζονται από ανεργία, υπογεννητικότητα και ερημοποίηση.
Η αλήθεια είναι απλή.
Ο κόσμος δεν φεύγει από την περιφέρειά επειδή του λείπουν τα επιδόματα, αλλά επειδή του λείπουν οι δουλειές και η σταθερότητα.
Όσο δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας, όσο δεν ενισχύεται η τοπική οικονομία, όσο οι νέοι αναγκάζονται να μετακινούνται επειδή δεν έχουν βιώσιμες επιλογές στον τόπο τους, καμία εφάπαξ οικονομική ενίσχυση —είτε 2.000 είτε 10.000 ευρώ— δεν θα αλλάξει τη μεγάλη εικόνα.
Κανένα επίδομα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις επενδύσεις, τις πραγματικές ευκαιρίες απασχόλησης και την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες και δομές που κρατούν τις οικογένειες στις πόλεις και στα χωριά τους.
Μπορεί να βοηθήσει, μπορεί να ανακουφίσει πρόσκαιρα, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει στρατηγική. Και όσο η πολιτική παραμένει εγκλωβισμένη στη λογική της επιδοματικής ενίσχυσης χωρίς ουσιαστική στόχευση, τόσο θα χάνεται η ευκαιρία να αντιμετωπιστούν οι πραγματικές ρίζες του προβλήματος.
Στην Ελλάδα η επιδοματική πολιτική έχει γίνει σχεδόν αυτοματισμός. Κάθε φορά που αναδεικνύεται ένα πρόβλημα, η απάντηση είναι ένα επίδομα. Ένα γρήγορο, εύκολο, επικοινωνιακά βολικό μέτρο που δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι κάτι έγινε.
Μα ας είμαστε ειλικρινείς. Έλυσε ποτέ κάποιο επίδομα τα δομικά προβλήματα της χώρας; Την απάντηση την αφήνω σε εσάς.
Κι όμως, το ίδιο μοτίβο συνεχίζεται ακόμα κι όταν δεν φέρνει αποτέλεσμα.
Επειδή δεν υπάρχει η πολιτική βούληση να αγγιχτούν τα βαθιά ριζωμένα προβλήματα. Επειδή οι πραγματικές λύσεις απαιτούν σχέδιο, συγκρούσεις και μακροχρόνια δέσμευση.
Αντί αυτών, επιλέγεται το «τυράκι», μια μικρή οικονομική ένεση, αρκετή για να δημιουργήσει μια αίσθηση πως το κράτος «φροντίζει».
Και στο τέλος, ο πολίτης βρίσκεται ξανά στο γνωστό έργο. Να παίρνει ένα επίδομα, να ξέρει ότι δεν λύνει τίποτα, αλλά να λέειι… «ευχαριστώ».
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται άλλες πρόχειρες επιδοματικές ανακουφίσεις.
Χρειάζεται το θάρρος να αλλάξει αυτά που όλοι βλέπουν και κανείς δεν αγγίζει.



