Σάββατο, 21 Ιουνίου 2025, 9:20:52 μμ
Παρασκευή, 16 Μαϊος 2025 12:48

Νυν και αεί

Γράφει ο Νίκος Κωνσταντινίδης.

Δάσκαλος- συγγραφέας        

                          

Ήρθαν και πέρασαν τα χρόνια. Στο διάβα τους μάθαμε και πάθαμε πολλά. Αρνητικά και θετικά, καλά και κακά. Χαρήκαμε αλλά και απογοητευτήκαμε.

Εκείνο που μένει στο τέλος πάντοτε είναι να μπορεί ο άνθρωπος να περπατά έχοντας το κούτελό του καθαρό στον ήλιο.

Πρόσφυγες από τον Καύκασο οι παππούδες μας  μίλαγαν ποντιακά, όταν ήρθαν στην Ελλάδα. Μπέρδευαν τις ελληνικές με τις ποντιακές λέξεις. Είχαν όμως φιλική συμπεριφορά και στις δουλειές τους βοηθούσε ο ένας το άλλον.

Όταν έχτιζε ένας συγγενής, φίλος ή συγχωριανός σπίτι και το έφερνε ως τη σκεπή, πήγαιναν όλοι μαζί για να το «σκεπάσουν». Ήταν μέρα χαράς, όπου στο τέλος της δουλειάς ακολουθούσε γλέντι με πειράγματα πολλά και φανταστικά αστεία.

Δεν πρόφτασαν να στήσουν τη ζωή τους στα πόδια της στέρεα, όταν ο γερμανικός και ιταλικός φασισμός απείλησαν την Ελλάδα. Χωρίς δεύτερη σκέψη άδραξαν το τουφέκι και μπήκαν στην πρώτη γραμμή. Πολλοί μάλιστα διακρίθηκαν για την τόλμη και τη μαχητικότητά τους.

Για την απελευθέρωση της Ελλάδας θυσιάστηκαν πολλοί που 'χαν «ψυχή βαθιά» και αγνή αγάπη για τη νέα πατρίδα. Πολλά από τα χωριά της Ελλάδας στη ναζιστική Κατοχή πνίγηκαν στο αίμα.

Στον Εμφύλιο που ακολούθησε μετά από την Γερμανική Κατοχή, με την υπαιτιότητα των Άγγλων διχαστών και αποικιοκρατών, υπέρμαχων της ιδέας του «διαίρει και βασίλευε» η Ελλάδα αιματοκυλίστηκε και πολλοί από την πλευρά των ηττημένων κατέληξαν στις φυλακές και τα Μακρονήσια. Οι πιο άτυχοι έμειναν άταφοι πάνω στα βουνά, βορά για τα αρπαχτικά και τα κοράκια.

Ήταν χρόνια που η πατρίδα στα μισά της παιδιά φερόταν ως μάνα και στα άλλα μισά ως μητριά. Ήταν σκληρά κι άδικα χρόνια για πολλούς.   Μια προχειρογραμμένη συστατική επιστολή από έναν «εθνικόφρονα» ήταν αρκετή, για να βρει κάποιος δικός του δουλειά στο δημόσιο. Για  τους ηττημένους ίσχυε το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων», για να βγάλουν διαβατήριο και να φύγουν στην ξενιτιά.

Στη διάρκεια της χούντας άδειασαν αρκετά χωριά του τόπου μας από ενήλικες. Κάθε σπίτι είχε δύο ή περισσότερα άτομα στα ξένα. Πίσω έμειναν τα παιδιά και οι γέροι. Η τοπική ηγεσία δεν εκλεγόταν τότε, αλλά διοριζόταν όπως σε κάθε δικτατορία.

Πέρασαν χρόνια εφτά κι έπεσε η χούντα. Ήρθε η «Αλλαγή» μετά. Η χώρα απέκτησε τώρα «πράσινη κάρτα», που εξισορρόπησε από πλευράς διορισμού την Ελλάδα. Κύλησαν τα χρόνια, έπεσε η χούντα και η χώρα μετά από μια περίοδο «παχιών αγελάδων» χρεοκόπησε. Τα παιδιά με πτυχία και μεταπτυχιακά μίσεψαν ξανά.  Τα χωριά άδειασαν, τα σχολεία έκλεισαν και τα σπίτια έμειναν άδει. Οι κόποι μιας ζωής πήγαν στράφι. Ξενιτεύτηκαν δύο γενιές για να χτίσουν ένα σπίτι που είναι τώρα άδειο.

Μέσα στων καιρών την κατήφεια τα ηνία της πατρίδας τα πήρε μετά η Αριστερά, που ενώ ξεκίνησε με όραμα κι ελπίδα, όχι μόνο υπέγραψε και αυτή μνημόνια με τους οικονομικούς κατακτητές της χώρας, αλλά ακύρωσε και το δημοψήφισμα. Αποτέλεσμα;  Από το 36% να είναι τώρα κάτω κι από 6%, φανερώνοντας πως οι προσωπικές διαφορές είναι πάνω κι από τις ιδεολογικές. Η νοοτροπία «ο καθείς και η πάρτη του» διαπερνά όλη την κοινωνία.  

Εκατό είκοσι δύο χρόνια μετά την προσφυγιά και διακόσια τέσσερα από το -21, τη χώρα την κυβερνούν ξανά οι κοτζαμπάσηδες. Η Ελλάδα πορεύεται καταχρεωμένη με τη δημόσια περιουσία της υποθηκευμένη. Καταχρεωμένα είναι και τα κόμματα που την κυβέρνησαν περισσότερο διάστημα. Όχι όμως και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι αρκετοί από τους οποίους απέκτησαν αρκετή ακίνητη περιουσία είτε ως ευρωβουλευτές είτε ως υπουργοί.

Η ζωή όπως και η γη κάνει τους ίδιους κύκλους στο νυν και στο αεί. Κανείς δεν  μπορεί να γίνει δίκαιος δικαστής, αν μέσα του είναι βαθιά άδικος άνθρωπος. Είναι παρωδία να μιλάμε για δημοκρατία σε μια χώρα όπου υπάρχει ακόμη σε ισχύ το άρθρο 86 του συντάγματος. Είναι ουτοπία να μιλάμε για δικαιοσύνη, όταν αυτή είναι τοποθετημένη από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία!