Τετάρτη, 24 Απριλίου 2024, 3:46:39 πμ
Τρίτη, 19 Μαϊος 2015 23:46

Από το οπλισμένο χέρι του Ρουπακιά, στην οπλισμένη πένα του Πινέλη

Του Βλάση Αγτζίδη

Μια από τις πλέον γοητευτικές μεθόδους της ανάλυσης είναι η μελέτη των δομών. Και αυτό γιατί επιτρέπει στο μελετητή να ανιχνεύσει ομοιότητες που δεν εντοπίζονται με μια απλή επιφανειακή ανάγνωση. Νομίζω ότι σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται συμπεριφορές, όπως η ακραία του Γ. Ρουπακιά, αλλά και του Κ. Πινέλη. Και οι δύο στοχεύουν στην εξόντωση, φυσική ή ηθική, προσώπων που θεωρούν ότι η παρουσία τους και το έργο τους προσβάλλει και αμφισβητεί αυτά που έχουν ορίσει ως «ιερά και όσια».  Άλλος ως εκφραστής του  έθνους του και άλλος για το Κόμμα του. Και για τους δυο, είναι εντελώς άγνωστα  κάποια στοιχεία, όπως ο διάλογος, η πολιτική κριτική, η ευπρέπεια, ο σεβασμός του αντιπάλου, η διαλεκτική σκέψη. Αντιθέτως, στοιχεία που τους ενώνουν είναι η ημιμάθεια, ο φανατισμός, το μίσος, η μνησικακία.…


Ο Πινέλης, μπορεί να μην τόσο θανατηφόρος όπως ο Ρουπακιάς, χαρακτηρίζεται όμως από δύο επιπλέον στοιχεία: την κουτοπονηριά και τη συνειδητή πλαστογραφία. Έτσι, αντιμετωπίζει τον ΣύΡιζΑ του Κιλκίς ως το παραστρατημένο κρυφοσταλινικό αδελφάκι, που έχει χρέος να συνετίσει. Και αυτό το πράττει, τη στιγμή που το κόμμα του (το μετά τον Φλωράκη ΚΚΕ) έχει χρίσει τον ΣύΡιζΑ ως το μεγαλύτερο εχθρό του και έχει ήδη  διοργανώσει διαδηλώσεις κατσαρόλας Και αυτό, αμέσως μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση ένα κόμμα της Αριστεράς –για πρώτη φορά από την εποχή της ΠΕΕΑ, της Ελεύθερης Ελλάδας.
Η συνειδητή πλαστογραφία έγκειται στο ότι αρχίζει το λίβελλο εναντίον μου χρεώνοντάς μου ένα κείμενο το οποίο ουδέποτε ειπώθηκε ή γράφτηκε και αποτελεί πλήρη διαστρέβλωση των απόψεων και των θέσεών μου. Και είναι μια πράξη που την κάνει εντελώς συνειδητά, έχοντας πλήρη επίγνωση ότι για να κατηγορήσει κάποιον θα πρέπει πρώτα να του φορτώσει αυθαίρετες κατηγορίες. Η μέθοδος αυτή είναι γνωστή από παλιά: Έτσι λειτουργούσαν τόσο τα εμφυλιακά Έκτακτα Στρατοδικεία κατά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, μοιράζοντας κατά χιλιάδες θανατικές καταδίκες, όσο και οι σταλινικές αρχές στην ΕΣΣΔ κατά τη δεκαετία του ‘30, όπου αρκούσε μια ανώνυμη καταγγελία και οι ασφαλίτες συλλάμβαναν δίκαζαν και εκτελούσαν τους εσωκομματικούς (και όχι μόνο) «αντιπάλους».
Ναζισμός ή σταλινισμός;    
Στο σημείο αυτό ξαναέρχεται το δίλημμα της ύπαρξης ή μη των δύο άκρων και της ταύτισης του σταλινισμού με το ναζισμό. Στο δίλημμα αυτό δεν έχω κανένα δισταγμό να αποδεχτώ την άποψη του Λέοντα Τρότσκι, λίγο πριν δολοφονηθεί από ένα σταλινικό πράκτορα στο Μεξικό: «…ο Στάλιν δεν μπορεί να μπει στην ίδια μοίρα με τον Χίτλερ, ανάμεσα στους τυράννους που τα έργα τους είναι χωρίς αξία και περιεχόμενο: μάταια. Ο Χίτλερ ήταν ο ηγέτης μιας στείρας αντεπανάστασης, ενώ ο Στάλιν υπήρξε και ο ηγέτης κι ο εκμεταλλευτής μιας τραγικής αυτο-αντιφάσκουσας, αλλά δημιουργικής επανάστασης….»
Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να παρακάμψουμε την ύπαρξη κοινών στοιχείων που χαρακτηρίζουν τόσο τη ναζιστική προσωπολατρεία όσο και τη σταλινική. Η λατρεία της δύναμης, η ύπαρξη του αδιαφιλονίκητου και υπέρτατου ηγέτη που λατρεύουν οι μάζες, η ύπαρξη σχεδόν θεολογικών αναφορών για την ηγεσία, η εξιδανίκευση του Κόμματος και η περιφρόνηση του λαού, μέσω της απαξίωσης της «εξωκομματικής» κοινωνικής πλειοψηφίας.  Ειδικά για την περίπτωση του κομμουνιστικού πειράματος ο σταλινισμός υπήρξε η πλήρης ακύρωση της μαρξιστικής αντίληψης για την εργατική δημοκρατία και την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από την εργατική τάξη. Στο σταλινικό μοντέλο, η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής ανήκει στο κόμμα, δηλαδή σε ένα γραφειοκρατικοποιημένο μηχανισμό  αυτονομημένο από την κοινωνία και ανεξέλεγκτο από την εργατική τάξη, η οποία για άλλη μια φορά μετατρέπεται σε περιθωριοποιημένη και εκμεταλλευόμενη κοινωνική τάξη.
Στη σταλινική εποχή ολοκληρώθηκε το αντεπαναστατικό μοντέλο που είχε περιγράψει η Ρόζας Λούξεμπουργκ, η οποία κατά την εποχή των συζητήσεων για το Κόμμα Νέου Τύπου είχε γράψει: «Είναι φανερό ότι ο σοσιαλισμός, από την ίδια του τη φύση, δεν μπορεί να παραχωρηθεί, δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί με διατάγματα …. Πνίγοντας την πολιτική ζωή σε όλη τη χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει ολοένα περισσότερο η ζωή σε αυτά τα ίδια τα σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει σε όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο …»

Η Σοβιετική Ένωση και ο Στάλιν    
Μετά το θάνατο του Στάλιν, ξέσπασε μια άγρια διαπάλη για τη διεκδίκηση της εξουσίας. Ο Λαυρέντι Μπέρια, το δεξί χέρι του Στάλιν και διάδοχος του Γιέζοφ,  προσπάθησε να επικρατήσει δυναμικά συγκρουόμενος με όλους τους άλλους μνηστήρες της ηγεσίας. Προσπάθησε να επιβάλλει τον ρόλο του σε συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου, το οποίο είχε περικυκλώσει με τις ελεγχόμενες απ’ αυτόν δυνάμεις εσωτερικής Ασφάλειας. Όμως πιο ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει τα στρατεύματα του Μπέρια. Ο Μπέρια συνελήφθη και εκτελέστηκε την παραμονή των χριστουγέννων του ’53 ως «πράκτορας των ιμπεριαλιστών» και «εχθρός του λαού».
Μετά την εξόντωση του σκληρού πυρήνα των σταλινικών και των επίδοξων συνεχιστών της προσωπολατρείας, οι εξελίξεις πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας. Σε πολιτικό επίπεδο, θα κορυφωθούν με το 20ο Συνέδριο το ΚΚΣΕ, το οποίο καταδίκασε με σαφήνεια τη σταλινική προσωπολατρεία και επιχείρησε να αποκαταστήσει κάπως την εύρυθμη κομματική λειτουργία. Στην Έκθεσή του προς τους συνέδρους του  20ου Συνεδρίου -που υπερψηφίστηκε-διαβάζουμε για την πολιτική του Στάλιν: «Περιφρονώντας τη μαρξιστική-λενινιστική αρχή που διακηρύσσει ότι μόνο ο λαός είναι ο πραγματικός δημιουργός της Ιστορίας, ο Στάλιν ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’30, δεν υπολόγιζε ιδιαίτερα την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος, επιλέγοντας για το Πολιτικό Γραφείο υπάκουους εκτελεστές. Έτσι δημιουργήθηκε το είδωλο και άρχισαν να καρποφορούν οι ειδωλολάτρες.»

«Τα παιδιά του Κολιγιάννη ποιόν είχανε πατέρα;»
Από αυτή την αντισταλινική πολιτική κληρονομιά προέρχεται το σημερινό ΚΚΕ. Με την 6η Ολομέλεια (Μάρτης 1956) οι αντιζαχαριαδικοί και αντισταλινικοί κατέλαβαν οριστικά την κομματική εξουσία -με κορυφαίο εκπρόσωπό τους τον Κώστα Κολιγιάννη- εξοντώνοντας τους εσωκομματικούς τους αντιπάλους. Τότε όχι μόνο το ΚΚΕ συντάχθηκε με τους αποδομητές του σταλινισμού, αλλά και το ίδιο εκκαθάρισε το εσωτερικό του από τους «σταλινικούς», καταπιέζονταν και εκτοπίζοντας στη Σιβηρία εκατοντάδες πολιτικούς πρόσφυγες, αγωνιστές του Δημοκρατικού Στρατού. Μεταξύ αυτών και τον Γενικό Γραμματέα Νίκο Ζαχαριάδη, τη θέση του οποίου κατέλαβε, όπως είπαμε, ο Κώστας Κολιγιάννης.
Η αλλαγή της πολιτικής θα ολοκληρωθεί με την 7η Ολομέλεια της Κ. Ε. Η 10η Ολομέλεια θα καταδικάσει ακόμη πιο έντονα τον σταλινισμό και την προσωπολατρία και θα αναφερθεί στα στελέχη του ΚΚΕ που εξοντώθηκαν στη Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του ’30 με την κατηγορία του «εχθρού του λαού».
Αυτό είναι το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε το σύγχρονο ΚΚΕ. Γι’ αυτό και είναι ιδιαιτέρως περίεργη η παλινδρόμησή του από το 2008, σε ιδεολογήματα και θεωρήσεις, που υπήρξαν θανασίμως αντίθετα προς αυτό.
Τα πρόσφατα συνέδρια, με την καθοδήγηση της ομάδας Παπαρήγα-Μαϊλη, ανέτρεψαν πλήρως την πολιτική και ιδεολογική κληρονομιά του Κ.Κ. και το οδήγησαν στην προ του ’53 εποχή. Η επαναφορά στα της λατρείας του σταλινισμού, δηλαδή την «καταδικασθείσαν υπό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενώσεως προσωπολατρείαν του Ιωσήφ Β. Στάλιν» (όπως έλεγε το εισαγωγικό της μπροσούρας του ΚΚΕ που δημοσίευε τις αποφάσεις του 20ου Συνέδριου του ΚΚΣΕ) σημαίνει ότι η ιδεολογική αντίληψη επανήλθε στα προ του θανάτου του Στάλιν. Έτσι, η προσπάθεια ερμηνείας των σκοτεινών σελίδων στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος άρχισε να υπακούει στις προ του 20ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ σκοπιμότητες. Και να πραγματοποιείται με μεθόδους απεχθούς θεολογίας, αλλά και ενός μεσαιωνικού φανατισμού, σαν και αυτόν που εκφράζει ο κ. Πινέλης στο κείμενό του..
Πόσο όμως παραγωγική μπορεί να είναι σήμερα μια τέτοια προσέγγιση;
Έχει ήδη επικρατήσει  η γραμμική αντίληψη  επί της ιστορίας κάνοντας εντονότερα την προσπάθεια να μετατραπούν τα θύματα σε θύτες και να καθαρθεί από κάθε αμαρτία το τρομοκρατικό σταλινικό καθεστώς -όπως ήδη επιχειρούν να πράξουν στρατευμένοι ‘ιστορικοί’ και αναπαράγουν με τρομοκρατική αφέλεια διάφοροι αμαθείς τύπου Πινέλη.. Όπως φαίνεται, στη γραμμή της «κάθαρσης» της ιστορίας του κόμματος και της απενοχοποίησης,  έχουν υποταχθεί όλες οι ιστορικές στιγμές, χωρίς την παραμικρή διάθεση αυτοκριτικής, από την ίδρυση του ΣΕΚΕ και το φιλοκεμαλικό ντεφετισμό στη Μικρά Ασία, μέχρι την προδοσία των Δεκεμβριανών και της Βάρκιζας, αλλά και της τυχοδιωκτικής πολιτικής που οδήγησε στον Εμφύλιο,.

Η κομμουνιστική άποψη για το σταλινισμό
Παρόλη την παλινόρθωση που επιχείρησε το ΚΚΕ, με κορυφαία πράξη την κομματική αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη, εν τούτοις φαίνεται εντελώς ασυνεπές προς την πραγματική ιστορία και προς τα είδωλα που ξαναέστησε στα βάθρα τους.
Η «ιερή υποχρέωση» που τους ανέθεσε ο Ζαχαριάδης έχει γίνει ήδη κουρέλι στο μεταφυσικό μοντέλο που επιχειρεί να δημιουργήσει. Γιατί μια από τις τελευταίες εντολές του Νίκου Ζαχαριάδη προς τους πολιτικούς του επιγόνους ήταν: «… Κάποτε θα πρέπει να ζητείστε- ακόμα και με απόφαση συνεδρίου-, όλα τα χαρτιά της ΚΔ, της Τσεκά του KΠCC, του ΚΓΜπε (κρατική ασφάλεια) που αφορούν το ΚΚΕ και το κίνημα, τους αγωνιστές μας που χάθηκαν εδώ στη Σιβηρία (σαν τον Κλειδωνάρη, Φλαράκο, Χαϊντά κ.ά. πολλούς). Αφτή είναι ιερή υποχρέωσή μας. Το 1947 εγώ ζωντανούς βρήκα μονάχα δυο: το Χαλκογιάνη και το Δημητρίου…» [Πέτρος Ανταίος, Ν. Ζαχαριάδης, «Θύτης και θύμα», εκδόσεις Φυτράκη, Αθήνα 1991, σελ. 511].
Πολλά μπορούν να γραφτούν για τον ανορθολογισμό και την ασυνέπεια της σημερινής πολιτικής ηγεσίας του ΚΚΕ. Ακόμα και για την περίφημη έκφραση «Γενοκτονία των Ποντίων από τον Στάλιν», ο κάθε Πινέλης θα μπορούσε να βρει την απάντηση στην τοποθέτηση της βουλευτού του ΚΚΕ Λιάνας Κανέλλη, η οποία στο 4ο Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού μίλησε ευθαρσώς, λέγοντας «τα πράγματα με τ’ όνομά τους» και όχι «με προσχήματα διπλωματικά» : «Και όταν μιλάμε για γενοκτονία των Ποντίων να αρχίσουμε να την φτάνουμε  και στη γενοκτονία που έχει γίνει  σε άλλες περιοχές, όπως στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Συγνώμη, αλλά και εκεί είχαμε μια μορφή γενοκτονίας με τον δικό της τρόπο. Χάθηκαν άνθρωποι και χάνονται ακόμη, αν συνεχίσουμε θα τους χάσουμε όλους. Παίρνω την ευθύνη και το βάρος αυτού του σχολιασμού…..»
Ένας από τους τελευταίους διανοούμενους που διέθετε το ΚΚΕ και αποχώρησε πρόσφατα για να αφήσει το έδαφος ανοιχτό σε διάφορους Πινέληδες, είναι ο πανεπιστημιακός Γιώργος Ρούσης, ο οποίος έγραψε:
«…με βάση τα επίσημα στοιχεία του ίδιου του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος μήπως γνωρίζει το όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ, τι απέγιναν τα 98 από τα 139 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που εκλέχτηκε από το 17ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ ; Και επίσης τι απέγιναν οι περισσότεροι από τους μισούς αντιπροσώπους αυτού του Συνεδρίου; Πως εξηγείται ένα Συνέδριο και μάλιστα επονομαζόμενο «των νικητών» στο βαθμό που θεωρήθηκε ότι σε αυτό δέχτηκαν το τελικό χτύπημα όλα τα τροτσκιστικά και άλλα «βδελυρά» στοιχεία, να αποτελείται το ίδιο από Συνέδρους προδότες του λαού (1.108 στους 1966) και να εκλέγει μια Κεντρική Επιτροπή που να αποτελείται και αυτή στην μεγάλη της πλειοψηφία από προδότες;
Κι’ αν όσα παραθέτω παραπάνω θεωρηθεί ότι προέρχονται από «ρεφορμιστικές» Σοβιετικές πηγές, τότε μήπως έτσι πρέπει να αυτοχαρακτηριστεί και ο ίδιος ο Ριζοσπάστης ο οποίος πολύ πιο πρόσφατα από το 20 Συνέδριο του ΚΚΣΕ, το 1989 αναπαρήγαγε την Πράβντα γράφοντας: «Ο σταλινισμός ουσιαστικά διαστρεβλώνει και απορρίπτει το ουμανιστικό δημοκρατικό περιεχόμενο του μαρξισμού-λενινισμού». [Εκείνη την περίοδο] «φοβερές διώξεις υπέστησαν ξένοι κομμουνιστές [μεταξύ των οποίων και Έλληνες] , διώξεις «ιδιαίτερα ανατριχιαστικές [….] όταν μάλιστα ήταν αναγκαία η συσπείρωση των προοδευτικών δυνάμεων για την απόκρουση του φασίστα επιδρομέα» [Ριζοσπάστης, Σάββατο 8 Απρίλη 1989, σελίδα 30];
Και ακόμη ισχύουν ή όχι κατά το όργανο της ΚΕ, όσα υποστηρίζει ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης, υποψήφιος του ΚΚΕ στις τελευταίες εκλογές, ότι δηλαδή «το 45% των ανώτατων στελεχών του στρατού και του ναυτικού διώχθηκαν και συνήθως εκτελέστηκαν», «με κατηγορίες που «είναι ελάχιστα πιθανό να είχαν κάποια πραγματική βάση».