Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 4:49:37 πμ
Πέμπτη, 23 Μαρτίου 2023 22:06

Μάρτιος 1823 – Η κρίσιμη καμπή

Γράφει ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΔΑΜΟΣ.

Πριν διακόσια χρόνια, τον Μάρτιο του 1823, δύο χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης, σημειώνεται ένα κρίσιμο γεγονός: ο τότε υπουργός εξωτερικών της Βρετανίας Τζορτζ Κάνιγκ αναγνωρίζει τους επαναστατημένους Έλληνες ως «εμπόλεμο έθνος». Και ξεκινά μαζί τους επαφές και συνομιλίες, ανεπίσημες μεν, ουσιώδεις δε.

 

Η ενέργεια αυτή του βρετανού υπουργού αποτελεί κρίσιμη καμπή. Διότι μέχρι εκείνη την στιγμή (Μάρτιος 1823) όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (και η βρετανική βέβαια) χαρακτήριζαν τους Έλληνες επαναστάτες με διατυπώσεις όπως «στασιαστές», «παράνομοι», «πειρατές» και «τρομοκράτες». Και, φυσικά, αρνούνταν οποιαδήποτε επαφή μαζί τους, πόσο μάλλον την αναγνώρισή τους ως πολιτική οντότητα.

Η αγγλική αυτή μεταστροφή έσπασε το μέχρι τότε ενιαίο μέτωπο της γνωστής «Ιερής Συμμαχίας», που από το 1815 είχε ως ανυποχώρητη πολιτική της την καταστολή κάθε φιλελεύθερου και εθνικού κινήματος στην Ευρώπη, υποστηρίζοντας παντού στη γηραιά ήπειρο τα μοναρχικά και αριστοκρατικά καθεστώτα.

Η σπουδαιότερη, στην πράξη, συνέπεια της βρετανικής μεταστροφής είναι ότι συμπαρέσυρε και τις Ρωσία και Γαλλία σε παρόμοια αλλαγή στάσης απέναντι στους Έλληνες. Προφανώς οι κυβερνήσεις των δύο αυτών Δυνάμεων φοβήθηκαν το ενδεχόμενο η Αγγλία να αποκτήσει αποκλειστική επιρροή στον κρίσιμο γεωγραφικά ελληνικό χώρο.

Ποια ήταν τα κίνητρα της κίνησης Κάνιγκ;

Η βρετανική εξωτερική πολιτική, διαχρονικά, είχε ως κορυφαία προτεραιότητά της να εμποδίσει με κάθε τρόπο την κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο Θάλασσα. Αυτόν τον ρόλο – του αναχώματος απέναντι στον ρωσικό όγκο – έπαιζε, στα μάτια των Βρετανών, η οθωμανική αυτοκρατορία. Όπως, όμως, ο Κάνιγκ και όλη η Ευρώπη διαπίστωναν, ο Σουλτάνος αδυνατούσε να καταστείλει την ελληνική επανάσταση, φανερώνοντας σε όλους την αδυναμία και την παρακμή του οθωμανικού κράτους. Ο Κάνιγκ, λοιπόν, προχώρησε στην σκέψη ότι την παρακμάζουσα οθωμανική αυτοκρατορία θα μπορούσε, σταδιακά, να αντικαταστήσει ένα ελληνικό κράτος. Πάντα, βέβαια, με τον ίδιο ρόλο: την ανάσχεση της ρωσικής καθόδου στην Μεσόγειο. Το νέο αυτό ελληνικό κράτος θα τελούσε βέβαια υπό βρετανική επιρροή.

Το παραπάνω σκεπτικό του Κάνιγκ ήταν εύλογο για μια ναυτική Δύναμη όπως η Αγγλία, η οποία κυριαρχούσε στις παγκόσμιες θάλασσες, αφού και της Ελλάδας το κύριο γεωγραφικό και γεωπολιτικό χαρακτηριστικό είναι η θάλασσα.

Βέβαια, όπως έχω τονίσει πολλές φορές σε προηγούμενα κείμενά μου, η ευνοϊκή για την Επανάσταση κίνηση του Κάνιγκ δεν εκδηλώθηκε «εν κενώ». Προϋπόθεσή της ήταν το ότι οι επαναστάτες, εκείνη την στιγμή, ήταν νικητές στο πεδίο της μάχης, καθώς η οθωμανική αυτοκρατορία αδυνατούσε να καταστείλει την εξέγερση. Μάλιστα οι πολεμικές επιτυχίες των Ελλήνων συνεχίστηκαν μέχρι και το τέλος του 1824, δηλαδή για τέσσερα συνεχή χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης.

Αυτό ακριβώς ήταν το αποφασιστικό στοιχείο, αφού, αν οι Οθωμανοί κατέπνιγαν την Επανάσταση νωρίς (δηλαδή το πρώτο ή έστω το δεύτερο έτος της) το όλο ζήτημα θα έληγε εκεί. Και έτσι δεν θα υπήρχε καμία βάση πάνω στην οποία να μπορεί να εκδηλωθεί οποιαδήποτε ευρωπαϊκή παρέμβαση υπέρ των Ελλήνων.

Η κρίσιμη στιγμή ήταν, αναμφισβήτητα, το καλοκαίρι του 1822. Την προηγούμενη χρονιά (1821) οι επαναστάτες είχαν κάποιες αξιόλογες επιτυχίες (Βαλτέτσι, Βασιλικά, Τριπολιτσά) αλλά δεν είχαν έλθει αντιμέτωποι με μεγάλες τουρκικές δυνάμεις. Το καλοκαίρι, όμως, του 1822, η μεγάλη νίκη του Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια επί του Δράμαλη Πασά έδειξε ότι οι επαναστάτες ήταν σε θέση να νικήσουν μια οθωμανική στρατιά.

Αυτή ακριβώς η νίκη στα Δερβενάκια προκάλεσε βαθύτατη εντύπωση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Και αποτέλεσε το έναυσμα για την βρετανική μεταστροφή που εκδηλώθηκε με τον Κάνιγκ λίγους μήνες μετά. Είναι η μεγαλύτερη προσφορά του Κολοκοτρώνη στην υπόθεση της ίδρυσης του ελληνικού κράτους.

Πάντως η κίνηση Κάνιγκ υπέρ της επαναστατημένης Ελλάδας, εκτός από την θετική της πλευρά, σηματοδότησε επίσης και την έναρξη της κηδεμονίας της χώρας μας από τον λεγόμενο «ξένο παράγοντα». Κυρίως δε από εκείνη την Δύναμη που κυριαρχεί στις παγκόσμιες θάλασσες. Τότε ήταν η Βρετανία. Από το 1945 είναι οι ΗΠΑ.

Παρόλο που η αρχαία Ελλάδα γέννησε την διαλεκτική  - την ικανότητα δηλαδή να βλέπεις ένα ζήτημα από δύο όψεις και να μην είσαι μονομερής – οι σημερινοί Έλληνες σπανίως την χρησιμοποιούμε. Έτσι, πολλοί συμπατριώτες μας υποστηρίζουν ότι η ευρωπαϊκή επέμβαση ήταν ο μόνος παράγοντας που επέτρεψε την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Άλλοι, πάλι, αντιθέτως, επιλέγουν να αγνοούν την ξένη επέμβαση και θεωρούν ότι η απελευθέρωση ήταν έργο μόνο των Ελλήνων. Η ιστορική πραγματικότητα όμως είναι προφανής – και διαλεκτική: αν οι Έλληνες δεν ξεκινούσαν την Επανάσταση και δεν νικούσαν τα πρώτα κρίσιμα χρόνια, δεν θα μπορούσε εκ των πραγμάτων να υπάρξει ευρωπαϊκή επέμβαση. Αν, από την άλλη, δεν υπήρχε η ευρωπαϊκή επέμβαση, η Επανάσταση πιθανότατα θα έσβηνε, καθώς, από το 1825 και μετά γνώρισε πολλές ήττες από τα συνδυασμένα πλήγματα Τούρκων και Αιγυπτίων.