Η ρεαλιστική αποτύπωση των δεδομένων, δεν οδηγεί αυτόματα σε πολιτικές επιλογές. Οι πολιτικές επιλογές έχουν να κάνουν με το συναισθηματικό στοιχείο, το οικογενειακό περιβάλλον, το επίπεδο μόρφωσης αλλά και τα στοιχεία που κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο. Πολύ συχνά, οι δύο συμπληγάδες βρίσκονται σε αναντιστοιχία. Η διαχείριση του Μακεδονικού για παράδειγμα, μπορεί να γεννά ελπίδες σε έναν πολίτη επιχειρηματία για οικονομική ανάκαμψη της περιοχής – μπορεί ωστόσο το πατριωτικό του συναίσθημα να τις επισκιάζει. Ο τρόπος χάραξης μιας γενικότερης πολιτικής, συχνά μοιάζει με τετραγωνισμό ενός κύκλου.
Για τις συμπληγάδες αυτές στην παρούσα συγκυρία, έρχεται να μας μιλήσει μια πολύ σοβαρή έκθεση που δημοσιοποίησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών – το γνωστό μας ΙΟΒΕ.
Στην ετήσια έκθεσή του που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, το ΙΟΒΕ αναγνωρίζει μερικές πολύ σημαντικές παραμέτρους: Πρώτον, ότι η εικόνα που έχει ο μέσος Έλληνας για την επιχειρηματικότητα, είναι πολύ αναβαθμισμένη σε σχέση με το παρελθόν: “Το 64% των πολιτών της χώρας δηλώνουν ότι η επιχειρηματικότητα αποτελεί μια καλή επιλογή επαγγελματικής σταδιοδρομίας, ενώ ένα 66,5% δηλώνει ότι οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες αντιμετωπίζονται με σεβασμό και καταξίωση στη χώρα. Αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα ποσοστά που καταγράφονται από την έναρξη της κρίσης. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα συνεχίζει να καταγράφει μία από τις χαμηλότερες επιδόσεις στην Ευρώπη στην προβολή επιτυχημένων περιπτώσεων επιχειρηματιών από τα μέσα ενημέρωσης”. Με απλά λόγια, οι εποχές που η επιχειρηματικότητα ήταν στιγματισμένη ιδεολογικά, ανήκουν στο παρελθόν. Παρά ταύτα ωστόσο, τα μέσα ενημέρωσης – ακόμα και αυτά που διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για την επιχειρηματικότητα – αποφεύγουν να προβάλλουν τα υγιή πρότυπα που θα μπορούσαν να ανοίξουν νέους δρόμους για την οικονομία μας.
Υπάρχουν ωστόσο και μερικά ακόμα αξιοσημείωτα δεδομένα: Το 2017, περίπου 320.000 νέοι άνθρωποι βρίσκονταν στα πρώτα στάδια επιχειρηματικής δραστηριοποίησης. Σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, είναι μειωμένοι κατά 60.000 σε σχέση με το 2016. Πρόκειται για “μία από τις χαμηλότερες διαχρονικά επιδόσεις της χώρας”. Η εικόνα είναι ακόμα χειρότερη, εάν προσθέσουμε και τους 310.000 επιχειρηματίες που σταμάτησαν τις εργασίες τους. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, εκείνοι που συνεχίζουν συνιστούν το 17% του πληθυσμού της χώρας (ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στις λεγόμενες “χώρες καινοτομίας”) έχουμε αύξηση των νέων εγχειρημάτων στον πονεμένο χώρο της μεταποίησης (24,5%) και το βασικότερο: το 85% των επιχειρηματιών, θεωρούν πως στην επόμενη πενταετία θα δημιουργήσουν τουλάχιστον μια νέα θέση εργασίας – ένα δείγμα σαφούς αισιοδοξίας.
Για το τέλος, αφήσαμε τα πιο σημαντικά κατά τη γνώμη μας δεδομένα: Το 53,2% των νέων επιχειρηματιών, διαθέτει πτυχίο πανεπιστημίου, και οι 310.000 που εγκατέλειψαν την προσπάθεια (φτασμένοι επιχειρηματίες, αλλά και νέοι) ανέφεραν ως αιτία την “χαμηλή κερδοφορία”.
Επανερχόμαστε λοιπόν στις συμπληγάδες που λέγαμε: Οι νέοι επιχειρηματίες με το πτυχίο του πανεπιστημίου, δεδομένης της “χαμηλής κερδοφορίας”, εύλογα ζητούν από την κυβέρνηση μείωση της φορολογίας. Μονάχα που η μείωση της φορολογίας, δεν μπορεί παρά να αντισταθμιστεί, είτε με μείωση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας, είτε με μείωση των δαπανών του δημοσίου τομέα. Μικρότεροι μισθοί ή απολύσεις στο δημόσιο τομέα ωστόσο, σημαίνουν μείωση της καταναλωτικής δυνατότητας, δεδομένου ότι ο μόνος τομέας που έμεινε όρθιος κατά τη διάρκεια της κρίσης, είναι ο δημόσιος.
Το κρεβάτι είναι διπλό, αλλά η κουβέρτα μονή. Το μείγμα πολιτικής που θα κληθεί να επιλέξει ο πολίτης το 2019, ή θα απαντά στο κεντρικό αυτό πρόβλημα, ή θα το συσκοτίζει εστιάζοντας αλλού. Ο αναγνώστης ας το έχει υπόψη του.