Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 2:30:09 πμ
Δευτέρα, 23 Νοεμβρίου 2015 07:50

Μαουρίσιο Μάκρι: Ο δεξιός που έβαλε τέλος σε 12 χρόνια περονισμού

Οι οπαδοί του γιόρτασαν τη νίκη με χορούς και πανηγύρια, σαν να είχε βάλει γκολ ο Μαραντόνα. Αλλά ήρωας της βραδιάς ήταν ο Μαουρίσιο Μάκρι, ο δεξιός πολιτικός που έβαλε τέλος σε 12 χρόνια περονισμού στην Αργεντινή.

Ο 56χρονος πρώην δήμαρχος του Μπουένος Αϊρες κατάφερε να πείσει ότι έφτασε ο καιρός για μια μεγάλη αλλαγή. Αγωνίστηκε με υποσχέσεις ότι θα φέρει νέες επενδύσεις στην προβληματική οικονομία και δεσμεύθηκε για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και την καταπολέμηση της διαφθοράς.

Εξελέγη πρόεδρος με ένα φιλελεύθερο πρόγραμμα, ενάντια σε ένα κόμμα που έχει κυριαρχήσει στην πολιτική της Αργεντινής για περισσότερο από μία δεκαετία - αποτέλεσμα που λίγοι θα είχαν προβλέψει πριν από μόλις λίγους μήνες.

Ο αντίπαλός του Ντάνιελ Σιόλι ήταν ο εκλεκτός της απερχόμενης προέδρου Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ, αλλά δεν έχει ούτε το χάρισμα ούτε τους δεσμούς της με τη βάση της εργατικής τάξης των περονιστών.

Πρώτη προτεραιότητα του Μάκρι θα είναι η οικονομική μεταρρύθμιση, έργο δύσκολο σε μια διχασμένη χώρα. Ενώ οι περισσότεροι από τους υποστηρικτές του ανήκουν στη μεσαία τάξη των λευκών ψηφοφόρων, που ελπίζουν σε μια πιο ανοιχτή οικονομική πολιτική, η εργατική τάξη δοκιμάζεται και φοβάται νέες περικοπές και ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια.

Γιος ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Αργεντινής, ο Μάκρι είχε μακρά καριέρα στις επιχειρήσεις προτού κατέβει στην πολιτική. Το 1991 απήχθη και κρατήθηκε αιχμάλωτος επί 12 ημέρες από συμμορία διεφθαρμένων αστυνομικών οι οποίοι ζητούσαν εκατομμύρια σε λύτρα.

Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Μάκρι έγινε πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας Μπόκα Τζούνιορς και χρησιμοποίησε την επιτυχία του στον σύλλογο ως εφαλτήριο για την πολιτική του καριέρα.

Προσφέροντας φιλελεύθερη συντηρητική πολιτική, κατάφερε να δελεάσει τους ψηφοφόρους την ώρα που οι περονιστές βρίσκονταν στο πιο αδύναμο σημείο τους, αποφεύγοντας προσεκτικά τις αναφορές στην οικονομική κρίση του 2002, παρά τις έντονες προσπάθειες από την εκστρατεία Σιόλι να τον παρουσιάσει σαν άνθρωπο της πλουτοκρατίας.


Υστερα από 12 χρόνια με τους Κίρχνερ, πρώτα με τον Νέστορ Κίρχνερ, και τα τελευταία οκτώ χρόνια με τη χήρα του Κριστίνα Φερνάντες, ο λαός της Αργεντινής αλλάζει σελίδα.

Με τον πληθωρισμό στο 25%, ένα τεράστιο κρατικό χρέος στα χέρια κερδοσκοπικών ξένων κεφαλαίων και τις δημόσιες δαπάνες να υπερβαίνουν κατά πολύ το εισόδημα, οι άνθρωποι έχασαν την πίστη τους στο πρόγραμμα των περονιστών.

Ο Μάκρι μίλησε με ενθουσιασμό για το άνοιγμα της οικονομίας - της τρίτης μεγαλύτερης στη Λατινική Αμερική - στο εξωτερικό εμπόριο. Θεωρείται φιλικός προς τον επιχειρηματικό κόσμο και ικανότερος να διευθετήσει τη μακροχρόνια διαμάχη με όσους πιστωτές διεκδικούν την αποπληρωμή των ομολόγων τους στο ακέραιο και οδήγησαν τη χώρα σε δεύτερη πτώχευση το 2014.

Στην προεκλογική του εκστρατεία ο Μάκρι υποσχέθηκε να τονώσει την ανάπτυξη και να προσελκύσει ξένα κεφάλαια. Τάσσεται υπέρ της άρσης των ελέγχων στις κινήσεις κεφαλαίου και μιας συμφωνίας με τους πιστωτές που δεν έχουν συναινέσει στο «κούρεμα» των ομολόγων τους. Η Αργεντινή αντιμετωπίζει πτώση τιμών στις σημαντικότερες εξαγωγές της και βλέπει το δημοσιονομικό και το εμπορικό της έλλειμμα να διευρύνονται, και το νόμισμά της σε συνεχή υποχώρηση.

Ο Μάκρι έχει επίσης δεσμευθεί να ενισχύσει τους θεσμούς, να υιοθετήσει πολιτικές πιο φιλικές προς τις επιχειρήσεις χωρίς να πλήξει τους πιο φτωχούς και να οδηγήσει την εξωτερική πολιτική της Αργεντινής μακριά από τη Βενεζουέλα και το Ιράν και πιο κοντά στις ΗΠΑ.

Οικονομολόγοι κρούουν πάντως τον κώδωνα του κινδύνου: η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, κάτι που έχει περιορίσει την πρόσβαση σε δολάρια, ενδέχεται να προκαλέσει μεγάλη υποτίμηση, ενώ η αποκατάσταση της εμπορικής ανταγωνιστικότητας θα αυξήσει τις τιμές των προϊόντων για τους καταναλωτές.

Εκτιμάται ότι ήδη από τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησής του ο Μάκρι θα αναγκαστεί να περικόψει τις επιδοτήσεις στην ενέργεια και στα μέσα μεταφοράς, μέτρο που είναι βέβαιο ότι θα αποδειχθεί αντιδημοφιλές και θα προκαλέσει λαϊκές αντιδράσεις.

Πηγή: Το Βήμα