Δευτέρα, 29 Απριλίου 2024, 12:59:53 μμ
Τετάρτη, 28 Νοεμβρίου 2012 19:49

«Το καφενείο η Ελλάς»

goultidhs1
Κατάμεστη ήταν η αίθουσα του Συνεδριακού Κέντρου Κιλκίς και στις δυο παραστάσεις των μαθητών του 2ου Γυμνασίου Κιλκίς, με «Το καφενείο η Ελλάς», που ανέβασαν για την επέτειο του Πολυτεχνείου, σε διασκευή του καθηγητή Θεόφιλου Γουλτίδη.
Δεκάδες ήταν οι μαθητές που συμμετείχαν στο θεατρικό δρώμενο, στο χορό, τη χορωδία και την ορχήστρα του σχολείου, τραγουδώντας το δικό τους ύμνο για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
Συγκλονιστικό όμως, και φοβερά επίκαιρο, όπως και τα μηνύματα του Πολυτεχνείου, ήταν το κείμενο που διάβασε η αφηγήτρια της παράστασης:
«Από κείνη τη βραδιά πέρασαν 39 χρόνια. Ξαφνικά εκείνες τις τρεις μέρες του αγώ¬να λύθηκε η φωνή των ανθρώπων. Βρήκαν δρόμο οι λέ¬ξεις και ξεχύθηκαν στον αέρα. Για πρώτη φορά ύστερα από 6 χρόνια φασιστικής καταπίεσης οι άνθρωποι μιλού¬σαν στα σταυροδρόμια δυνατά, δεν έφευγαν, δεν έκρυβαν το πρόσωπο τους. Οι άνθρωποι τώρα είχαν καιρό να σταματήσουν, να κοιταχτούν και να χαμογελάσουν ο ένας στον άλλο. Εκείνες τις μέρες φτιάχτηκε το όραμα για το μέλλον αυ¬τού του τόπου. Εκεί με μια Συντονιστική Επιτροπή, νεανι¬κή αλλά θαρραλέα, σοφή, αυτοδημιούργητη και ενωτική.
Βέβαια η περιβόητη γενιά του Πολυτεχνείου, δεν είναι μόνο όσοι την επόμενη κιόλας χρονιά της μεταπολίτευσης το 1974, επιβιβάστηκαν στα τρένα των πολιτικών κομμάτων και στη συνέχεια εισήλθαν, περισσότερο ή λιγότερο, στον αστερι¬σμό της επωνυμίας. Είναι κυρίως οι άλλοι, που προτίμη¬σαν το κυνήγι της ουτοπίας, αρνούμενοι τη μίζερη ασφά¬λεια των μηχανισμών. Είναι όλοι εκείνοι, που γνωρίζοντας την εκτυφλωτική διαύγεια της εξουσίας, με προσωπικό κόστος και χωρίς την προσδοκία ανταλλάγματος, δεν άντεξαν το συγχρωτισμό με το θαμπό παιχνί¬δι του ποικιλόχρωμου πολιτικαντισμού. Είναι όλοι εκείνοι, που βυθίστηκαν στην επώδυνη κρίση της αμφισβήτησης, προτιμώντας την περιπέτεια της μονα¬χικής διαδρομής, που τους έβγαλε στις πιο διαφορετικές ακτές.
    Εκεί που βρισκόταν το καφενεδάκι της οδού Πατησίων βρίσκεται σήμερα μια πολύβουη καφετέρια, γεμάτη φοιτητές και περαστικούς που πίνουν βιαστικά τον καφέ τους. Στη γειτονιά εκείνη τίποτα δεν έχει αλλάξει αλλά και τι-ποτα δεν είναι όπως παλιά. Το ίδιο και στο κόσμο μας. Τα παιδιά που κλείστηκαν εκείνη τη νύχτα στο Πολυτεχνείο έχουν μεγαλώσει πια. Βάδισαν για χρόνια μέσα σε φωτιά και σίδερο, πάλεψαν να δώσουν ζωή στα όνειρά τους, σήκωσαν στις πλάτες τους τα όνειρα και τις ελπίδες ενός ολόκληρου λαού.
Σήμερα, τα παιδιά εκείνα είναι σχεδόν εξήντα χρονών. Όσοι απ’ αυτούς προτίμησαν την επωνυμία και βιάστηκαν να εξαργυρώσουν τον αγώνα της νιότης τους, μετατράπηκαν στην πλειοψηφία τους σε αδηφάγα λαμόγια που απαρνήθηκαν όχι μόνο τις ιδέες τους, αλλά ρήμαξαν και τη δύσμοιρη χώρα μας. Ξεπούλησαν τις ελπίδες και τις αγωνίες του Ελληνικού λαού και γέμισαν τις καταθέσεις τους στην Ελβετία και στις παράκτιες εταιρίες offshore. Με τις επιλογές τους διέλυσαν τον παραγωγικό ιστό της χώρας κι ανέδειξαν σ΄ όλες τις θέσεις τους υμετέρους καταρρακώνοντας κάθε έννοια αξιοκρατίας. Είναι αυτοί που μας οδήγησαν στο γκρεμό και μετά για να μας σώσουν μας έριξαν στα νύχια της τρόικας και του ΔΝΤ.  Κι ενώ ο λαός λιμοκτονεί απ΄ τις επιλογές τους αυτοί προσπαθούν να σώσουν την Ελλάδα. Πώς είναι όμως δυνατό να σωθεί η Ελλάδα, χωρίς τους Έλληνες;
     Οι άλλοι όμως οι ασύγκριτα πολύ περισσότεροι βαδίζουν και ζουν δίπλα μας, ανώνυμοι και σεμνοί, αποφεύγουν να μιλήσουν πολύ για κείνες τις μέρες, αρνούνται να εξαργυρώσουν τον αγώνα της νιότης τους. Όμως οι φωτιές που άναψαν εκείνες τις νύχτες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τις άλλες πόλεις  φλόγισαν τις ψυχές μας, φώτισαν καινούριους δρόμους, δρόμους δύσκολους κι ανηφορικούς, μα ωραίους. Δρόμους ανοιχτούς στο μέλλον. Σ’ αυτούς τους δρόμους διαδηλώνουν  σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο, για καλύτερη ζωή, για ψωμί – παιδεία –ελευθερία – κοινωνική δικαιοσύνη και ειρήνη. Σ’ αυτούς τους δρόμους βαδίζουν εκατομμύρια νέοι που διαδηλώνουν σ’ όλο τον κόσμο, από τη Μαδρίτη  και τη Λισσαβώνα ως τη Ρώμη και την Αθήνα.
     Σ’ αυτούς τους δρόμους τους δύσκολους κι αντιφατικούς ας ενώσουμε τα βήματά μας, ας ενώσουμε τις αγωνίες και τις ελπίδες μας, για το αύριο που μας ανήκει».