- Σους τζάνεμ … γκεβεζέ είσαι;
Ο παππούς ήταν πιο παραστατικός.
- Σους μπε…γκεβεζέ κιαρατά.
Από τα συμφραζόμενα καταλάβαινα ότι γκεβεζές σημαίνει πολυλογάς.
Μεγάλωσα και πίστευα ότι είμαι πολυλογάς. Ζούσα πια στην πόλη, είχα τη δουλίτσα μου, την παρεούλα και το στέκι μου. Αίφνης προέκυψε στην παρέα μας ένα καινούργιο μέλος. Ήταν ο Βάγγος και στο πρόσωπό του ανακάλυψα την πραγματική σημασία της λέξη γκεβεζές.
Άπαιχτος ο Βάγγος. Άρχιζε να μιλάει και ξέχναγε να τελειώσει. Πίναμε το καφεδάκι μας και βλέπαμε τον Βάγγο νάρχεται από μακριά.
- Παιδιά, έρχεται ο Βάγγος, όποιος θέλει να πει κάτι ας το πει γρήγορα επειδή μετά μόκο όλοι μας.
Καθόταν ο Βάγγος και παράγγελνε καφέ. Έμενε αμίλητος για λίγο μέχρι να ενημερωθεί για το θέμα της κουβέντας και μετά…άρχιζε το πολυβόλο…
Για κανά δεκάλεπτο τον παρακολουθούσαμε, από ένα σημείο και μετά όμως αρχίζαμε όλοι να πνίγουμε τα χασμουρητά μας. Κάποιοι της παρέας κοίταζαν με τρόπο το ρολόι τους κάτω από το τραπέζι. Αν κάποιος τολμηρός τολμούσε να αρθρώσει μια λέξη, σύντομα τα παράταγε κάτω απ’ τον καταιγισμό του στόματος του Βάγγου. Πάνω στο μισάωρο κάποιοι έφευγαν με τρόπο σαν τον ροζ πάνθηρα.
Το μεγάλο πρόβλημα ήταν όταν ο Βάγγος σε πετύχαινε μόνο σου. Στο ένας με έναν ήταν αδυσώπητος. Άρχιζε την πολυλογία και σε κοίταζε κατάματα. Αν σε κάποια φάση-άνθρωπος είσαι- κοίταζες για λίγο έξω, σε κάρφωνε αμέσως ο Βάγγος.
- Δεν με προσέχεις. Μου φαίνεται ότι με γράφεις κανονικά…
Και περίμενες με αγωνία να εμφανιστεί κάποιος απ’ την παρέα για να μοιραστεί το κακό στα δύο και να πάρεις μιαν ανάσα ο έρμος…
Υπήρχαν και κάποιοι ριψοκίνδυνοι που τόλμαγαν να ψελλίσουν διαφορετική άποψη.
- Ρε Βάγγο, έχω τη γνώμη ότι δεν είναι έτσι τα πράματα.
Υποχωρούσε για λίγο ο Βάγγος και σε λίγο πραγματοποιούσε ελιγμό τακτικής.
- Άκου να δεις…βασικά δίκιο έχεις…
Ηρεμούσε για λίγο ο…ριψοκίνδυνος
Και άρχιζε ο Βάγγος την σαρωτική αντεπίθεση με καταιγίδα επιχειρημάτων για να αποδείξει ότι τελικά ο ριψοκίνδυνος … είχε άδικο.
Κάποιος, καινούργιος στην παρέα μην ξέροντας ακόμα τι εστί Βάγγος και έχοντας πλήρη άγνοια κινδύνου, καθήμενος δίπλα του τόλμησε όχι μόνο να τον αντικρούσει αλλά και να επιμείνει, άκουσον άκουσον, στην άποψή του. Λάβρος ο Βάγγος δυνάμωσε τη φωνή του και όταν τόλμησε ο άλλος να ψελλίσει ένα φωνήεν, τον άρπαξε εν τη ρύμη του λόγου του από το μπράτσο και το έσφιγγε δυνατά μέχρι, τι να κάνει ο άλλος, να το βουλώσει οριστικά και αμετάκλητα.
Άκουσα τότε τον Γιώργη να μου λέει συνωμοτικά στ’ αυτί.
- Να δεις φίλε που την επόμενη φορά που θα ξαναγίνει κάτι τέτοιο, αυτός θα προχωρήσει μέχρι και σε…κεφαλοκλείδωμα.
Όταν έλειπε, βγάζαμε όλοι τα απωθημένα μας λέγοντας διάφορα εναντίον του.
Θυμάμαι τον Μίλτο να λέει:
- Παιδιά, μην τολμήσει κανείς να ρωτήσει τον Βάγγο τι ώρα είναι γιατί αυτός είναι ικανός να μας αναλύσει πώς κατασκευάστηκε το πρώτο ρολόι στην Ελβετία και μετά από κανά μισάωρο να μας πει την ώρα…
Και ήρθε μετά από κάποια χρόνια η ώρα να μπει στην παρέα μας ο Μάνθος. Άλλος γκεβεζές. Εκεί να δείτε μάχες ανάμεσα σε Βάγγο και Μάνθο. Τύφλα νάχουν οι παλιές παλαιστικές μάχες του Καρπόζηλου εναντίον του Τούρκου μασκοφόρου για το ποιος θα γκρεμίσει τον άλλονε στο καναβάτσο.
- Σταμάτα, εγώ μιλάω…
- Εσύ να σταματήσεις δεν ολοκλήρωσα…
- Τόση ώρα μιλάς, μας ζάλισες…
- Εσύ μας ζάλισες…
Και πήγαινε το πράμα για χοντρό καβγά μέχρι που ο Μάνθος αποχώρησε από την παρέα.
Εδώ που τα λέμε, σε μια παρέα δεν χωράνε δυο γκεβεζέδες.
Με τίποτα…
Πέμπτη, 19 Νοεμβρίου 2020 21:18
Βάγγος ο Γκεβεζές
Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης, Δάσκαλος.
Ήταν αρχές της δεκαετίας του 60 στο χωριό μου που μικρός εγώ τότε, ήταν στιγμές που δεν έβαζα γλώσσα μέσα και άκουγα την γιαγιά μου που μίλαγε τα τούρκικα και τα αρμένικα.