Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024, 6:29:42 μμ
Κυριακή, 30 Ιανουαρίου 2022 20:41

 Η «Ελπίδα»

Γράφει ο Νίκος Κωνσταντινίδης, Εκπαιδευτικός - συγγραφέας.

Ο άνθρωπος είναι η μεγαλύτερη αντίφαση στον πλανήτη Γη.

Έχει μνήμη αλλά και λήθη. Θυμάται αλλά και ξεχνά, με αποτέλεσμα να ζει ξανά και ξανά τα ίδια. Αν δεν ξεχνούσε, θα θυμόταν ποιοι  τον «πούλησαν» και ποιοι τον χρεοκόπησαν ως χώρα.  Ποιοι τον φτώχυναν και ποιοι τον έριξαν στου χαμού τα τάρταρα. Ποιοι πήραν μίζες από τα «εξοπλιστικά» και ποιοι απαλλάχτηκαν από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, όχι πάντoτε λόγω αθωότητας, αλλά και λόγω παραγραφής! Θα θυμόταν ακόμη ποιοι και για ποιους λόγους  ψήφισαν το «ακαταδίωκτο».
 
Βιώνουμε την πιο φαλκιδευμένη και ταπεινωμένη δημοκρατία, όπου όλες οι εξουσίες γίνανε μία, με έδρα την Μαξίμου Α.Ε και με πολλές θυγατρικές, ανά τη χώρα. Η πολιτική από αριστοτελική Τέχνη, τα καλά και τα δίκαια σκοπούμενη, εξελίχθηκε σε τεχνική δανεισμού και πλουτισμού. Να γιατί η μητέρα των Μουσών, η Μνημοσύνη, με τα εννιά της γράμματα, όσα δηλαδή και τα παιδιά της, επέλεξε να κατοικεί ψηλά στα βουνά, για να μην βλέπει τι γίνεται εδώ  κάτω χαμηλά και πικραίνεται.
Στα πολύ παλιά χρόνια, όταν οι Πελοποννήσιοι ήθελαν να καταλάβουν την πόλη των Αθηνών,  απευθύνθηκαν στο Μαντείο των Δελφών και ζήτησαν ένα χρησμό. Το Μαντείο τους είπε ότι θα την καταλάμβαναν αρκεί μόνο να μη σκότωναν το βασιλιά της. Με γνώση τον χρησμό αυτό ξεκίνησαν την εκστρατεία ενάντια στο «κλεινόν άστυ».
 
Κάποιος, τότε, κάτοικος από τους Δελφούς, που λεγόταν Κλεομάντις, μετέφερε τον χρησμό στους Αθηναίους. Ο Κόδρος, που ήταν βασιλιάς της Αθήνας, πήρε την απόφαση να θυσιαστεί  για να σώσει το λαό και την πόλη του. Μεταμφιέστηκε σε χωρικό, φόρεσε κουρελιασμένα ρούχα και προσποιήθηκε ότι μαζεύει ξύλα στο δάσος, κοντά στο στρατόπεδο των Πελοποννησίων. Εκεί, μόλις είδε δύο στρατιώτες του εχθρού, προκάλεσε  επεισόδιο, σκοτώνοντας τον έναν. Ο άλλος  στρατιώτης δίχως να χάσει  ευκαιρία σκότωσε τον Κόδρο.
 
Οι Αθηναίοι μαθαίνοντας ότι σκοτώθηκε ο βασιλιάς τους, έστειλαν έναν κήρυκα στο στρατόπεδο των εισβολέων, να ζητήσουν τη σορό του, για να την θάψουν. Οι εισβολείς κατάλαβαν τι είχε συμβεί κι αποσύρθηκαν. Έτσι, ο Κόδρος με την αυτοθυσία του, έσωσε την Αθήνα.
Όλα αυτά τότε. Τότε που η αγάπη για την πατρίδα και η θυσία για χάρη της ήταν καθήκον αδιαπραγμάτευτο. Τότε που η φιλοπατρία ήταν αρετή και η αυτοθυσία ιδεατή επιλογή για τον πρώτο πολίτη της πόλης.
 
Στις μέρες μας δεν υπάρχουν Κόδροι. Υπάρχουν πολλοί Λόρδοι και αρκετή λόρδα. Υπάρχουν και οι κάθε είδους ισχυροί που κατέχουν ιδιοκτησιακά τη χώρα, από εθνικούς δρόμους κι αεροδρόμια μέχρι βουνά και λιμάνια.  Υπάρχουν ακόμη κι αυτοί που έχουν στην κατοχή τους τη ΔΕΗ, την υγεία, την παιδεία και  τη ζωή του Έλληνα γενικότερα. Χώρα, όμως,  χωρίς δημόσια αγαθά, είναι μάνα δίχως λεφτά, που δεν μπορεί να  πάρει γάλα στα παιδιά της. Χώρα χτισμένη πάνω στα θεμέλια της μίζας με την πρώτη κακοκαιρία, έρχεται αντιμέτωπη με την πανωλεθρία!
Το αλλοτινό κραταιό κράτος, έχει στις μέρες μας αποκρατικοποιηθεί. Ξεπούλησε όλα τα τιμαλφή και τα δημόσια αγαθά του. Κι όμως στις βροχές, τις φωτιές, στα χιόνια, αυτό το έρμο το κράτος με το στρατό του και τους εθελοντές του, καλείται να δώσει ένα μπουκαλάκι νερό και μια κουβέρτα ζεστή στους πολίτες του που έχουν εγκλωβιστεί λόγω χιονιού, στον πιο ακριβό και σύγχρονο δρόμο της χώρας.  
Στην απελπισία του πάντα ο Έλληνας, έφτιαχνε κι έναν μύθο στον οποίο έβρισκε παρηγοριά. Έτσι επινόησε και το μύθο με το «Κουτί της Πανδώρας». Έναν μύθο που διδάσκει ότι η μόνη που μένει αναλλοίωτη στο πέρασμα των καιρών είναι η ελπίδα. αφού αυτή ήταν η μόνη που έμεινε κλεισμένη στο κουτί της Πανδώρας, όταν η βία, η κακία, η φτώχεια, ο θάνατος, η συμφορά ξεχύθηκαν στον κόσμο.  Πράγματι η ελπίδα ηρεμεί, αποκοιμίζει και αποχαυνώνει τον άνθρωπο. Κι ενώ μάθαμε να λέμε ότι πεθαίνει πάντα τελευταία, ξεχνάμε ότι πριν από την ελπίδα,  πεθαίνουν πάντοτε οι ελπίζοντες ...