
Μια απ’ τις μεγαλύτερες διαμάχες στον χώρο της ψυχολογίας, είχε εστιαστεί στην αιτιολόγηση των ατομικών χαρακτηριστικών, στο πού δηλαδή οφείλονται οι ατομικές διαφορές και η ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου. Στη φύση ή στην ανατροφή;Όταν μιλάμε για φύση, εννοούμε τις επιδράσεις των γονιδίων που κληρονομούνται στο άτομο απ’ τους προγόνους του, ενώ όταν μιλάμε για ανατροφή, εννοούμε τις περιβαλλοντικές επιδράσεις που δέχεται το άτομο απ' τους γονείς, το σχολείο, τους συνομήλικους, το ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό, πολιτισμικό, φυλετικό, θρησκευτικό πλαίσιο αλλά και αυτές του ενδοαμνϋακού του περιβάλλοντος ως έμβρυο.
Κατά καιρούς έχουν διενεργηθεί αξιόλογες έρευνες που πραγματεύονται το ερώτημα και που τίθενται είτε υπέρ της μίας είτε υπέρ της άλλης άποψης. Σήμερα όμως το θέμα έχει ξεφύγει απ’ τη διχοτόμηση κι έχει οδηγηθεί προς την αλληλεπίδραση (Bowlby 1969, Engel 1977 Scarr&McCartney, 1983). Οι έρευνες πλέον κατευθύνονται στην διερεύνηση συγκεκριμένων ποσοστών συμμετοχής τόσο της φύσης όσο και της ανατροφής που ενεργούν στην ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Καθώς οι γενετικοί παράγοντες, όπως υποστηρίζεται, αποτελούν το 20 με 50% του φαινοτύπου όσον αφορά στην προσωπικότητα, το ποσοστό που απομένει, αποδίδεται σε περιβαλλοντικούς, αν και ποικίλλει ανάλογα με το χαρακτηριστικό που ερευνούμε. Για παράδειγμα ορισμένα χαρακτηριστικά όπως η νοημοσύνη, θεωρούνται κληρονομούμενα σε μεγάλο ποσοστό. Ακόμα και τότε όμως, μένει χώρος και για περιβαλλοντικές επιδράσεις. Πχ. σε έρευνα βρέθηκε πως παιδιά απείχαν 21,5 βαθμούς νοημοσύνης απ’αυτή των βιολογικών μητέρων τους όταν τους παρείχαν ένα υψηλό μορφωτικό περιβάλλον με πολλά ερεθίσματα (Skodak, Skeels, 1949). Επομένως, ακόμη κι ένα χαρακτηριστικό με υψηλό ποσοστό κληρονομικότητας, μπορεί ταυτόχρονα να είναι και σημαντικά μεταβλητό απ’ τις επιδράσεις του περιβάλλοντος. Βέβαια το εύρος ή αλλιώς το πεδίο αντίδρασης (Gottesman,1963) που θα κυμανθεί η νοημοσύνη όπως και οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό προσδιορίζεται απ’ την κληρονομικότητα. Το περιβάλλον, θα καθορίσει το τελικό αποτέλεσμα.
Μία αξιόλογη ακόμη θέση είναι ότι η κληρονομικότητα τείνει να πραγματοποιήσει όλο της το δυναμικό ανεμπόδιστα, όταν το περιβάλλον είναι καλό και παρέχει τα αναγκαία ερεθίσματα, ενώ παρεμποδίζεται η έκφρασή της, όταν το περιβάλλον είναι φτωχό και στερείται πνευματικών ερεθισμάτων. Γιά παράδειγμα, σε μια έρευνα σε ορφανά που βίωσαν νωρίς στη ζωή τους την παραμέληση και αποστέρηση, βρέθηκε σημαντική έκπτωση των γνωστικών τους λειτουργιών οι οποίες όμως επανήλθαν μετά από την ένταξή τους σε θετές οικογένειες (Rutter, 1998) .
Τα γονίδια δεν προκαλούν από μόνα τους μια συμπεριφορά αλλά αποτελούν τάσεις που εκδηλώνονται κάτω από περιβαλλοντικές συνθήκες που θεωρούνται εξίσου σημαντικές (Sapolsky,1997). Εξίσου το περιβάλλον, όπως και η φύση , σύμφωνα με τους γενετιστές, χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψη για την ερμηνεία των ατομικών συμπεριφορών (Dorris,1989).
Απόσπασμα από Πτυχιακή της Ελισάβετ Μελετιάδου,ψυχολόγου Α.Π.Θ, με μεταπτυχιακή εξειδίκευση στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεια.



