Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024, 3:04:56 μμ
Τετάρτη, 20 Απριλίου 2022 21:31

Περί παθών

Του Κωνσταντίνου Βαστάκη, Θεολόγου, πρ. Λυκειάρχη.

«Κανένα μεγάλο επίτευγμα δεν είναι δυνατόν χωρίς πάθος» (Friedricl Hegel 1770 -1831).

 

Προλεγόμενα:
Ο όρος πάθος χρησιμοποιείται με έννοια φιλοσοφική, ηθική και ψυχολογική. Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία ο όρος αυτός έχει μια ιδιαίτερη ανθρωπολογική σημασία, σημαίνει το ενστικτώδες και άλογο μέρος της ανθρώπινης ψυχής. Για την έννοια του πάθους πρώτος ο Αριστοτέλης ανέπτυξε μια φιλοσοφικά ολοκληρωμένη θεωρία για την έννοια του πάθους, συστηματοποιώντας και διευρύνοντας τις απόψεις των προγενέστερων του. Από οντολογική άποψη ο Αριστοτέλης εξετάζει το πάθος (το πάσχειν) στα πλαίσια της γενικής μελέτης του περί των αντιθέτων ως ιδιοτήτων μιας ουσίας. Ο Ηράκλειτος (6ος π.Χ. αι.) πριν από τον Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.) εξηγούσε κάθε ποιοτική μεταβολή ως πέρασμα στο αντίθετο. Ο Αριστοτέλης ανήγαγε τον μετασχηματισμό των στοιχείων και των βασικών ποιοτήτων σε μια μόνο αρχή του ποιείν – πάσχειν. Θεωρώντας επί πλέον το ποιείν – πάσχειν ως ιδιαίτερη μορφή του κινείν – κινείσθαι, εντάσσει τη διδασκαλία του για τη μεταβολή των στοιχείων στη γενική θεωρία του για την κίνηση. Από ψυχολογική άποψη κατά τον Αριστοτέλη τα πάθη – τα ισχυρά δηλαδή αισθήματα όπως έρωτας, αγάπη, μίσος – είναι οι αιτίες, που κάνουν τους ανθρώπους να διαφοροποιούνται κατά την κρίση τους.

 

Το «πάθος» στους αρχαίους Έλληνες:
Στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ο όρος «πάθος» αντιτίθεται προς τον όρον «λόγος». Αυτό σημαίνει ότι πάθος για όλους τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους είναι αυτό που εμείς σήμερα αποκαλούμε «ένστικτον». Επίι πλέον χρησιμοποιούσαν τον όρο «πάθος» για να δηλώσουν το συναίσθημα. Επομένως μπορούμε να πούμε, ότι τα πάθη είναι όλες οι ενστικτώδεις και στερούμενες λόγου ενέργειες της ανθρώπινης ψυχής, οι ορμές και τα συναισθήματα της.
Για τα πάθη αυτά «ο Αριστοτέλης ζητεί την αρμονική ρύθμισιν και καθοδήγησιν υπό του λόγου, την πρόσδοσιν μέτρου και αρμονικής μορφής εις αυτά». Τα πάθη αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης φύσεως και γι’ αυτό δεν πρέπει να εκριζωθούν αλλά να μεταμορφωθούν. Αντίθετα προς την αριστοτελική άποψη του μέτρου και της αρμονικής μορφής στα πάθη, οι Στωϊκοί απαιτουν την εκρίζωση ή την απονέκρωση αυτών, διότι σύμφωνα με την πεποίθηση τους το πάθος (το κάθε πάθος) αποτελεί την πηγή της ανθρώπινης δυστυχίας. Αποτελεί τη μόνιμη αφορμή για ψυχική ταραχή. Αυτή η άποψη ονομάζεται «στωϊκή απάθεια» και πλησιάζει πολύ προςτ ην βουδιστική διδασκαλία «περί απονεκρώσεως της προς ζωήν φερομένης βουλήσεως»

 

Πάθος και Ηθική:
Στην ηθική ο όρος «πάθος» δηλώνει τη σταθεροποιηθείσα ηθική ασθέναια, π.χ. πάθος πλεονεξίας, πάθος μέθης, πάθος ακολασίας κ.υλ. Αντίθετα, η αμαρτία ή το αμάρτημα είναι μια μεμονωμένη ηθική πτώση, δηλαδή και συγκεκριμένη παράβαση του ηθικού νόμου, ενώ το πάθος είναι μια ερριζωμένη κατάσταση κακίας, πράγμα που σημαίνει ότι η ανθρώπινη ψυχή έχει καταληφθεί από την ηθική ασθένεια. Θα πρέπει να τονισθεί ότι «η κακία δεν εισέρχεται έξωθεν εις την ψυχήν, αλλά είναι εκούσια υποδούλωση αυτής σε πράγματα ή σε καταστάσεις, είναι δηλαδή η υπερβολική προσκόλληση σ’ αυτά.

 

Η γέννεση των παθών
κατά την χριστιανική ηθική.
Η γέννηση των παθών κατά τη χριστιανική ηθική βασίζεται στην έμφυτη ροπή του ανθρώπου προς το κακό. «Με μίαν ηθικήν παθολογία ησχολήθη ιδία η πατερική θεολογία και δη η ασκητική και η νηπτική, η οποία παρακολούθησε με πραγματικήν ψυχαναλυτικήν διεισδυτικότητα την γένεσιν και ανάπτυξη των παθών και υπέδειξε τρόπους ηθικής θεραπείας. Της θεραπευτικής αυτής προηγείται πάντοτε η ταπεινοφροσύνη και η θεία χάρις».

 

Η ψυχολογία δεν δίδει
τελικό ορισμό του πάθους:
Η ψυχολογία μέχρι τώρα δεν κατόρθωσε να δώσει οριστικό ορισμό του πάθους ή καλύτερα του «παθολογικού». Πάντως χαρακτηριστικό του ψυχικού πάθους είναι τελικά η στέρηση της ψυχικής ελευθερίας και επί πλέον ένα συναίσθημα εσωτερικής δυσαρέσκειας για την απώλεια αυτής της ελευθερίας. Δυστυχώς η ψυχική αποδέσμευση από ένα πάθος επιχειρείται με την επανάληψη της πράξεως εκείνης, η οποία από την αρχή επέφερε αυτή τη δέσμευση. Κατά τον καθηγητή Σωκράτη Γκίκα από άλλους θεωρείται σα προσκόλληση ή υποδούλωση σε ορισμένες καταστάσεις και από άλλους σαν μια τάση της ψυχής για απόλυτη ακρίβεια και τελειότητα ή για έξοδο από την καταπίεση και την ένδεια. Με τη γέννηση των νοσηρών αυτών ψυχικών καταστάσεων καθώς και με τη θεραπεία τους ασχολείται ένας ιδιαίτερος κλάδος της ψυχολογίας, που λέγεται ψυχοθεραπεία.

 

Η θετική αξιολόγηση
του πάθους:
Ορισμένα πάθη μπορούν να αξιολογηθούν και ως θετικά. Πολλά μεγάλα έργα και πολλές (αν όχι όλες) ηρωϊκές πράξεις φιλοπατρίας, πίστεως κ.τλ. οφείλονται σε κάποιο έντονο πάθος. Σ’ αυτήν την περίπτωση όμως το πάθος δεν πρέπει να νοηθεί σα μια νοσηρή τάση προς ορισμένα αντικείμενα, όχι, αλλά πρέπει να νοηθεί ως μια ισχυρή ψυχική ορμή, η οποία έχει μεν συναισθηματική μορφή και κατά βάσιν είναι άλογη αλλ’ όμως κατευθύνεται προς κάποιους ιδανικούς ή αξιολογικούς στόχους. Κατά την ταπεινή μας άποψη μπορούμε να διακρίνουμε τα ανθρώπινα πάθη σε πάθη ευγενή και σε πάθη αγενή, ως θετικά ή αρνητικά αποκυήματα της ανθρώπινης καρδιάς. Τόσο στη σχολαστική φιλοσοφία όσο και στην καρτεσιανή, το πάθος έχει αυστηρά ψυχολογικό χαρακτήρα, αλλ’ όμως στο εύρος της έννοιας «πάθος» εμπεριέχονται ψυχικές καταστάσεις, οι οποίες στη σύγχρονη εποχή δεν θεωρούνται πάθη. Τέτοιες ψυχικές καταστάσεις είναι π.χ. η ελπίδα, η ατολμία, η ευγνωμοσύνη, η αγνωμοσύνη, η αχαριστία, η λοιδωρία, ο εμπαιγμός κ.ο.κ. Κατά την άποψη του Καρτεσίου για το πάθος τίθεται ένα πρόβλημα, που έχει μεταφυσικό χαρακτήρα και τούτο επειδή η τοποθέτηση του ορισμού της έννοιας «πάθος» αποκλειστικά μέσα στο όρια του πνεύματος είναι αδύνατη. Κατά τον Καρτέσιο το «πάθος» είναι το πνεύμα συνδεδεμένο με τη φύση ή η φύση είναι συνδεδεμένη με το πνεύμα. Αυτό σημαίνει ότι, αν το αποτέλεσμα είναι απόρροια φυσιολογικής αιτίας, τότε η ψυχή είναι πάθος. Αν όμως η αιτία είναι σωματική τότε το σώμα είναι ενέργεια. Στο έργο του Μεταφυσικοί Διαλογισμοί ο Καρτέριος κάνει μια βαθειά διείσδυση στις δυσκολίες της έννοιας «πάθος» Κατά τον ίδιο φιλόσοφο, το πάθος είναι το πιο κοντινό στον άνθρωπο, είναι αυτό για το οποία έχει την καθημερινή εμπειρία. Συγχρόνως όμως το πάθος είναι αυτό, που είναι το πιο σκοτεινό πράγμα στην υπόστασή του και την εξουσιάζει. Κατά τους: «Κοντιγιάκ, Κάντ και Χέγκελ, το πάθος είναι η τάση μιας ορισμένης διάρκειας, η οποία συνοδεύεται από συναισθηματικές και πνευματικές καταστάσεις ιδιαίτερα δε από εικόνες. Αυτή η τάση είναι αρκετή για να κυριαρχήσει στη ζωή του πνεύματος. Ο Κάντ, Γερμανός φιλόσοφος, ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές και φιλόσοφους όλων των εποχών και ο μεγαλύτερος της νεώτερης εποχής, ορίζει το πάθος με το γεγονός ότι παραλύει την κανονική επίδραση της λογικής επάνω στη συμπεριφορά. Η μειωτική απόχρωση η οποία στον Κάντ συνδέεται με τον όρο «πάθος», τείνει να εξασθενήσει στην φιλοσοφία του Χέγκελ, (Γερμανός φιλόσοφος, κυρίως εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού) με τη διαλεκτική του θεωρία. Ο Χέγκελ λέγει: «Τίποτε το μεγάλο δεν έγινε ποτέ, ούτε θα μπορέσει να γίνει χωρίς πάθος. Είναι μια νεκρή ηθικότητα, που διεγείρεται κατά του πάθους από μόνο το γεγονός ότι είναι πάθος.

 

Ο τελευταίος σοφός
για το πάθος ο Κίγκεγκορ.
Ο Κίγκεγκορ 1813-1855 Δανός φιλόσοφος, θεολόγος υπαρξιακός φιλόσοφος – υπαρξιακή αγωνία, κοινωνικός κριτικός που επηρέασε τη σύγχρονη διανόηση, ανυψώνει το πάθος σε κορυφαίο σημείο της υποκειμενικότητας. Κατ’ αυτόν «είναι αδύνατον να υπάρχουμε χωρίς πάθος». Και τούτο κατά την άποψη του, όχι γιατί κάθε πράξη προϋποθέτει ένα πάθος, αλλά γιατί μόνο ένα ενδιαφέρον συνοδευόμενο από πάθος μπορεί να επιτρέψει στο υποκείμενο να υπάρξει σ’ όλη του την πληρότητα, που σημαίνει να διαπεράσει και να υπερβεί την ίδια του την ύπαρξη μέσω της συνείδησης, πράγμα που δείχνουν οι ηρωϊκές πράξεις, που υποκινούνται από τα πάθη τιμής και μεγαλοπρέπειας. Αν όμως οι πράξεις κινούνται από πάθη ποταπά και «πάθη ατιμίας» τότε ο άνθρωπος ατιμάζεται ο ίδιος και απαξιώνεται.