Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024, 8:45:09 μμ
Τρίτη, 26 Ιουλίου 2022 13:14

Σαν σήμερα: Στις 26 Ιουλίου 1936 ο Κώστας Γαβριηλίδης εκλέγεται δήμαρχος Κιλκίς

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης, τοπογράφος, συγγραφέας (από το βιβλίο μου «Χρονικό του Κιλκίς 1913-1940»).

 

Η διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη της νέας δημοτικής αρχής μετά την προαγωγή της κοινότητας Κιλκίς σε δήμο ορίστηκε για τις 26 Ιουλίου 1936. Ένα μήνα πριν, σε πλατιά σύσκεψη στελεχών του Αγροτικού και του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφασίστηκε η κοινή κάθοδος στις εκλογές στο πλαίσιο της συμμαχίας για τη δημιουργία Λαϊκού Μετώπου. Η σύσκεψη ανέδειξε υποψήφιο δήμαρχο τον Κώστα Γαβριηλίδη και εκλέχτηκε πολυμελής επιτροπή από όλους τους συνοικισμούς για την καλύτερη παρουσίαση του προγράμματος και τη στήριξη των υποψηφίων.

Στις 3 Ιουλίου μετά την έκδοση εντάλματος πληρωμής 30.000 δρχ υπέρ του νομομηχανικού Τζοάννου οι 12 κοινοτικοί σύμβουλοι υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους και παρέμεινε στη θέση του μόνο ο πρόεδρος της κοινότητας και ο ληξίαρχος (ΦΩΣ 4-7-1936).

Μια εβδομάδα πριν τις εκλογές είχαν ήδη υποβληθεί στο Πρωτοδικείο 4 υποψηφιότητες για το αξίωμα του δημάρχου, 11 για του παρέδρου και 59 για του δημοτικού συμβούλου.

Στις εκλογές ο υποψήφιος του Λαϊκού Μετώπου Κώστας Γαβριηλίδης πέτυχε σαρωτική νίκη αφού συγκέντρωσε 860 ψήφους επί 1.800 ψηφισάντων. Ο φιλελεύθερος Αλ. Φωτιάδης έλαβε 499 ψήφους, ο παπαναστασιακός Οδυσσέας Λαζαρίδης 253 και ο ανεξάρτητος Πέτρος Ψάλτης 219.

Πριν προλάβει να αναλάβει τα νέα δημαρχιακά του καθήκοντα ο Κώστας Γαβριηλίδης συνελήφθη από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και εξορίστηκε. Η απόφαση εκτόπισης του λήφθηκε από την Επιτροπή Ασφαλείας που αποτελούνταν από το Νομάρχη Δρέλλια, το διοικητή της Αστυνομίας Καλογερόπουλο και τον Αντιεισαγγελέα Χατζίσκο. Ο Γαβριηλίδης στο ημερολόγιο του περιέγραψε πως πραγματοποιήθηκε η σύλληψη του στον κεντρικότερο δρόμο του Κιλκίς μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολιτών που μόλις ένα μήνα πριν τον είχαν εκλέξει πανηγυρικά δήμαρχο: «Προχωρούσαμε σιγά – σιγά, σταματώντας πότε – πότε για ν’ ανταλλάξουμε καμιά κουβέντα με διάφορους γνωστούς και τέλος, φτάσαμε στη στάση των αυτοκινήτων και ακριβώς μπροστά στο καφενείο του Σιδηρόπουλου. Δυο χωροφύλακες που έρχονταν προς το μέρος μας, μάς πλησίασαν. Στην αρχή δεν πρόσεξα ότι έρχονταν για μας, ξαφνικά όμως είδα να σταματούν μπροστά μας και αφού χαιρέτισαν με τον πιο ευγενή τρόπο μου είπε ο ένας από αυτούς:

«Κύριε Γαβριηλίδη, σας θέλει για μια στιγμή στο γραφείο του ο κ. διοικητής. Σας περιμένει στο γραφείο του».

«Καλά», τους απάντησα, «πηγαίνετε και έφτασα».

«Όχι», μου είπε, με τον ίδιο πάντα ευγενικό τρόπο, «πρέπει να πάμε μαζί». Κατάλαβα ότι με συλλαμβάνουν και, χωρίς να διακόψω τη συζήτηση που είχα με το γραμματέα, προχωρούσαμε τώρα και οι τέσσερις μαζί. Ο κόσμος, τον οποίο διασχίζαμε περνώντας, βλέποντας τους χωροφύλακες μαζί μας, κοίταζε με περιέργεια χωρίς να μπορεί να καταλάβει περί τίνος πρόκειται.

Μέσα στο γραφείο του Διοικητή του τμήματος καθόταν μόνος του ο Μοίραρχος Αναστασάκος. Έξω στην πόρτα στεκόταν ένα αυτοκίνητο και καμιά τριανταριά στρατιώτες είχαν περιζώσει ολόκληρο το αστυνομικό τμήμα. Ο διάδρομος του τμήματος ήταν γεμάτος από χωροφύλακες με τα τουφέκια στα χέρια.

«Κάτι πολύ μεγάλες προετοιμασίες βλέπω», σκέφτηκα, «για να δούμε τι συμβαίνει…».

«Με ζητήσατε, κύριε Αναστασάκο», είπα μπαίνοντας μέσα στο γραφείο του Διοικητή. «Μπορώ να μάθω περί τίνος πρόκειται;».

Χωρίς να απαντήσει, σηκώθηκε από τη θέση του και μου έτεινε μια κόλλα χαρτί, πάνω στην οποία γρήγορα – γρήγορα διάβασα την απόφαση της Επιτροπής Ασφαλείας Κιλκίς που μ’ εκτόπιζε για ένα χρόνο στην Ανάφη» (Κώστας Γαβριηλίδης, Το ημερολόγιο της Ανάφης στη δικτατορία του Μεταξά).

Οι αστυνομικές αρχές έδωσαν λίγες ώρες διορία στον Γαβριηλίδη για ν’ αποχαιρετίσει την οικογένειά του και να ετοιμάσει τη βαλίτσα του. Τα μεσάνυχτα της 4ης Αυγούστου μεταφέρθηκε στο τμήμα μεταγωγών Θεσσαλονίκης. Στο κρατητήριο με τη βαλίτσα για προσκέφαλο έκανε σκέψεις για το λαό του Κιλκίς που θα ξεσηκωνόταν ενάντια στη νέα αυτή αυθαιρεσία του νομάρχη όπως νόμιζε. Όμως η σύλληψή του ήταν αποτέλεσμα της επιβολής δικτατορίας γεγονός που αγνοούσε και το πληροφορήθηκε την επόμενη μέρα από το δεσμοφύλακά του. Το απόγευμα της 5ης Αυγούστου μεταφέρθηκε με αστυνομική κλούβα στο λιμάνι και με συνοδεία δυο αστυφυλάκων επιβιβάστηκε στο καράβι για τον Πειραιά.

Στις 10 Αυγούστου σιδηροδέσμιος στο κατάστρωμα με έναν άλλο εξόριστο ξεκίνησε το ταξίδι για την Ανάφη. Μαζί του δεμένοι και αυτοί ανά δυο ο Σβώλος με τον Γληνό, ο Σοφιανόπουλος με το Λάσκαρη, ο Τσάτσος με τον Πορφυρογένη, ο Θέος με το Σιάντο, ο Μανωλέας με τον Βερβέρη. Ίδιο και απαράλλαχτο το σκηνικό με το συγκλονιστικό ποίημα του Βάρναλη «Στην εξορία» που είχε γραφτεί ένα χρόνο πριν.

Περισσότερα άρθρα και φωτογραφίες στην ιστοσελίδα και στο fb του τεχνικού γραφείου K4station.