Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024, 2:23:40 μμ
Σάββατο, 05 Φεβρουαρίου 2022 16:27

Τα ποδήλατα στο Κιλκίς

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης, τοπογράφος, συγγραφέας.

Πότε ήρθε το πρώτο ποδήλατο στο Κιλκίς είναι άγνωστο. Σε άρθρο πάντως των ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΝΕΩΝ στις 24-8-1928 διαβάζουμε ότι οι ποδηλάτες διέρχονταν μέσα από το πλήθος που έκανε τη καθιερωμένη από τότε «κυριακάτικη βόλτα» και τους παρενοχλούσε:

 

«Κατά το εσπέρας και δη την Κυριακήν η δημοσία οδός πλημμυρίζεται από κόσμον. Δεν θα ήτο άσκοπον η αστυνομική διεύθυνσις ήτις δείγματα δραστηριότητος μας επιδεικνύει, να απαγορεύση την διέλευσιν ποδηλάτων, διότι εμποδίζουσι τους περιπατητάς. Δια επιδείξεις ημπορούν να εύρουν οι ποδηλατισταί άλλον κατάλληλον χώρον». Ποδήλατο προπολεμικά είχε και ο δήμος, όπως φαίνεται σε απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Κιλκίς στις 31-8-1938, όπου εγκρίνεται ποσόν «δι’ επισκευήν ποδηλάτου του Δήμου του εκτελέσαντος την επισκευήν τούτην Παναγιώτου Μιχαηλίδου δια την αξίαν των εξής ειδών: δυο τεμαχίων ελαστικών (δρχ. 260), αεροθάλαμος (δρχ. 130), αλυσίδα (δρχ. 70), αξονάκια δια πέδησιν (δρχ 40)». Σε διαφημιστικό Οδηγό του 1938 καταγράφονται ως ενοικιαστές ποδηλάτων οι Παπαβραμίδης Ιωάννης και Παναγιώτης.

Από τη δεκαετία του 40 και μετά το ποδήλατο αποτέλεσε ένα δημοφιλές μεταφορικό μέσο στην πόλη μας. Κυρίως όμως ήταν – και παραμένει –μέσο ψυχαγωγίας και έτσι σύντομα κυριάρχησε στις επιθυμίες των παιδιών και των εφήβων. Ο Κώστας Λαχάς έγραψε για τη χρήση του ποδηλάτου στα χρόνια μετά τον εμφύλιο αλλά και για τα ατυχήματα που είχε σαν επιβάτης των δυο τροχών: «Το ποδήλατο ήταν το αγαπημένο μέσο για τσάρκες και τσαλίμια στις γειτονιές. Και καθώς υπήρχε χαρτζιλίκι γιατί δούλευα έφαγα πολλές φορές τα γόνατά μου πέφτοντας εκεί μπροστά στο πάρκο του Κιλκίς, καθώς κατέβαζε με τα νερά πολύ άμμο και χαλίκια από τον Αη Γιώργη, η στροφή μπροστά στο ωραίο σπίτι του Στεφανίδη ήταν πάντα επικίνδυνη. Μια φορά εκεί και μια φορά πάλι έφαγα τα μούτρα μου απέναντι από τη Μητρόπολη, Σάββατο, μέρα παζαριού θυμάμαι ήτανε, με ποδήλατο εγώ, το οποίο δεν είχε φρένο είχε κόντρα. Η κόντρα δεν έπιασε και ξαφνικά πέφτω πάνω σε μια γυναίκα που ερχόταν από το χωριό και κουβαλούσε μέσα σε’ ένα πήλινο δοχείο βούτυρο, δίνω μια στη γυναίκα, πέφτει κάτω η καημένη ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα. Πάντως έσπασε το δοχείο και χύθηκε το βούτυρο στο δρόμο. Όπου φύγει – φύγει φυσικά» (Πλους ονείρου – Απ’ τον Εχέδωρο στον Θερμαϊκό).

Το 1950 η αγορά ενός καινούργιου ποδηλάτου στοίχιζε 1.250 δρχ και μια τόσο υψηλή τιμή ήταν απαγορευτική για το βαλάντιο της πλειονότητας των κατοίκων. Έτσι τη λύση προσέφεραν τα καταστήματα ενοικίασης ποδηλάτων, τα γνωστά ποδηλατάδικα.

Τα ποδηλατάδικα είχαν εκτεθειμένα τα προς ενοικίαση ποδήλατα στην πρόσοψή τους και ο αριθμός των ποδηλάτων αυτών διέφερε μεταξύ των διαφόρων καταστημάτων ενοικίασης. Ο Τιμολέων Παπαδόπουλος που διατηρούσε ποδηλατάδικο αρχικά στην οδό Επτανήσου και αργότερα στην οδό Β. Κωνσταντίνου μου είχε πει ότι το 1947 που ξεκίνησε διέθετε 27 ποδήλατα και πως μεγαλύτερη ζήτηση είχαν τα μικρού μεγέθους ποδήλατα. Ποδηλατάδικο είχε και ο Παύλος Χατζηγιαννίδης ενώ καμιά δεκαριά ποδήλατα προς ενοικίαση υπήρχαν στο καφενείο του Βασίλη Αστραίου στη Βενιζέλου. Σε διαφήμιση του 1963 διαβάζουμε για την αντιπροσωπεία ποδηλάτων και μοτοποδηλάτων των Αφων Χρυσοστομίδη στη Β. Αλεξάνδρου 2 τη σημερινή Κ. Γαβριηλίδη.

Στο εσωτερικό των ποδηλατάδικων υπήρχαν παλιά ποδήλατα, ανταλλακτικά, ο πάγκος με τα λιγοστά εργαλεία, οι χειροκίνητες τρόμπες για το φούσκωμα των αεροθαλάμων (σαμπρελών).

Η ενοικίαση γινόταν με την ώρα και οι ενοικιαστές ήταν κυρίως παιδιά που απολάμβαναν την κυριακάτικη και τις λοιπές αργίες ποδηλατώντας στην πόλη και στα κοντινά χωριά. Αγαπημένος προορισμός ήταν το Μεταλλικό, ιδίως την ημέρα της Πρωτομαγιάς. Η οικονομική δυνατότητα του κάθε παιδιού καθόριζε και το χρόνο ενοικίασης που ήταν 10-15 λεπτά της ώρας για τα φτωχόπαιδα και 45 λεπτά με 1 ώρα για αυτά που είχαν μεγαλύτερη οικονομική άνεση. Τα παλιά ποδήλατα ενοικιάζονταν σε τιμή αρκετά χαμηλότερη από αυτήν των καινούργιων ή των ελαφρά μεταχειρισμένων. Τη δεκαετία του 1950 τα μεταχειρισμένα ποδήλατα νοικιάζονταν 5 δρχ και τα καινούργια 8 δρχ ανά ώρα.

Μετά το 1950 τα ποδηλατάδικα εμπλούτισαν τον εξοπλισμό τους με διάφορα εξαρτήματα όπως καθρεφτάκια, φωτάκια, φανάρια, πλαστικά χερούλια τιμονιού. Ο στολισμός του οχήματος, παλιά συνήθεια του Έλληνα οδηγού, πέρασε από το στόλισμα της άμαξας στο στόλισμα του ποδηλάτου.

Έτσι στολισμένο έπαιρνα κι εγώ το ποδηλατάκι μου όταν ήμουν μικρός για να ξεχυθώ στους δρόμους, απολαμβάνοντας την απίστευτη αίσθηση ελευθερίας που νοιώθει κάποιος πάνω στη σέλα του ποδηλάτου του. Για τις ποδηλατικές μου περιπέτειες δεν μπορώ να καυχηθώ, καθώς ούτε δεξιοτέχνης ήμουν στο τιμόνι, ούτε το θάρρος είχα να κατέβω χωρίς φρένα από την απότομη κατηφόρα από τον Αη Γιώργη μέχρι το σημερινό αναψυκτήριο, ούτε έκανα ταξίδια μακρινά όπως κάποιοι άλλοι που είχαν ταξιδέψει με το ποδήλατό τους μέχρι τη Χαλκιδική. Το πιο μακρύ ταξίδι μου ήταν μέχρι την Αργυρούπολη και τα συνηθισμένα περιορίζονταν στους χωματόδρομους της πόλης με παραταγμένα εκατέρωθέν τους τα χαμηλά σπίτια με τις μεγάλες αυλές, τις γεμάτες δέντρα και λουλούδια. Αγαπημένος προορισμός η απάνω από το πατρικό μου γειτονίτσα, όπου έμενε ένα κορίτσι με πράσινα μάτια στο σπίτι όπου είναι τώρα χτισμένο το δικό μας σπίτι. Με θυμάται, μου λέει, να φέρνω βόλτες στη γειτονιά της με το ποδηλατάκι μου, κουρεμένος με τη ψιλή και μια φράντζα μπροστά, όπως ήταν τότε η μόδα της εποχής. Αλλά δεν είχα το θάρρος σαν το Βουτσά που σε μια κινηματογραφική ταινία έλεγε την περίφημη ατάκα «έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;» να της πω κι εγώ: Έχω και ποδήλατο, πάμε μια βόλτα;

Περισσότερα άρθρα και φωτογραφίες από το νομό Κιλκίς θα βρείτε στην ιστοσελίδα και στο fb του τεχνικού γραφείου k4s tation.

Έκθεση εικόνων