Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024, 3:08:07 πμ
Σάββατο, 28 Μαϊος 2022 21:39

ΘΡΑΚΗ 1870-1924: Από τους Νεότουρκους ως τη λήξη των Βαλκανικών πολέμων

Γράφει ο Γεώργιος Μάνος, Γεωπόνος – οικονομολόγος, Συγγραφέας – ιστορικός ερευνητής.

Νεότουρκοι – οι πρώτοι διωγμοί.


Την περίοδο που οι Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας εγκατέλειπαν κυνηγημένοι από τους Βουλγάρους την Πατρίδα τους, οι ελληνικές κοινότητες στην υπόλοιπη Οθωμανική Αυτοκρατορία μεγαλουργούσαν. Παρόλο που οι Οθωμανοί αξιωματούχοι, γαλουχημένοι με τη νοοτροπία του αφέντη, αντέδρασαν στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, οι Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και σε συνδυασμό με το δαιμόνιο της φυλής, γνώρισαν γρήγορα εντυπωσιακή ανάπτυξη στην οικονομία, την παιδεία και το εμπόριο. Σε πόλεις και χωριά ιδρύονταν σχολεία, ανεγείρονταν ναοί, σχολές, εταιρίες, επιχειρήσεις. Οι χθεσινοί ραγιάδες πήραν τα σκήπτρα στα γράμματα, τις τέχνες, τον πολιτισμό, τον πλούτο, τις τράπεζες. Και οι Τούρκοι, οι καθημερινοί, οι απλοί άνθρωποι, σε όλες τις μεγάλες πόλεις έγιναν σιγά σιγά υπηρέτες των Ρωμιών. Το Πέραν, από συνοικία των περιθωριακών Ρωμιών, μετατράπηκε σε Παρίσι της Ανατολής, και η Μεγάλη Οδός, η σημερινή Ιστικλάλ Καντεζί, γέμισε τράπεζες, μεγάλα καταστήματα και ξένους οίκους. Ένας καινούργιος αέρας άρχισε να φυσάει ανάμεσα στους Ρωμιούς. Καθιερώθηκε το ευρωπαϊκό ντύσιμο, η γλώσσα της αγοράς ήταν η ελληνική και στην κοινωνική ζωή πρωτοστατούσαν οι Ρωμιοί. Το χρώμα παντού, στους δρόμους και στα σαλόνια, ήταν ελληνικό. Στα μαγειρεία και στα καπηλειά, αλλά και στις χοροεσπερίδες που διοργανώνονταν συχνά από τις πρεσβείες, τα προξενεία, τις ασφαλιστικές εταιρίες, τους αντιπροσώπους ξένων οίκων και τους ελληνικούς συλλόγους, κυριαρχούσε η ελληνική μουσική.
Άρχισε τότε να διαφαίνεται ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έχει την τύχη της Ρωμαϊκής. Ότι θα αλωθεί από μέσα, και μια μέρα θα μετατραπεί σε ελληνική. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο, μέχρι το 1908, οι πνευματικοί και οικονομικοί ηγέτες των αλύτρωτων Ελλήνων, αλλά και ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», στην οποία επικεφαλής ήταν ο Ίων Δραγούμης κι ο Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης, μέχρι το κίνημα των Νεότουρκων, δεν ήταν υπέρ ενός πολέμου με την Τουρκία, με σκοπό την απελευθέρωση κι άλλων εδαφών. Το επιχείρημά τους ήταν ότι, όσο κι αν επεκταθεί το ελληνικό κράτος, θα έμεναν απέξω Έλληνες, ενώ μια από μέσα άλωση και «ελληνοποίηση» της Αυτοκρατορίας θα ικανοποιούσε όλον τον αλύτρωτο ελληνισμό.
Αυτή, όμως, την εντυπωσιακή ανάπτυξη των Ελλήνων σε όλους τους τομείς, οι Τούρκοι εθνικιστές, οι Νεότουρκοι, την είδαν ως κίνδυνο αφανισμού των Τούρκων, και στις 10 Ιουλίου 1908 (π.η.) κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία, με κίνημα που ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη. Ο εκ των ηγετών του Κινήματος Εμβέρ μπέης, απευθυνόμενος στο πλήθος από μπαλκόνι της πλατείας Ολύμπου, η οποία από τότε μετονομάστηκε σε πλατεία Ελευθερίας είπε: «Πολίτες! Σήμερα ο αυθαίρετος ηγεμόνας τελείωσε, η κακή διακυβέρνηση δεν υπάρχει πια. Είμαστε όλοι αδέλφια. Δεν υπάρχουν πια Βούλγαροι, Έλληνες, Σέρβοι, Ρουμάνοι, Εβραίοι, μουσουλμάνοι. Κάτω από τον γαλανό ουρανό είμαστε όλοι ίσοι, είμαστε όλοι περήφανοι που είμαστε Οθωμανοί!».
Με κυρίαρχο σύνθημα «Δικαιοσύνη, Ελευθερία, Ισότητα», οι Νεότουρκοι κατάφεραν να πείσουν τους υπηκόους τους, αλλά και πολλές κυβερνήσεις, πως όλοι οι Οθωμανοί, ανεξάρτητα από θρησκεία, θα ζήσουν ειρηνικά, αδελφωμένοι και ισότιμοι στην κοινή τους πολυεθνική πατρίδα. Στην πραγματικότητα, όμως, πίσω τις παραπλανητικές τους διακηρύξεις κρυβόταν αριστοτεχνικά ο πραγματικός τους στόχος, που ήταν ο πλήρης εκτουρκισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η δημιουργία ενός εθνικού τουρκικού κράτους, ύστερα από την αφομοίωση ή εξόντωση των χριστιανών και τον εκτουρκισμό όλων των μουσουλμάνων. .
Το 1909 ο Γερμανός στρατηγός Γκολτς, ο οποίος από το 1883 είχε εγκατασταθεί για μεγάλα διαστήματα στην Τουρκία με σκοπό να οργανώσει τον τουρκικό στρατό, δήλωσε στους Νεότουρκους:
«Mε λύπη μου διαπίστωσα ότι στη χώρα σας μόνο η διοίκηση είναι τουρκική. ΄Oλα τα υπόλοιπα, οικονομία, εμπόριο, εκπαίδευση κλπ. τα έχουν στα χέρια τους μη Μουσουλμάνοι και κατά το μέγιστο μέρος οι Έλληνες. Επομένως δεν είστε κύριοι της χώρας σας».
Και για να γίνουν κύριοι της χώρας τους, οι Νεότουρκοι προχώρησαν αμέσως στη λήψη μέτρων σε βάρος των χριστιανών, όπως η υποχρεωτική διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, ο εμπορικός αποκλεισμός των Ελλήνων εμπόρων, η αρπαγή περιουσιών και η νόθευση των εκλογικών αποτελεσμάτων του Οκτωβρίου του 1908. Το πιο εξοντωτικό όμως μέτρο ήταν η από το 1909 κατάργηση της εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας από τους χριστιανούς και η υποχρεωτική τους στράτευση στα τάγματα εργασίας, που δημιουργήθηκαν με σκοπό τη φυσική τους εξόντωση, κάτω από τις άθλιες συνθήκες εργασίας, διατροφής, ενδυμασίας και διαμονής. Ένα μέτρο σατανικό, που δεν στερούσε μόνο τις χριστιανικές οικογένειες από τους προστάτες τους, αλλά συνέβαλε και στη μείωση των γεννήσεων.
Η στράτευση, πλέον, για τους χριστιανούς έγινε συνώνυμη με το θάνατο και οι φυγόστρατοι και οι λιποτάκτες (τα κατσάκια) μέρα με την ημέρα αυξάνονταν. Για να γλιτώσουν, κρύβονταν στα ταβάνια των σπιτιών τους, στα δασάκια και σε άλλες κρυψώνες, ενώ πολλοί έφευγαν κρυφά με βαπόρια για την Ελλάδα, την Αίγυπτο και την Αμερική.
Ο κύριος στόχος των Νεότουρκων, όπως αυτός καθορίστηκε στο πρώτο ανοιχτό Συνέδριο του Κόμματος Ένωση και Πρόοδος, που οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1911, ήταν ο πλήρης εκτουρκισμός όλων των υπηκόων, ακόμη και με τη βία. 
Στη Μακεδονία και τη Θράκη, μάλιστα, με σκοπό την αλλοίωση της δημογραφικής σύνθεσης, προχώρησαν και σε εκτοπισμούς χριστιανικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία, ενώ στα σπίτια τους εγκατέστησαν μουσουλμάνους πρόσφυγες από τις βόρειες χώρες των Βαλκανίων.
Βαλκανικοί πόλεμοι – διανομή εδαφών
Τα μέτρα των Νεότουρκων σε βάρος των χριστιανών, επιτάχυναν τις εξελίξεις στα Βαλκάνια. Τον Οκτώβριο του 1912, η Σερβία, η Βουλγαρία, το Μαυροβούνιο και η Ελλάδα, για να προστατεύσουν τους αλύτρωτους ομοεθνείς τους στη Μακεδονία και τη Θράκη, συμμάχησαν και κήρυξαν στις 4 Οκτωβρίου τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

4. Τα Βαλκάνια πριν
τους Βαλκανικούς πολέμους
Στην αρχή, οι Βούλγαροι είχαν απορρίψει το αίτημα του Βενιζέλου για τη συμμετοχή της χώρας μας στη συμμαχία, επειδή την έβλεπαν ως ανταγωνιστή στη διεκδίκηση της Μακεδονίας. Δέχτηκαν όταν τους έπεισε ο Βενιζέλος πως ο πόλεμος θα είναι νικηφόρος μόνο αν συμμετείχε η Ελλάδα, που με τον αξιόμαχο στόλο της είχε τη δυνατότητα να αποτρέψει τη μεταφορά τουρκικών ενισχύσεων από τα λιμάνια της Μικράς Ασίας προς την ευρωπαϊκή Τουρκία.
Με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στις 5 Οκτωβρίου, ο ελληνικός στρατός εξέπληξε και τους πιο αισιόδοξους. Αφού προήλασε και απελευθέρωσε τη Δυτική Μακεδονία, στις 26 Οκτωβρίου έφτασε στο Τόψιν (Γέφυρα), όπου απαίτησε και του παραδόθηκε η Θεσσαλονίκη από τον Χασάν Ταχσίν πασά, την ώρα που οι Βούλγαροι είχαν φτάσει ως την Άσσηρο.
Με τη λήξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου, η Ελλάδα βρέθηκε να κατέχει τη Θεσσαλονίκη. Ανατολικά, όμως, της γραμμής Νιγρίτας - Λαχανά - Γουμένισσας, μέχρι την Τσατάλτζα, 40 χλμ από την Κωνσταντινούπολη, όλη η περιοχή είχε καταληφθεί από τους Βουλγάρους. Εκεί, χτυπημένοι και από επιδημία χολέρας, δεν κατάφεραν να διασπάσουν την τελευταία γραμμή άμυνας των Τούρκων, την «Γραμμή της Τσατάλτζας».

5. Λήξη Α΄ βαλκανικού πολέμου)
Το ηθικό των Βουλγάρων έπεσε περισσότερο, όταν πληροφορήθηκαν την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη. Τους ήταν αδιανόητο, πως ένας κατώτερος στρατός, όπως θεωρούσαν τον ελληνικό, κατάφερε να μπει πρώτος στην πόλη.
Και πήραν τη μεγάλη απόφαση. Στις 17 Ιουνίου του 1913 επιτίθενται κατά των ελληνικών τμημάτων στη Νιγρίτα και αρχίζει ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος. Κύριος στόχος τους η κατάληψη της Θεσσαλονίκης που εκτιμούν ότι είναι θέμα, αν όχι ωρών, ολίγων ημερών. Υποτίμησαν, όμως, για δεύτερη φορά τον ελληνικό στρατό.
Στις μάχες Λαχανά-Κιλκίς και Δοϊράνης-Στρώμνιτσας στις 20, 21 και 23 Ιουνίου 1913, ο βουλγάρικος στρατός παθαίνει πανωλεθρία και υποχωρεί πανικόβλητος στη Βουλγαρία, ενώ καταδιώκεται από τον ελληνικό στρατό στα στενά της Κρέσνας (Στρυμόνα).
Συγχρόνως, μπαίνουν στον πόλεμο οι Σέρβοι από δυτικά, με τους οποίους ο Βενιζέλος είχε υπογράψει μυστική αμυντική συμφωνία αμέσως μετά τη λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, και οι Ρουμάνοι από βορρά. Οι Βούλγαροι πιέζονται από όλες τις πλευρές, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η ίδια η Σόφια. Κάτω από τον κίνδυνο να χάσουν την πρωτεύουσά τους, οι Βούλγαροι αποσύρουν στρατό από τη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη, ενώ την Ανατολική στην ουσία την εγκαταλείπουν.
Στις περιοχές που εγκαταλείπουν, τόσο ο στρατός όσο και τα όργανα της βουλγάρικης διοίκησης, προχωρούν σε δολοφονίες, συλλήψεις και απαγωγές προκρίτων και επιφανών εκπροσώπων της ελληνικής κοινότητας, σε πυρπολήσεις ολόκληρων χωριών, σε λεηλατήσεις, καταληστεύσεις και απογυμνώσεις εκκλησιών, μοναστηριών, καταστημάτων, νοικοκυρών, βιβλιοθηκών και μουσείων, ενώ ό,τι δεν μπορούν να κουβαλήσουν, το πυρπολούν.
Την υποχώρηση των Βουλγάρων την εκμεταλλεύτηκαν τόσο οι Τούρκοι όσο και οι Έλληνες. Στις 29 Ιουνίου 1913, ο ηττημένος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου τουρκικός στρατός, διαπεραιώθηκε από τα Μικρασιατικά παράλια της Προποντίδας στην Ανατολική Θράκη και κάνοντας έναν περίπατο, ανακατέλαβε μέσα σε δέκα ημέρες ολόκληρη την Ανατολική Θράκη και στις 9 Ιουλίου με επικεφαλής τον Εμβέρ μπέη εισήλθε στην Αδριανούπολη.
Στη Δυτική Θράκη, στις 12 Ιουλίου 1913 τμήματα του ελληνικού στόλου απελευθέρωσαν την Αλεξανδρούπολη, ενώ στις 13 Ιουλίου η 8η μεραρχία του ελληνικού στρατού εισήλθε στην Ξάνθη και την επομένη, 14 Ιουλίου, στην Κομοτηνή.
Στο μέτωπο της Μακεδονίας, ο ελληνικός στρατός καταδίωξε τους Βουλγάρους στα στενά της Κρέσνας και στις 18 Ιουλίου 1913 έφτασε στην Άνω Τσουμαγιά, το σημερινό Μπλαγκόεγκραντ, 78 χιλιόμετρα από τη Σόφια, οπότε και συμφωνήθηκε ανακωχή.
Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που ακολούθησε, στις 28 Ιουλίου 1913 (π.η.), η Ανατολική Θράκη παραχωρήθηκε και τυπικά στην Τουρκία. Το μη αναμενόμενο, όμως, και επώδυνο για την Ελλάδα, ήταν η παραχώρηση από τις μεγάλες δυνάμεις της Δυτικής Θράκης στη Βουλγαρία, παρότι πριν από 15 ημέρες (12-14 Ιουλίου) είχε ελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό.

6. Λήξη Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, Συνθήκη Βουκουρεστίου 28 Ιουλίου 1913

Συνεχίζεται