Τετάρτη, 19 Μαρτίου 2025, 6:53:12 μμ
Κυριακή, 18 Νοεμβρίου 2018 21:22

Το "ιερό χρήμα"

Του Ανδρέα Μακρίδη.

Το 2004 προεκλογικά, η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε να κάνει ένα δώρο προς την Εκκλησία, μήπως και καταφέρει να μετριάσει κάπως την οργή της για την αφαίρεση του θρησκεύματος από τις ταυτότητες. Το δώρο συνίστατο στην κατάργηση της φορολογίας του 35% επί των ακαθαρίστων και πάσης φύσεως εισπράξεων των ιερών ναών.

 

Ο φόρος του 35% είχε θεσπιστεί το 1945 με τον Αναγκαστικό Νόμο 536, όταν το κράτος είχε αναλάβει την υποχρέωση να μισθοδοτεί τους ιερείς, σε αντιστάθμισμα για την ανάληψη μεγάλου μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας. Για την κατάργηση του φόρου, ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και η υπόλοιπη Ιεραρχία της Εκκλησίας, τήρησαν εύγλωττη σιωπή. Ένας Μητροπολίτης ωστόσο, ο γνωστός μας Αμβρόσιος Καλαβρύτων, θεώρησε αναγκαίο να προβεί και σε ορισμένες αλλαγές στην οικονομική διαχείριση της δικής του Μητρόπολης, αποκαλύπτοντας το πώς κινείτο μέχρι τότε ο ίδιος, και ενδεχομένως πολλοί από τους ομοτίμους του σε φορολογικό επίπεδο.
Σε εγκύκλιό του που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β588 της 20.04.2004, και σε παράγραφο με τίτλο “Χρηστή διαχείριση του ιερού χρήματος”, ο Αμβρόσιος όριζε πως μετά το δώρο Σημίτη, “καταργούνται οριστικά και αμετάκλητα τα πάσης φύσεως ανεπίσημα, δεύτερα και μυστικά λογιστικά βιβλία. Εφ’ εξής κάθε μορφής παράλληλη, μυστική και ανεπίσημη διαχείριση του ενοριακού Ναού θα θεωρηθεί παράνομος”. Καταργούνταν επίσης οριστικά και αμετάκλητα, “οι πάσης φύσεως καταθέσεις σε τραπεζικούς Λογαριασμούς στο όνομα φυσικών προσώπων (Προσωπικός Λογαριασμός ή «Κοινός Λογαριασμός» στο όνομα Εφημερίων, Επιτρόπων κλπ.”.

Μοιάζει απίστευτο το πώς στο επίσημο όργανο ανακοινώσεων του Κράτους, ένας Μητροπολίτης μπορούσε να υπαινίσσεται πως η διαχείρισή του περιελάμβανε “μυστικά λογιστικά βιβλία” και προσωπικούς, αφορολόγητος τραπεζικούς λογαριασμούς. Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας το επέτρεπαν ωστόσο. Κανένας υπουργός Οικονομικών ή Δικαιοσύνης δεν θα τολμούσε να παραγγείλει περαιτέρω έρευνα στην οικονομική διαχείριση της Μητρόπολης Αιγιαλείας και Καλαβρύτων – κι αν δεν το ζήταγε η εκτελεστική εξουσία, κανένας εισαγγελέας δεν θα ξεκίναγε μια τέτοια έρευνα με δική του πρωτοβουλία.

Η διευθέτηση ωστόσο, δεν σταματούσε εκεί. Αφού οι διπλοί λογαριασμοί “εφεξής” θα θεωρούνταν παράνομοι, τα έσοδα της Μητρόπολης θα έπρεπε να εξασφαλιστούν διαφορετικά: Η νομοθεσία προέβλεπε πως το 3% απ' τις εισπράξεις των ιερών ναών θα έπρεπε να κατευθύνονται στα κεντρικά της Εκκλησίας για το έργο της Αποστολικής Διακονίας, και ένα πρόσθετο 7% θα έπρεπε να καταβάλλεται στο ΤΑΚΕ, το ταμείο πρόνοιας των ιερέων. Γι' αυτό η εγκύκλιος του Μητροπολίτη, διευκρίνιζε πως οι εισφορές αυτές θα υπολογίζονταν επί των “τακτικών εσόδων” των ναών (μισθώσεις ακινήτων, προϊόντα από γεωργικές καλλιέργειες) και ως τακτικά έσοδα θα υπολογιζόταν επίσης μονάχα το 10% απ' τα παγκάρια. Όλες οι υπόλοιπες εισπράξεις θα θεωρούνταν “δωρεές”, και στα χρήματα αυτά, ούτε η Αποστολική Διακονία, ούτε το ταμείο των ιερέων θα είχαν μέρισμα. Οι υποχρεώσεις ωστόσο των ναών προς τη Μητρόπολη θα υπολογίζονταν “επί τη βάσει του συνόλου των πραγματικών (sic) εισπράξεων (ποσοστόν 100%)” όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν στην εγκύκλιο.

Τους χειρισμούς αυτούς, είχε καταγγείλει στη Βουλή λίγο αργότερα ο νυν ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δ. Παπαδημούλης, χωρίς κανείς να μπει στον κόπο να παράσχει εξηγήσεις. Σήμερα βλέπουμε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα, να προαναγγέλλουν μία συμφωνία διευθέτησης των οικονομικών σχέσεων του Κράτους με την Εκκλησία. Τις λεπτομέρειές της δεν τις γνωρίζουμε, ξέρουμε όμως πως το Κράτος διατηρεί την υποχρέωσή του να καταβάλλει το ποσόν της μισθοδοσίας των ιερέων, ενώ η διοικούσα Εκκλησία επιφορτίζεται με την υλοποίηση της μισθοδοσίας αυτής.

Οι παπάδες μας ανησυχούν – και εμείς μαζί τους. Ο κόσμος μας δεν είναι αγγελικός, κι η διοικούσα Εκκλησία δεν έχει άμεμπτη προϊστορία. Αν ένας Μητροπολίτης μπορούσε στο παρελθόν να διατάζει τους ιερείς του να στερούνε έσοδα απ' το ταμείο τους, θα μπορούσε στο μέλλον να ζητήσει και να στερηθούν μέρος του μισθού τους. Ο ελληνικός κλήρος δεν αξίζει τέτοιας τύχης. Κύριε πρωθυπουργέ, προσέξτε το!