Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024, 5:18:16 μμ
Πέμπτη, 13 Νοεμβρίου 2014 08:50

Στο Δημόσιο το 2024 η Αττική οδός

Τον Οκτώβριο του 2024 αναμένεται να επιστρέψει στο Ελληνικό Δημόσιο η Αττική οδός, σύμφωνα με το υπουργείο Υποδομών. Μάλιστα, αν δεν είχε μεσολαβήσει η οικονομική κρίση, που οδήγησε σε ραγδαία μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων, ενδεχομένως η επιστροφή του αυτοκινητοδρόμου στο κράτος να ήταν ζήτημα λίγων ετών ή και να είχε ήδη συντελεστεί.


Αν και τους τελευταίους δύο μήνες η Αττική οδός παρουσιάζει οριακή αύξηση της κυκλοφορίας, το 2014 αναμένεται να κλείσει με ελαφρά πτώση 2,5%-3% σε σχέση με το 2013. Σύμφωνα με έγγραφο που διαβιβάστηκε στη Βουλή από τον υπουργό Υποδομών κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη η μείωση στα έσοδα του παραχωρησιούχου κατά την τελευταία πενταετία, λόγω της μείωσης της κυκλοφορίας, έφτασε το 35% σε σχέση με το 2009.


Οπως αναφέρεται, δεδομένου ότι στη σύμβαση παραχώρησης η «ενωρίτερη λήξη» της περιόδου «εξαρτάται από το ύψος των εσόδων και των εξόδων», η Αττική οδός θα επιστρέψει στο Δημόσιο τον Οκτώβριο του 2024 «και τούτο ασχέτως της ανάκτησης της επένδυσης του αναδόχου» ή όταν επιτευχθεί ποσοστό μέσης απόδοσης μετοχικού κεφαλαίου από πλευράς του αναδόχου 11,6%.

Επίσης, το Δημόσιο έχει αποδεχθεί, υπό την προϋπόθεση ύπαρξης αυξανόμενων εσόδων, να λάβει ο ανάδοχος επιπλέον αυτής της απόδοσης και ποσοστό ως 1,5%, φτάνοντας στο 13,1%. Η συγκεκριμένη απόδοση, όπως σημειώνεται, «υπολογίζεται από τις οικονομικές καταστάσεις που υποβάλλονται στις πιστώτριες τράπεζες και το Ελληνικό Δημόσιο ανά τρίμηνο και συνολικά μετά το τέλος του εκάστου οικονομικού έτους».

Ετσι, με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία και τις διαθέσιμες προβλέψεις, η Αττική οδός «φέρεται να επιτυγχάνει στο τέλος του τελευταίου έτους της μέγιστης διάρκειας της περιόδου παραχώρησης» δηλαδή το 2024 «απόδοση 11,21% και κατά συνέπεια μέχρι στιγμής δεν προβλέπεται να ενεργοποιηθεί» το δικαίωμα περιορισμού της περιόδου παραχώρησης υπέρ του Δημοσίου.

Οι αμοιβές της πενταετίας

Σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης, οι Αττικές Διαδρομές είναι ο υπεργολάβος της Αττικής οδού, ο οποίος εισπράττει για λογαριασμό της και καταθέτει τα χρήματα σε λογαριασμό, δεσμευμένο από τους δανειστές του έργου. Σύμφωνα με το υπουργείο Υποδομών, η αμοιβή των Αττικών Διαδρομών κατά την τελευταία πενταετία κυμάνθηκε ως εξής:

Η Αττική οδός αποζημιώνει τις Αττικές Διαδρομές με ένα ελάχιστο κατ' αποκοπή τίμημα, το οποίο ορίζεται, βάσει της σύμβασης παραχώρησης, σε 6 δισ. δρχ. (σε τιμές 1999). Επίσης, η εταιρεία λειτουργίας λαμβάνει, μεταξύ άλλων, αμοιβή κυκλοφορίας και αμοιβή κινήτρου.

Η πρώτη αφορά πληρωμές στην περίπτωση που η μέση ημερήσια κυκλοφορία είναι υψηλότερη από 183 χιλιάδες οχήματα, με αμοιβή που φτάνει τις 13.150 δρχ. κατ' έτος ανά όχημα. Ωστόσο, αυτό το «πλαφόν» υπολογίστηκε με μέγιστη τιμή διοδίου 1,56 ECU προ ΦΠΑ, που μεταφράζεται σε 450 δρχ. σε τιμές 1994 ή 3,9 σημερινά ευρώ. Η αμοιβή κινήτρου συνδέεται με τα έσοδα από τα διόδια της Αττικής οδού. Σήμερα, με την πτώση της κυκλοφορίας, η αμοιβή κυκλοφορίας έχει εκμηδενιστεί, αναφέρουν στελέχη της εταιρείας.

Η σύμβαση παραχώρησης της Αττικής οδού έχει ευελιξία, καθώς συνδέει τον χρόνο παραχώρησης με την τιμή του διοδίου, η οποία καθορίζεται από τον παραχωρησιούχο και του δίνει τη δυνατότητα να «παίξει» με τα έσοδα και τα έξοδα, ώστε να διατηρείται μια προσιτή τιμή για τον χρήστη, να εξυπηρετούνται τα δάνεια και να καλύπτεται το κόστος λειτουργίας του δρόμου.

Ωστόσο, όπως αναφέρουν πηγές της εταιρείας, παρ' όλο που η Αττική οδός θα μπορούσε να μειώσει το επίπεδο της υπηρεσίας, προκειμένου να συρρικνώσει το λειτουργικό της κόστος, δεν το κάνει για λόγους κύρους, παρ' όλο που η όποια έκπτωση θα μπορούσε να βρίσκεται στο πλαίσιο της σύμβασης παραχώρησης.

Οι δαπάνες συντήρησης

Στο μεταξύ, σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο του υπουργείου Υποδομών, το κόστος βαριάς συντήρησης μεταξύ 2004-2013 θα έπρεπε να είναι αθροιστικά 174 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τις πρόνοιες της σύμβασης παραχώρησης. Ωστόσο, όπως αναφέρει, οι δαπάνες του παραχωρησιούχου στο εν λόγω διάστημα ήταν 80,6 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, αυτή η σημαντική διαφορά οφείλεται στην υψηλή ποιότητα και τη μεθοδολογία της κατασκευής του έργου, που υπερβαίνουν τις ελάχιστες προδιαγραφές του νόμου, που επικαλείται η σύμβαση παραχώρησης του δρόμου.

Πηγή: Το Βήμα