Κάποια στιγμή εμφανίσθηκαν από απέναντι δυο νεαροί έφεδροι αξιωματικοί, λεβεντόπαιδα, ομορφόπαιδα, ντυμένοι με τη στρατιωτική τους στολή και η Παγούνου αναψοκοκκίνισε. Έσκυψε στο αυτί της Τσιτσιάς και έδειξε, με τα μάτια και με νόημα τους νεαρούς, που μόλις προσπέρασαν και τις κοίταζαν χαμογελώντας επίμονα.
-Να μαρή Τσιτσιά, αυτός η δόκιμους, η αψιός, μη χαλεύει. Στου παναήρ μας ανταμώθκαμι σ΄ βόλτα, παρπάτσαμι λίγου, κι μ΄ είπι ότι μη χαλεύει, ότι μ΄ αϊγαπά, ότι νο τη μένα κουρίτσι χαλεύει να πάρει. Που τ΄ν Αθήνα είνι. Είπι είνι κι δάσκαους. Καουός κι όμορφους δεν είνι; Δεν ξέρου τι να κάμου.
Να μαρή Τσιτσιά, ικιά σ΄ Χούτα του σπίτι κοιμάτι, σι κείνου του μικρό σπιτούδ που είνι ουπίς σ΄ν αυλή κι έχι νια μικρή πουρτούδα κι κάνκάνας δεν σι γλέπ, ούτι όταν σιβένς, ούτι όταν βγαίνς που μέσα.
Να μαρή , μι είπι να πάου νιά μέρα να ειδού του σπίτ.
-Κι τι έκαμις μαρή Παγούνου, φαντάζουμι δεν πήγις.
-Τι να κάμου μαρή, πώς να μην πάου, να θαρίσ΄ η άθραπους ότι είμι καθυστεριμέν΄!!!!!
Η συνέχεια είναι άγνωστη, ……η πρόοδος όμως μάλλον επετεύχθη.
Τάσος Γιοβανούδης
Αύγουστος 2023



