Στο κέντρο περίπου της πεδιάδας του Κιλκίς, στα ανατολικά του Αξιού ποταμού, 17 χιλιόμετρα δυτικά από την πόλη του Κιλκίς και 1,5 χλμ. ΒΔ του σύγχρονου οικισμού του Χωρυγίου, υψώνεται η οχυρή και περίοπτη θέση «Κάστρο ή Λαζαρίτσα».
Πρόκειται για ένα φυσικό γεωλογικό σχηματισμό με βραχώδη πετρώματα, ο οποίος στα προϊστορικά και ιστορικά χρόνια λειτούργησε ως ακρόπολη του οικισμού που, μαζί με το νεκροταφείο του, απλωνόταν στις υπώρειες του υψώματος.
Ο λόφος είναι ορατός από το μεγαλύτερο τμήμα του νομού Κιλκίς, ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας από την αρχαιότητα ως και τους βυζαντινούς και νεότερους χρόνους.
Η σημερινή του μορφή οφείλεται στην επιχείρηση δημιουργίας αναβαθμών το 1985 για την αναδάσωσή του, γεγονός που προξένησε μεγάλη καταστροφή στις αρχαιότητες.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι κηρυγμένος και προστατεύεται από τις διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου.
Περιγραφή
Ο λόφος ήταν γνωστός και με το όνομα Καλαμπάκ, τουρκική ονομασία που σημαίνει φρούριο πάνω στον βράχο. Η ονομασία Κάστρο είναι των νεότερων χρόνων, και δόθηκε από τους κατοίκους της περιοχής, λόγω της φυσικής οχύρωσής του που δίνει στον χώρο την όψη κάστρου. Η ονομασία, τέλος, Λαζαρίτσα ή Λαζαρίνα, με τον οποίο είναι γνωστός, προέρχεται από το έθιμο των νεότερων χρόνων να οργανώνουν εκεί το Σάββατο του Λαζάρου οι κάτοικοι των γύρω χωριών πανηγύρι. Συγκεντρωνόταν πλήθος κόσμου και τελούσαν το έθιμο με τις Λαζαρίνες, δηλαδή χορό νέων κοριτσιών, οι οποίες στολισμένες με τοπικές παραδοσιακές φορεσιές και άνθη ανήγγειλαν την Ανάσταση του Λαζάρου.
Στον λόφο ένας οχυρωματικός περίβολος σωζόταν ως τις αρχές του 20ού αιώνα. Κατά καιρούς έχουν έρθει στο φως οικιστικά κατάλοιπα στις υπώρειές του, όπως τοίχοι κτηρίων, κατώφλια, μεγάλοι πίθοι, υφαντικά βάρη και τμήματα αγγείων κυρίως κλασικής εποχής. Εντοπίστηκαν, επίσης, 15 περίπου καταστραμμένοι και συλημένοι τάφοι, πιθανότατα κλασικών χρόνων, οι οποίοι ανήκουν στον οικισμό. Μια μικρή έρευνα, που αποσκοπούσε στον καθαρισμό των ήδη συλημένων τάφων και στη συγκέντρωση τυχόν διαφυγόντων τη σύληση κτερισμάτων, απέδειξε ότι η πλειονότητά τους ανήκει στον τύπο του κιβωτιόσχημου. Πρόκειται για τάφους κατασκευασμένους με επιμέλεια, συνήθως με έναν ή δύο ασβεστολιθικούς δόμους στην κατασκευή των πλευρικών τοιχωμάτων και ενός μέχρι και τριών αντίστοιχων στην κάλυψή τους. Γενικά, τα ευρήματα από την περιοχή χρονολογούνται από την Ύστερη Εποχή Χαλκού ως και τη Μεσοβυζαντινή Εποχή, όπως δείχνει η ανεύρεση ευρημάτων των εποχών αυτών.
Το πόλισμα που υπήρχε στην περιοχή είναι αταύτιστο ως σήμερα. Οι ιστορικοί προτείνουν την τοποθέτηση στη θέση αυτή του ρωμαϊκού σταθμού «Ταυρίανα», ενός μικρού πολίσματος, που είχε ιδρυθεί για να την εξυπηρέτηση των αναγκών των οδοιπόρων που κατευθύνονταν από Θεσσαλονίκη προς Ιδομενές. Ωστόσο, νεότερες έρευνες αποδεικνύουν ότι η ταύτιση αυτή δεν είναι ιδιαίτερα πιθανή.
Από έναν συλημένο τάφο της περιοχής προέρχεται ένα χάλκινο κράνος του λεγόμενου «ιλλυρικού» τύπου, του 4ου αι. π.Χ., με εγχάρακτη παράσταση λιονταριών στην προμετωπίδα του, μια παράσταση που είχε όχι μόνο διακοσμητική, αλλά και πιθανότατα συμβολική σημασία, καθώς υπαινίσσεται τη γενναιότητα του κατόχου του.
Σημαντικό, επίσης, εύρημα από την περιοχή είναι ένα αγαλματίδιο της θεάς του έρωτα και της ομορφιάς, της Αφροδίτης, των ύστερων ελληνιστικών χρόνων, το οποίο προέρχεται πιθανότατα από το ιερό της θεάς. Η θεά εικονίζεται με μακρύ χιτώνα και ιμάτιο που τυλίγεται στα πόδια της.
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) και μετά την άφιξη στην περιοχή της Στρατιάς της Ανατολής κατά το φθινόπωρο του 1915, τον λόφο οχύρωσαν οι Γάλλοι, οι οποίοι διάνοιξαν τις σωζόμενες μέχρι σήμερα οχυρωματικές τάφρους. Μετά τη μετακίνηση των Γάλλων δυτικότερα στην περιοχή της Παιονίας, στο λόφο εγκαταστάθηκαν οι Άγγλοι.
Ο οικισμός, που βρίσκεται 1,5 χλμ. νοτιοανατολικά του λόφου, με τη σημερινή ονομασία Χωρύγι, είναι το παλιό Κερέτζι ή Κιρέτς-κιόϊ της μεταβυζαντινής περιόδου. Αναφέρεται περί τα μέσα του 15ου αι. με λιγότερους από 100 χριστιανούς κατοίκους. Το 1920 είχε μόλις 68 κατοίκους, οι οποίοι, αργότερα, μετά τη μετονομασία του σε Χωρύγι το 1926, αυξήθηκαν σε 540. Στην απογραφή του 2011 ο οικισμός καταγράφηκε με 668 κατοίκους. Οι κάτοικοί του είναι Σαρακατσάνοι και κυρίως Πόντιοι πρόσφυγες από τον Καύκασο. Στον οικισμό κτίστηκε το 1814 τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο, κηρυγμένη σήμερα , στην οποία επαναχρησιμοποιήθηκαν αρχαία, παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μαρμάρινα μέλη. Σήμερα ο οικισμός ανήκει στον Δήμο Κιλκίς της Π.Ε. Κιλκίς.
Συντάκτες
Δρ Γεωργία Στρατούλη, Νεκτάριος Πουλακάκης
Το Κάστρο του Χωρυγίου
Σε μικρή απόσταση από το χωριό, στη βορεινή πλευρά, υψώνεται σε θέση φρουρού το κάστρο του Χωρυγίου, γνωστό στους κατοίκους του ως «Γαλά». Το όνομα αυτό είναι παραφθορά της τουρκικής λέξης «καλέ» που σημαίνει κάστρο. Η περιοχή του κάστρου λεγόταν παλιά Καλαμπάκ (καλέ+μπακ) από όπου προέρχεται και η λέξη Καλαμπάκα, που στα τουρκικά σημαίνει φρούριο από βράχους. «Γαλά» ονόμαζαν οι παππούδες μας, επίσης, το κάστρο στο Ντορτκιλισέ, του οποίου η ύπαρξη προφανώς συνέβαλε στην επιλογή του Χωρυγίου ως τόπου για τη μόνιμη εγκατάστασή τους.
Το κάστρο του Χωρυγίου (Τούμπα ή Λαζαρίτσα), είναι ένα προϊστορικό μεγαλιθικό μνημείο. Ένα φυσικό οχυρό, υψιτενές, που η κορυφή του στεφανώνεται από κιβωτιόσχημους ασβεστολιθικούς βράχους. Μέσα στις σχισμάδες των βράχων ήταν παλιά ριζωμένες συκιές, που έδιναν νόστιμα μαύρα σύκα. Στις μέρες μας το κάστρο του Χωρυγίου συγκεντρώνει το ενδιαφέρον πολλών αναρριχητών.
Σε βιβλίο που εξέδωσε η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κιλκίς, με τον τίτλο «Αρχαιολογική περιήγηση στο νομό Κιλκίς», σελ. 103, σε κείμενο της αρχαιολόγου Θωμαής Σαββοπούλου αναφέρεται: «Στο λόφο του κάστρου Χωρυγίου είναι ορατά επιφανειακά οικιστικά λείψανα ενός οικισμού: τοίχοι, κατώφλια, πιθάρια, που ανακαλύφθηκαν μετά από καταστροφική προσπάθεια δεντροφύτευσης το 1985. Στις υπώρειές του απλώνεται συλημένο νεκροταφείο κιβωτιόσχημων τάφων, πιθανότατα κλασικών χρόνων. Οι ιστορικοί προτείνουν και τοποθετούν στη θέση αυτή το ρωμαϊκό σταθμό «Ταυρίανα», μικρό πόλισμα (πόλη), για να εξυπηρετεί τις ανάγκες των οδοιπόρων που κατευθύνονταν προς Θεσσαλονίκη και Ιδομενές (Ειδομένη), κατά μήκος της πορείας του Αξιού. Μια παλαιότερη υπόθεση ότι ο σταθμός αυτός έπρεπε να αναζητηθεί στα όρια του σημερινού Πολυκάστρου, φαίνεται λιγότερο πιθανή. Από τάφο πιθανότατα της περιοχής του κάστρου Χωρυγίου προέρχεται η παράδοση μιας χάλκινης περικεφαλαίας. Πρόκειται για ένα κράνος «ιλλυρικού» τύπου, με εγχάρακτη παράσταση λιονταριών στην προμετωπίδα του. Η πολεμική αρετή ήταν το υπέρτατο ιδανικό των Μακεδόνων. Το κράνος αποτελούσε τμήμα της πολεμικής τους εξάρτυσης. Ενδεχομένως η παράσταση των λιονταριών να μην έχει μόνο διακοσμητικό χαρακτήρα…».
Στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο (1913) στην περιοχή αυτή στρατοπέδευσε η 10η ταξιαρχία του ελληνικού ιππικού, ενώ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι γαλλικές συμμαχικές δυνάμεις χρησιμοποίησαν το κάστρο ως παρατηρητήριο.
Τα κάστρα έχουν μια ιδιαίτερη αξία στην ιστορία του ελληνισμού. Στη φύση τους αμίλητα και στην παρουσία τους εύγλωττα, χτίσματα της θείας φύσης, όχι μόνο δεσπόζουν στο τοπίο που υπάρχουν, αλλά και σώζουν σε δύσκολους καιρούς ανθρώπους που αναζητούν σ’ αυτά καταφύγιο. Ήταν οι γνωστές ακροπόλεις του κάθε χωριού και της κάθε πόλης.
(Απόσπασμα από το βιβλίο οι "Ρίζες Μας" Της Αρχοντούλας Κωνσταντινίδου και του Νίκου Κωνσταντινίδη)