Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024, 2:35:56 πμ
Δευτέρα, 08 Νοεμβρίου 2021 21:29

Όταν αρχίζεις να αγαπάς τον εαυτό σου, θα θελήσουν να σε λιθοβολήσουν!

Γράφει η Κωνσταντίνα Γεράκη.
Όσο εσύ ζεις για τους άλλους, τότε όλοι είναι ευτυχισμένοι, ικανοποιημένοι, βολεμένοι στο να παίρνουν και να ευχαριστιούνται με όσα εσύ απλόχερα προσφέρεις.
Όσο εσύ θέλεις να τους βλέπεις όλους χαρούμενους δίπλα σου, τότε όλα δουλεύουν ρολόι. Για τους άλλους.


Για εσένα όμως;
Και βέβαια στις σχέσεις μας επιδιώκουμε να δίνουμε, άλλωστε όλες βασίζονται στο δούναι και λαβείν. Το δεύτερο όμως μήπως το έχεις καταχωνιάσει σε κάποιο συρτάρι και έχεις ξεχάσει πως είναι να το νιώθεις.
Όταν δίνεις όλοι παίρνουν με χαρά. Εσύ όμως ρώτησες ποτέ τον εαυτό σου αν εισπράττεις κι αν το ταμείο σου βγαίνει μείον;
Περιμένεις, δικαιολογείς, χαμογελάς με μια μικρή ή μεγάλη δόση πίκρας και θέλεις να το σκεπάσεις όλο αυτό με ένα “δεν πειράζει... “.
Τι δεν πειράζει ακριβώς;
Ότι περίμενες να σου πούνε μια καλή κουβέντα όταν το είχες ανάγκη;
Ότι περίμενες να σε βοηθήσουν όταν εσύ ένιωθες πως πνιγόσουν;
Ότι περίμενες να σηκωθούν από το κρεβάτι τη νύχτα για να έρθουν κοντά σου, επειδή πονούσες ή φοβόσουν;
Μα όλα αυτά σε είχαν πειράξει, όλα αυτά σε είχαν πληγώσει, κι ας έλεγες με ένα γλυκό χαμόγελο μια δικαιολογία για τον καθένα.
“Είχε πολύ δουλειά και δεν μπορούσε... “.
Ήταν κουρασμένος.
Δεν το σκέφτηκε.
Δεν μπορούσε να με βοηθήσει.
Και ξέρεις πως όλα αυτά είναι γελοία ψέματα που πρώτη εσύ θέλεις να τα πιστέψεις. Πρώτη εσύ θα ήθελες να ήταν η αλήθεια.
Και τώρα που είδες πως σε πείραξαν τελικά πολλά απλά δεν μίλησες όταν έπρεπε, δεν διεκδίκησες, ή δεν έδειξες πως κατάλαβες, τώρα τι;
Άρχισες σιγά σιγά να σε νοιάζεσαι.
Άρχισες σιγά σιγά να μην ομορφαίνεις τα “δεν μπορούσε”, ξέρεις πολύ καλά πως είναι άσχημο να βλέπεις το δεν ήθελε, αλλά ισχύει.
Δεν πειράζει λες, κι αυτό το δεν πειράζει είναι πραγματικό, γιατί κάπου εκεί γνώρισες τον εαυτό σου.
Κάπου εκεί είδες πως όσα παράπονα έχεις μαζέψει, τόσες απαντήσεις έχεις πάρει.
Κάπου εκεί άρχισες να αγαπάς τον εαυτό σου και να μην τον χαρίζεις χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος.
Κάπου εκεί σταμάτησες να βγάζεις δίσκο και να σκορπάς χαμόγελα, λόγια παρηγοριάς, καλές κουβέντες,
Άρχισες όμως να σε αγαπάς, άρχισες να σε νοιάζεσαι πραγματικά.
Έβαλες τον εαυτό σου στη θέση που του αξίζει.
Στην κορυφή.
Απομάκρυνες όλους αυτούς που ήθελαν να χειριστούν τα θέλω σου και να τα προσαρμόσουν στα δικά τους.
Έδιωξες εκείνους του κηφήνες της ευτυχίας που για να την κερδίσουν ρουφούσαν όση μπορούσαν από τις ζωές των άλλων και δεν έκαναν τίποτε απολύτως για τη δικαιούνται.
Κοίταξες στον καθρέφτη και είδες μόνο εσένα.
Ρώτησες τι πραγματικά είχες ανάγκη και δεν περίμενες κανέναν αχθοφόρο για να κουβαλήσει τις επιθυμίες σου, τις πήρες εσύ στα δικά σου χέρια και υποσχέθηκες να τις προσφέρεις στον εαυτό σου.
Δεν περίμενες κανέναν σωτήρα, ανέλαβες να πέσεις στη θάλασσα φορώντας το δικό σου σωσίβιο και ξέρεις γιατί;
Ήξερες πως το σωσίβιο έγραφε το όνομά σου. Εκεί ήταν και σε περίμενε. Κι εσύ αντί να το φορέσεις, το δάνειζες χωρίς πολύ σκέψη για να σωθούν οι άλλοι.
Κι εσύ;
Έχει ο Θεός έλεγες και προχώραγες.
Κάτι θα γίνει και για μένα.
Τα καλά νέα είναι πως κατάλαβες πως αν δεν κάνεις εσύ για εσένα, κανείς δεν θα δεήσει. Τα κακά νέα είναι ότι τόσο καιρό αυτοί που τους το φόρεσες, δεν αναρωτήθηκαν καν αν εσύ είχες φορέσει κάποιο, αν είχες πιάσει στεριά ή πάλευες με τα κύματα, περιμένοντας να ημερέψει η θάλασσα.
Από τότε λοιπόν με την σιγουριά που σου έδωσε η δική σου απόφαση να σε αγαπήσεις, άρχισαν τα παρατράγουδα. Άρχισαν τα παράπονα... άλλαξες, δεν ήσουν έτσι, μη κοιτάς τον εαυτό σου, μην γίνεσαι εγωίστρια, μην...μην...
Όλοι κρατήσανε μια πέτρα στα χέρια και ήταν έτοιμη να σου την πετάξουν. Δεν ήταν όμως η πέτρα μόνο, ήταν και τι έγραφαν επάνω.
Άλλοι έγραψαν ότι είσαι αδιάφορη.
Άλλοι επιπόλαιη.
Άλλοι ανόητη.
Άλλοι αγνώμων και πάει λέγοντας.
Κανείς δεν έγραψε καλά κάνεις και να έρθει να σου τη δώσει στο χέρι, έτσι για να έχεις κι εσύ κάτι να τους πολεμήσεις.
Έτσι για να έχεις κι εσύ μια δικαιολογία, από αυτές που τόσο εύκολα έδινες κάποτε.
Μιζερούληδες που έχασαν τη βολή τους. Βολεψάκηδες που έπαψαν να εισπράττουν και τους κακοφάνηκε.
Και τώρα;
Όλα καλά, για εσένα ευτυχώς. Όλα καλά γιατί τώρα ξέρεις πως εσύ είσαι υπεύθυνος-η για την δική σου ευτυχία.
Δεν περιμένεις τίποτε, από κανέναν.
Κι αν κάτι καλό έρθει, καλοδεχούμενο!
Αν δεν έρθει όμως, δε σε μέλλει.
Δεν σε μέλλει γιατί δεν είσαι σε κανένα λιμάνι για να το περιμένεις.
Ζεις στο δικό σου νησί, έχεις τη δική σου βάρκα, αν γουστάρεις πολύ ρίχνεις άγκυρα, αν φυσάει πας ανοιχτά γιατί σ αρέσει το γαλάζιο. Έχεις το δικό σου όμορφο νησί, έχει τους κινδύνους αλλά δεν έχει σωτήρες, έχει τις χαρές του για να τις κρατήσεις σαν θησαυρό προστατευμένες από βλέμματα που δεν είναι καθαρά, έχει τις καταιγίδες για να μάθεις πως να προφυλαχτείς, αλλά έχει και κάτι λιακάδες που δεν χορταίνει η ψυχή σου να αναζητά.
Εκεί δεν φτάνουν οι πέτρες κανενός και ξέρεις γιατί;
Είσαι στο πιο ψηλό σημείο, αγαπάς και φροντίζεις τον εαυτό σου κι όση δύναμη να βάλουν δεν θα καταφέρουν να σε φτάσουν!