Σάββατο, 27 Απριλίου 2024, 6:31:06 πμ
Δευτέρα, 06 Απριλίου 2009 06:14

Κράτος και Οικονομία

Στο βάθος της ιστορίας, οι σχέσεις κράτους και οικονομίας ήταν πάντα μεταβαλλόμενες και κυρίως εναλλασσόμενες στη θέση κυριαρχίας. Η περιοδολόγηση των τελευταίων αιώνων μας οδηγεί από τον μερκαντιλισμό με ισχυρότατη κρατική παρέμβαση, στο φιλελεύθερο ανταγωνιστικό καπιταλισμό του laissez faire και μετά πάλι στο κεϊνσιανό μοντέλο της αυξημένης δημόσιας παρέμβασης και της διαμόρφωσης του σύγχρονου κοινωνικού κράτους.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια, στα πλαίσια της γνωστής εξέλιξης της παγκοσμιοποίησης, υπήρξε εκ νέου μια ριζική στροφή σε θεωρίες, μοντέλα και επιλογές που μιλούσαν για μείωση και υποβάθμιση του ρόλου του κράτους και οδήγησαν με κάθε τρόπο στη γνωστή σχηματοποίηση της νεοφιλελεύθερης πραγματικότητας. Μετά το ανοιχτό ξέσπασμα της σημερινής παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, άρχισε και η ταχεία αποδόμηση των ιδεοληψιών κατά του κράτους. Έχει όμως μεγάλη σημασία να ξαναθυμηθούμε πως η αρχική επίθεση του νεοφιλελευθερισμού πριν από τριάντα χρόνια, δομήθηκε σε τέτοια σημεία πολεμικής κατά του κράτους, που ακριβώς σε αυτά, με κραυγαλέο τρόπο, επιβεβαίωσε τη δική του αποτυχία. Μιλούσαν τότε οι απολογητές του νεοφιλελευθερισμού, εκμεταλλευόμενοι τη δημοσιονομική κρίση του Κοινωνικού Κράτους, για κράτος που δεν αυτοελέγχεται, που υπερδανείζεται και παράγει διαφθορά. Σήμερα, όλοι αναγνωρίζουν ως σημεία καθοριστικά της κρίσης, την αγορά που δεν αυτορυθμίζεται, την υπερδανεισμένη οικονομία, την απληστία και τη διαφθορά των κερδοσκόπων. Οι απόψεις που προβάλλονταν πριν από τριάντα χρόνια και τα αποτελέσματα που εισέπραξαν οι κοινωνίες με την εφαρμογή τους, έχουν σημασία, όχι για λόγους θεωρητικής δικαίωσης, αλλά για πολιτικούς και πρακτικούς λόγους υπέρβασης της κρίσης. Η συζήτηση για επαναπροσδιορισμό των σχέσεων κράτους και οικονομίας, έχει ανοίξει πάλι και είναι στην κορυφή της δημόσιας αντιπαράθεσης. Συνοπτικά, αξιολογώ τρεις βασικές θέσεις επί του θέματος. Πρώτον, η αναγκαιότητα της ρύθμισης, της κρατικής συμμετοχής, της πολιτικής αυτονομίας. Δεύτερον, τι κράτος θέλουμε και ποια αγορά προτείνουμε με βάση την ιστορική εμπειρία, τις κοινωνικές-πολιτιστικές ιδιαιτερότητες, αλλά και την οραματική προσέγγιση. Τρίτον, ποιοι είναι οι παράγοντες και κυρίως οι αξίες που υπερπροσδιορίζουν το σχήμα Κράτος-Οικονομία και το καθιστούν παραγωγικό, για κοινωνικό και εθνικό όφελος. Οι μεγάλες διαστάσεις της παγκόσμιας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που διανύουμε, κάνουν επιτακτική την επιστροφή του κράτους ως σημαντικού παράγοντα σταθερότητας στην οικονομία. Η βασική προσδοκία των βιομηχανικών χωρών για ανάκαμψη, στηρίζεται σε σχέδια δημόσιας ενεργοποίησης και παρέμβασης. Σημαντικό επίσης δίδαγμα που προκύπτει, είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει παραγωγή πλούτου σε συνθήκες ασυδοσίας των αγορών, χωρίς αυστηρούς κανόνες και ελέγχους που να εξασφαλίζουν κοινωνική και οικονομική ισορροπία. Κοινωνική συνοχή επίσης δεν μπορεί να υπάρξει μέσα από την κυριαρχία των δυνάμεων της ιδιωτικοποίησης, αλλά μόνο όταν στηρίζεται στην κρατική συμμετοχή, δηλαδή σε ένα νέο κοινωνικό κράτος. Η προσδοκώμενη δε λειτουργία του κράτους ως συνολικού και συλλογικού εκφραστή, έχει ως βασική προϋπόθεση την ύπαρξη μιας αυτόνομης πολιτικής εξουσίας, από εξαρτήσεις μεγάλων ή μικρών, εξωθεσμικών ή συντεχνιακών συμφερόντων. Προχωρώντας τη διερεύνηση των σχέσεων κράτους-οικονομίας, πρέπει να συλλογιστούμε την κάθε έννοια χωριστά. Δεν επαρκεί πλέον η απλοποιητική προσέγγιση, που αποδέχεται συνολικά το κράτος και συνολικά την αγορά, για να τα αντιπαραθέσει μετέπειτα μεταξύ τους. Όπως λοιπόν απορρίπτουμε την αγορά του καπιταλισμού-καζίνο, των καρτέλ, της αισχροκέρδειας και της κακής ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών με μόνη επιδίωξη το κέρδος, άλλο τόσο πρέπει να μετασχηματίσουμε το κράτος των συμφερόντων, της διαφθοράς, της σπατάλης, του κομματισμού και της αλαζονείας της εξουσίας. Η σοσιαλιστική άποψη πρέπει να εργαστεί για ένα αξιόπιστο, επιτελικό, δίκαιο και αποτελεσματικό κράτος και ταυτόχρονα μια αγορά με εξασφάλιση των όρων ανταγωνισμού, ποιότητας και κανόνες προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Κράτος και αγορά, με διαρκή αυτοεξέταση και μόνο σε πολιτική σύνθεση και συνεργασία, μπορούν να δώσουν διέξοδες λύσεις στα κρίσιμα προβλήματα των κοινωνιών. Άλλωστε και τα δύο μέρη, αποτελούν πεδία πολιτικού ανταγωνισμού και έκφρασης συσχετισμού των κοινωνικών δυνάμεων και υπόκεινται σε μεταβολές, πέρα από δόγματα και σχηματοποιήσεις. Αν προσπαθήσουμε, τις παραπάνω σκέψεις, να τις συνδέσουμε με εφαρμοσμένα προγράμματα εξόδου από τη σημερινή μεγάλη κρίση, προκύπτουν ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Ο αναπτυγμένος κόσμος και μάλιστα, στην προοδευτική κατεύθυνση, έχει πάρει τις αποφάσεις του: έχει αναγορεύσει σε πρωταρχικό στοιχείο για την ανάκαμψη, την ενεργή κρατική παρέμβαση_ έχει επιλέξει τον ισχυρό δημόσιο έλεγχο και την αυστηρή ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα_ έχει κατανοήσει την αναγκαιότητα στήριξης των μεσαίων και αδύνατων κοινωνικών στρωμάτων ως θεμέλιο της κοινωνικής συνοχής_ έχει επιλέξει ως κύριο προσανατολισμό εξόδου από την κρίση τον αναπτυξιακό προσανατολισμό, αφήνοντας σε δεύτερο ρόλο, χωρίς να τις υποτιμά, τις περιοριστικές λειτουργίες. Μάλιστα, συνδέει οργανικά το αναπτυξιακό σκέλος με το κοινωνικό, αλλά και το περιβαλλοντικό. Διαμορφώνει και εξελίσσει το πλαίσιο μιας νέας οικονομίας, της πράσινης οικονομίας, που ανοίγει νέους δρόμους επενδύσεων, παραγωγής, αλλά και θέσεων εργασίας. Που δεν δίνει μόνο οικονομικές απαντήσεις, αλλά κυρίως ηθικές και απαντήσεις υποδείγματος. Με δεδομένη λοιπόν την αποδοχή επιστροφής του κράτους, αλλά και την ανάληψη της πρωτοβουλίας από τη δημόσια παρέμβαση για έξοδο από τη μεγάλη κρίση, δύο είναι τα σημεία που αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής. Κατ’ αρχήν, τα σύγχρονα κράτη είναι επιβαρυμένα από την αύξηση των δημόσιων δαπανών, αλλά και τις φορολογικές μειώσεις των τελευταίων δεκαετιών. Το σύνολο των δυτικών κρατών, άλλα λιγότερο, άλλα περισσότερο, έχουν σοβαρά χρέη και ελλείμματα, κατάσταση η οποία αφαιρεί ευελιξία και δυνατότητες για διευρυμένη δημοσιονομική επέκταση. Εδώ, μπαίνει καθοριστικά το θέμα της ευέλικτης και στοχευμένης πολιτικής διαχείρισης, που συνδυάζει τις απαιτήσεις της δημοσιονομικής επέκτασης με την ανάγκη της δημοσιονομικής ισορροπίας. Δεύτερο σημείο που πρέπει να προσεχθεί, είναι να μη φορτωθούν τα κράτη στα πλαίσια της αναγκαίας παρέμβασής τους στο χρηματοπιστωτικό, αλλά και στον ευρύτερο επιχειρηματικό τομέα, τις μαύρες τρύπες της ιδιωτικής εταιρικής διαχείρισης. Αυτό που εύγλωττα έχει καταγγελθεί ως «πρακτική ιδιωτικοποίησης των κερδών και κρατικοποίησης των ζημιών», σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να περάσει όχι μόνο ως αρνητική οικονομική επιλογή, αλλά κυρίως ως στάση περαιτέρω ηθικής, πολιτικής και κοινωνικής αποδόμησης. Αντίθετα, το βάρος υπέρβασης της κρίσης, πρέπει να γίνει με όρους κοινωνικής κλιμάκωσης και δικαιότητας, ταυτόχρονα με την απόδοση και την ανάληψη κοινωνικής ευθύνης. Τέλος, είναι σημαντικό να δει κάποιος που ενδιαφέρεται για την υλοποίηση πολιτικών προγραμμάτων σοσιαλιστικής κατεύθυνσης, ότι δεν είναι τόσο και κυρίως η δοσολογία του σχήματος «κράτος-αγορά» που θα επιβεβαιώσει, ή θα διαψεύσει την πραγμάτωσή τους. Υπάρχουν υπερπροσδιοριστικοί παράγοντες στο χώρο των αξιών και αρχών κάθε αντίληψης, που δίνουν ουσιαστικό, όσο και διαφορετικό νόημα στη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας. Τέτοιες αξίες ενός διαφορετικού δρόμου για τη χώρα μας, είναι σήμερα ο κοινωνικός χαρακτήρας της αλληλεγγύης, της συνοχής, της δικαιοσύνης, με επίκεντρο πάντα τον άνθρωπο.